Αδιαφορούν
Πρόκειται για ένα σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και πολλούς μήνες. Τα επιτελεία του υπουργού Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτου, της υφυπουργού Οικονομικών Αικ. Παπανάτσιου και του διοικητή της πρώην ΓΓΔΕ και νυν ΑΑΔΕ Γ. Πιτσιλή δεν φαίνεται να έχουν κανένα… άγχος για την εφαρμογή αυτού του τόσο σημαντικού μέτρου που εκτιμάται ότι θα συμβάλει στο δραστικό περιορισμό της φοροδιαφυγής και στη θεαματική αύξηση των φορολογικών εσόδων.
Και ενώ Τσακαλώτος και Παπανάτσιου αδιαφορούν για την προώθηση του συγκεκριμένου μέτρου, παράλληλα συναποφασίζουν άρον άρον με το ΔΝΤ και τους λοιπούς δανειστές πόσο θα μειώσουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος, ώστε να επιβαρύνουν με δυσβάσταχτα χαράτσια ύψους 1,8 δισ. ευρώ πάνω από 3.000.000 χαμηλόμισθους, χαμηλοσυνταξιούχους, ανέργους και λοιπούς οικονομικά αδύναμους Ελληνες πολίτες!
Το ιστορικό
Τον Δεκέμβριο του 2016 ψηφίστηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή διάταξη με την οποία προβλέπεται η online διασύνδεση των ταμειακών μηχανών και των λοιπών ηλεκτρονικών φορολογικών μηχανισμών των επιχειρήσεων με τις πληροφοριακές υποδομές της ΑΑΔΕ και συγκεκριμένα με το σύστημα Τaxis.
Η διάταξη ήταν έτοιμη ένα χρόνο πριν, από τον Δεκέμβριο του 2015, αλλά παρέμενε «παγωμένη» και δεν προωθείτο για ψήφιση στη Βουλή. Αφού πέρασε από… σαράντα κύματα, τελικά κατατέθηκε στη Βουλή σημαντικά τροποποιημένη και ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο του 2016. Παρά τη μεγάλη καθυστέρηση του ενός έτους με την οποία ψηφίστηκε τελικά η συγκεκριμένη διάταξη, έχουν περάσει μέχρι στιγμής άλλοι τρεις μήνες και ούτε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ούτε η διοίκηση της ΑΑΔΕ έχουν προχωρήσει ακόμη στην έκδοση των απαιτούμενων αποφάσεων για την άμεση ενεργοποίησή της!
Εξαιτίας όμως αυτής της περίεργης και… ύποπτης πολύμηνης αδράνειας της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών και της ΑΑΔΕ, το κράτος χάνει τη δυνατότητα να πατάξει αποτελεσματικά τα φαινόμενα της μη έκδοσης αποδείξεων, της έκδοσης αποδείξεων από ταμειακές μηχανές-μαϊμού και της χρησιμοποίησης πλαστών – εικονικών τιμολογίων. Την ίδια ώρα, τα μέχρι στιγμής ληφθέντα μέτρα για την επέκταση της χρήσης του «πλαστικού χρήματος» σε όσο το δυνατόν περισσότερες συναλλαγές δεν μπορούν να συμβάλουν από μόνα τους στην αντιμετώπιση των συγκεκριμένων παραβατικών συμπεριφορών.
Αδράνεια
Πρόστιμο 314.389 ευρώ σε τρεις εταιρείες βρεφικών ειδών από την Επιτροπή Ανταγωνισμού
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από έρευνα του «Ε.Τ.», το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ:
1 Δεν έχουν δρομολογήσει τις διαδικασίες για την αντικατάσταση 400.000 απαρχαιωμένων ταμειακών μηχανών και λοιπών φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, ώστε αντίστοιχος αριθμός επιχειρήσεων να προσαρμοστεί με την υποχρέωση ηλεκτρονικής αποστολής των δεδομένων των εκδιδόμενων αποδείξεων στις πληροφοριακές υποδομές της ΑΑΔΕ. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει μεταξύ άλλων να εκδοθεί σχετική απόφαση είτε από το διοικητή της ΑΑΔΕ είτε από τον υπουργό Οικονομικών.
2 Δεν έχουν εκδώσει την απόφαση που θα καθορίζει τις υποχρεώσεις και τις τεχνικές προδιαγραφές των παρόχων ηλεκτρονικής τιμολόγησης, δηλαδή των φορέων που θα είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της γνησιότητας των εκδιδόμενων παραστατικών.
3 Δεν έχουν εκδώσει καμία απόφαση που να υποχρεώνει και τους ελεύθερους επαγγελματίες να χρησιμοποιούν ταμειακές μηχανές ή άλλους ηλεκτρονικούς φορολογικούς μηχανισμούς για την έκδοση των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών και των τιμολογίων, αλλά εξακολουθούν να τους επιτρέπουν να εκδίδουν χειρόγραφα τα φορολογικά τους στοιχεία!
4 Δεν έχουν εκδώσει καμία απόφαση που να υποχρεώνει επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες να εγκαταστήσουν μηχανήματα υποδοχής χρεωστικών και πιστωτικών καρτών (POS), ώστε να δέχονται πληρωμές με «πλαστικό χρήμα» από τους πελάτες τους.
Χωρίς… αντίκρισμα
Ετσι όπως έχει διαμορφωθεί αυτή τη στιγμή η κατάσταση, το όλο εγχείρημα της κυβέρνησης να πατάξει τη φοροδιαφυγή μέσω της επέκτασης της χρήσης του «πλαστικού» και του «ηλεκτρονικού χρήματος» σε όλες σχεδόν τις καθημερινές συναλλαγές είναι άνευ ουσίας, δεν παράγει κανένα απολύτως αποτέλεσμα θετικό για τα κρατικά ταμεία. Το Δημόσιο δεν έχει, δηλαδή, κανένα όφελος διότι δεν έχει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής διασταύρωσης δεδομένων και λήψης αναλυτικών πληροφοριών για κάθε μία πραγματοποιούμενη συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων και μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών. Μπορεί απλώς να πληροφορείται συγκεντρωτικά στοιχεία για τις πραγματοποιηθείσες συναλλαγές, τα οποία ωστόσο δεν προσφέρουν καμία αξιοποιήσιμη πληροφορία για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.
Γιώργος Παλαιτσάκης – [email protected]
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου