Με το επίσημο επόμενο «ραντεβού» της ελληνικής οικονομίας με τις αγορές να αναβάλλεται επ’ αόριστο μια ανάσα πριν από την ολοκλήρωση του τέλους των Μνημονίων η ελληνική οικονομία δείχνει πόσο ευάλωτη είναι στον παραμικρό κλυδωνισμό των αγορών. Από την άνοιξη γράφει κάθε μέρα ζημιές τόσο στην κεφαλαιαγορά όσο και στη χρηματαγορά, στην αρχή με την πολιτική αστάθεια στην Ιταλία και τις τελευταίες ημέρες με τη νομισματική κρίση στην Τουρκία.
Χθες ενώ ο εμπορικός -και νομισματικός πόλεμος- μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη και παρά την πρόσφατη διπλή αναβάθμιση από τη Fitch τα ελληνικά ομόλογα είχαν πολύ περισσότερους πωλητές από ό,τι αγοραστές. Το αποτέλεσμα ήταν η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου να βρεθεί σε πολλά χρονικά σημεία πάνω από το 4,3% ενώ το πενταετές ομόλογο βρισκόταν σταθερά πάνω από το 3,3% αποτρέποντας προς το παρόν κάθε σκέψη για νέα έκδοση.
Την ίδια ώρα, το Χρηματιστήριο έκλεινε με το Γενικό Δείκτη να καταγράφει απώλειες 1,74% (6,2% στις τελευταίες έξι συνεδριάσεις), θύματα όλα σχεδόν τα βαριά χαρτιά. Από τις τέσσερις μεγάλες εμπορικές τράπεζες, η Eurobank κατέγραφε χθες απώλειες 3,31%, η Alpha Bank 1,25%, η Εθνική 0,58%. Από το υπόλοιπα βαριά χαρτιά απώλειες κατέγραψαν ο ΟΠΑΠ, ο ΟΤΕ ενώ από το πτωτικό ρεύμα παρασύρθηκαν μετοχές και των Μυτιληναίου, ΤΙΤΑΝ, και Viohalco.
Οι περισσότερες μεγάλες εταιρίες οι οποίες είχαν χθες απώλειες έχουν σημαντικές επενδύσεις στη γειτονική Τουρκία, οι οποίες πλέον βρίσκονται στον αέρα λόγω της κατάστασης.
Εκτός όμως από το κακό κλίμα που επικρατεί στις αγορές, η Ελλάδα ξαναγίνεται κακό πρωτοσέλιδο σε μερίδα του γερμανικού αλλά και του αγγλοσαξονικού Τύπου, που δείχνει αν μη τι άλλο να αμφισβητεί την υπέρβαση της κρίσης.
Η γερμανική Handelsblatt αναφέρεται στο μακρύ δρόμο που καλείται να διανύσει η Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, προκειμένου να επιστρέψει με επιτυχία στις διεθνείς αγορές.
«Η Ελλάδα απέχει ακόμη πολύ από το να επιστρέψει τις κεφαλαιαγορές», εκτιμά η οικονομική εφημερίδα, τονίζοντας ότι παρά το εξαιρετικά σκληρό πρόγραμμα λιτότητας που κλήθηκε να υλοποιήσει η χώρα «οι μεταρρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να ατονήσουν μετά την τελευταία δανειακή δόση από την Ε.Ε.». Παράλληλα, αμφισβητεί το αφήγημα του Πιερ Μοσκοβισί περί επιστροφής στην ομαλότητα.
Σε άλλο σημείο του άρθρου η εφημερίδα τονίζει την πεισματική άρνηση της κυβέρνησης για την ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων. «Ακόμη πιο σημαντικό είναι η Ελλάδα να προσπαθήσει να κερδίσει εμπιστοσύνη παραμένοντας σε τροχιά μεταρρυθμίσεων μετά το τέλος του προγράμματος. Ομως δυστυχώς υπάρχουν ενδείξεις ότι συμβαίνει το αντίθετο», αναφέρει η εφημερίδα.
Το δημοσίευμα εγκαλεί τον Αλέξη Τσίπρα για δηλώσεις περί λήψης μέτρων στα οποία ο ίδιος δεν πιστεύει, αλλά αναγκάζεται να εφαρμόσει υπό την πίεση των δανειστών, σχολιάζοντας ότι «αυτά είναι λανθασμένα μηνύματα». Ο Αλέξης Τσίπρας, τονίζει, δεν μπορεί να περιμένει «πολιτικές εκπτώσεις στις αγορές. Αυτές δεν δείχνουν έλεος».
Η επίσης γερμανική Stuttgarter Nachrichten, στην ανταπόκρισή της από την Αθήνα σημειώνει ότι το πρόγραμμα ολοκληρώνεται στις 20 Αυγούστου, αλλά «δεν είναι ορατή καμία αποκλιμάκωση της κατάστασης για τους ανθρώπους στη χώρα – αντιθέτως: Πολλοί Ελληνες απειλούνται να βρεθούν στο μέλλον αντιμέτωποι με τη φτώχεια και να μείνουν άστεγοι».
Η εφημερίδα αναφέρει παραδείγματα εξαιρετικά φτωχών νοικοκυριών στην Αθήνα, ανθρώπων που μετά βίας κατορθώνουν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες, ατόμων που έχασαν τις δουλειές τους και φοβούνται για το τι τους περιμένει στη συνέχεια.
Σε δικό της δημοσίευμα η Hamburger Abendblatt αναφερόμενη στην Ελλάδα μιλά για μια χώρα φτωχοκομείο: «Στα χαρτιά η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της την κρίση (…) Αλλά αυτό λέει ελάχιστα καθώς ολοένα και λιγότεροι έχουν πλήρη απασχόληση», σημειώνει η εφημερίδα. «Από τα 1,7 εκ. των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, ο ένας στους τρεις απασχολείται μερικώς για 394 ευρώ το μήνα. Κι αυτοί οι μερικώς απασχολούμενοι δεν έχουν καμιά ελπίδα να βγάλουν σύνταξη. Στην Ελλάδα υπάρχει μια κοινωνική ωρολογιακή βόμβα. “Φοβούμαι μια έκρηξη της φτώχειας”, λέει στην εφημερίδα ο καθηγητής Οικονομικών Σάββας Ρομπόλης».
Το brain drain εμποδίζει την ανάκαμψη από την οικονομική κρίση», σημειώνουν σε δικό τους άρθρο οι Financial Times. Το άρθρο αναφέρει εκτίμηση του ερευνητή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Μανώλη Πρατσινάκη ότι από το 2010 έχουν φύγει στο εξωτερικό περίπου 350.000-400.000 Ελληνες ηλικίας 20-30 ετών, τα δύο τρίτα εκ των οποίων είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου και κάτοχοι μεταπτυχιακού.
«Η μετανάστευση έγινε μια επιλογή που αξίζει να μελετηθεί και οι συγγενείς και φίλοι εμφανίζονται πιο θετικοί απέναντι σε όσους εκφράζουν την επιθυμία τους να φύγουν», επισημαίνει ο Ελληνας ερευνητής.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]