Ο διοικητής της ΤτΕ τάσσεται σαφώς υπέρ της διατήρησης των αλλαγών που υλοποιήθηκαν μέσω του τρίτου Μνημονίου. Στην κατεύθυνση αυτή προειδοποιεί ότι οι όποιες αλλαγές δεν θα πρέπει να περιορίσουν την ελαστικότητα στην αγορά εργασίας, ενώ και η από καιρού προαναγγελλόμενη αύξηση του κατώτερου μισθού θα πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή για να μην επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Σημειώνει ακόμη ως αρνητική εξέλιξη τη συνεχιζόμενη απουσία της Ελλάδας από τις αγορές, ενώ σχετικά με το «μαξιλάρι» ρευστότητας τονίζει ότι θα μπορούσε αντί να καλύπτει χρηματοδοτικές ανάγκες να χρησιμοποιηθεί για την εξαγορά ακριβού χρέους.
Χαιρετίζει την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου και τη λύση για τη διευθέτηση του χρέους, αλλά θυμίζει ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 επιτυγχάνεται οριακά (στο 3,6% του ΑΕΠ) και γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρξει αυστηρός έλεγχος στις δαπάνες.
Στην έκθεση εκτιμάται ότι η οικονομική δραστηριότητα θα αυξηθεί κατά 2,1% το 2018, κατά 2,3% το 2019 και κατά 2,2% το 2020, όσο περίπου υπολογίζει ότι θα είναι η ανάπτυξη και η Ε.Ε., αλλά λίγο χαμηλότερη από ό,τι προβλέπει το ΥΠΟΙΚ που έχει βάλει στόχο 2,1% του ΑΕΠ ανάπτυξη για το 2018 και 2,5% του ΑΕΠ το 2019.
Τονίζει ιδιαίτερα το γεγονός της δημιουργίας ευνοϊκού περιβάλλοντος για την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, καθώς, όπως τονίζει, το περιθώριο επενδύσεων από ίδιους πόρους έχει εξαντληθεί λόγω μείωσης των αποταμιεύσεων. Συγκεκριμένα τονίζεται ότι από 15,9% του ΑΕΠ που ήταν το 2009 η ιδιωτική αποταμίευση για επενδύσεις έχει συρρικνωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ το τρίμηνο του 2017. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα οι επενδύσεις από το 21,9% του ΑΕΠ το γ’ τρίμηνο του 2017 να μειωθούν στο 8,7% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2018.
Ως βασική αιτία κατάρρευσης των επενδύσεων η έκθεση περιγράφει την αδυναμία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία λόγω του υψηλού ποσοστού κόκκινων δανείων.
Κόκκινα δάνεια
Στην κατεύθυνση αυτή ο διοικητής της ΤτΕ τονίζει ότι, παρά τις καλές επιδόσεις που έχουν οι εμπορικές τράπεζες στη μείωση των κόκκινων δανείων, θα πρέπει να τεθούν ακόμη πιο φιλόδοξοι στόχοι ώστε να βελτιωθεί το ταχύτερο δυνατό η ρευστότητα οικονομίας. Σε αυτό το σημείο σημειώνει ότι πέρα από τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι τράπεζες θα πρέπει να υπάρξει και συστημική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στο σημείο αυτό παρουσιάζει την πρόταση που έχει επεξεργαστεί για μεταφορά κόκκινων δανείων σε οχήματα ειδικού σκοπού (SPV) μέσω των οποίων θα τύχουν ταχύτερης ολοκλήρωσης. Εναντι των απωλειών στην κεφαλαιακή επάρκεια που θα έχουν οι τράπεζες, σύμφωνα με την πρόταση της ΤτΕ, το Δημόσιο θα πρέπει να εγγυηθεί αναβαλλόμενο φόρο ύψους 7,2 δισ. ευρώ.
Διαβάστε ολόκληρο το ρεπορτάζ στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]