Ωστόσο, η υπηρεσία αυτή θα είναι αποδυναμωμένη, καθώς δεν θα έχει την εξουσία να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα ούτε να παραπέμπει στη Δικαιοσύνη όσους κατηγορεί για τη διάπραξη ποινικώς διωκόμενων αδικημάτων φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου!
Η νέα υπηρεσία, η οποία θα λειτουργεί υπό τη μορφή ενός μικρού και ευέλικτου «ΣΔΟΕ», θα ονομάζεται Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος (ΔΕΟΕ), θα υπάγεται απευθείας στον υπουργό Οικονομικών, θα εποπτεύεται από την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος, θα μπορεί να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, να διενεργεί έρευνες στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις τους, στα αρχεία, στα φορολογικά βιβλία και τα στοιχεία που τηρούν, θα έχει το δικαίωμα να αίρει το τραπεζικό απόρρητο, να ανοίγει τους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων και να ελέγχει τις κινήσεις τους, αλλά δεν θα έχει κανένα δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχομένους ούτε καν να ζητά την ποινική τους δίωξη!
Στη ΔΕΟΕ θα μεταφερθούν και θα συγκεντρωθούν οι διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) και στις ΔΟΥ της χώρας παραγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων για ελέγχους σε φορολογουμένους υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες έχουν μείνει ακόμη ανεκτέλεστες, με εξαίρεση περιορισμένο αριθμό υποθέσεων που αντιστοιχούν σε 1.300 ΑΦΜ και οι οποίες θα παραμείνουν για έλεγχο στην ΑΑΔΕ.
Η ΔΕΟΕ δεν θα έχει καν το δικαίωμα να υποβάλλει μηνυτήριες αναφορές προς τις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές για τα ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής που θα διαπιστώνει. Σε κάθε περίπτωση, τον τελικό λόγο για το εάν πράγματι διεπράχθη φοροδιαφυγή ή όχι, στις υποθέσεις που θα ερευνά η ΔΕΟΕ, θα εξακολουθούν να τον έχουν οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ (Ελεγκτικά Κέντρα και ΔΟΥ) προς τις οποίες η νέα αυτή υπηρεσία θα πρέπει να διαβιβάζει τα πορίσματά της, για επανέλεγχο, έκδοση πράξεων επιβολής φόρων-προστίμων και είσπραξη!
Μάλιστα, οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ προς τους οποίους θα διαβιβάζονται τα πορίσματα της ΔΕΟΕ θα έχουν δικαίωμα ακόμη και να απορρίψουν τα πορίσματά της και να τα στείλουν πίσω σ’ αυτήν χωρίς να τα λάβουν υπόψη τους! Ως εκ τούτου, ακόμη κι αν σε μία πορισματική έκθεση της ΔΕΟΕ στοιχειοθετούνται μεγάλα ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής, η τύχη των ελεγχομένων θα κρίνεται ουσιαστικά και αποκλειστικά από τους ελεγκτές της ΑΑΔΕ, οι οποίοι θα παραλαμβάνουν την έκθεση για να την αξιολογήσουν! Οι ίδιοι οι ελεγχόμενοι, μάλιστα, θα έχουν τη δυνατότητα και τον πρόσθετο χρόνο να προσκομίσουν νεότερα στοιχεία στους ελεγκτές της ΑΑΔΕ και να επιτύχουν την απαλλαγή τους από τις κατηγορίες που θα τους αποδίδουν τα πορίσματα της ΔΕΟΕ!
Ποια θα είναι η διαδικασία διενέργειας ερευνών
Οι διατάξεις του πολυνομοσχεδίου που καταδεικνύουν πόσο αποδυναμωμένη θα είναι η νέα υπηρεσία ερευνών ποινικών υποθέσεων φοροδιαφυγής προβλέπουν, συγκεκριμένα, ότι:
1 Ο εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ή ο αναπληρωτής του ή οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τον συνεπικουρούν θα παραγγέλλουν τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης στους ελεγκτές της υπηρεσίας για τη διερεύνηση τέλεσης αδικημάτων ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής και οποιωνδήποτε άλλων απολύτως συναφών οικονομικών εγκλημάτων στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της.
2 Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος (ΔΕΟΕ), μετά την παραγγελία του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, θα εκδίδει εντολές για τη διενέργεια ερευνών αρμοδιότητας της υπηρεσίας.
3 Οι ελεγκτές της ΔΕΟΕ θα διενεργούν έρευνα για τη διαπίστωση τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής και λοιπών οικονομικών εγκλημάτων. Τα πρόσωπα στα οποία θα αποδίδεται η τέλεση αξιόποινης πράξης, κατά τη διάρκεια των ερευνών, θα έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
4 Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, και μόνο εφόσον προκύπτουν ενδείξεις ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής, οι ελεγκτές της ΔΕΟΕ θα συντάσσουν πορισματική έκθεση, η οποία θα γνωστοποιείται προς τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και ακολούθως θα διαβιβάζεται στην ΑΑΔΕ μαζί με το φάκελο της υπόθεσης. Η πορισματική έκθεση θα πρέπει να είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη και αιτιολογημένη και να έχει συγκεκριμένο μορφότυπο, πληρώντας τα ελάχιστα αντικειμενικά κριτήρια ελέγχου που εφαρμόζει η ΑΑΔΕ.
5 Για τις ως άνω υποθέσεις που θα διαβιβάζονται στην ΑΑΔΕ θα ακολουθείται στη συνέχεια ειδική διαδικασία επανελέγχου από τις υπαγόμενες στην Ανεξάρτητη Αρχή αρμόδιες φοροελεγκτικές υπηρεσίες.
6 Η ΑΑΔΕ «διατηρεί την αρµοδιότητα φορολογικού ελέγχου των προσώπων για τα οποία διεξάγεται έρευνα από τη Διεύθυνση Ερευνών Οικονοµικού Εγκλήµατος».
7 Κατά την έκδοση της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ (το Ελεγκτικό Κέντρο ή η ΔΟΥ) θα μπορεί είτε να αφίσταται από την πορισματική έκθεση της ΔΕΟΕ είτε να μην εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, κατόπιν ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας, ιδίως:
α) Σε περίπτωση που στην πορισματική έκθεση της ΔΕΟΕ δεν έχουν ληφθεί υπόψη ή έχουν εφαρμοσθεί εσφαλμένα ερμηνευτικές εγκύκλιοι της ΑΑΔΕ επί των φορολογικών και τελωνειακών διατάξεων ή η νομολογία των δικαστηρίων ή οι αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (!).
β) Σε περίπτωση προσκόμισης νέων στοιχείων.
γ) Σε περίπτωση μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης της ΑΑΔΕ, όπως ισχύει ή δύναται να εξειδικεύεται.
8 Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών που προβλέπει η ειδική διαδικασία επανελέγχου, η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στη ΔΕΟΕ προς αξιολόγηση.
9 Σε περίπτωση μη επαρκούς στοιχειοθέτησης ή μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ δύναται να αναπέμψει στη ΔΕΟΕ αιτιολογημένα το φάκελο της υποθέσεως για περαιτέρω έρευνα από αυτήν. Ο χρόνος που απαιτείται για την εν λόγω διαδικασία δεν προσμετράται στην προθεσμία του ενός (1) μηνός που προβλέπει η ειδική διαδικασία επανελέγχου, για την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.
10 Στις περιπτώσεις που μετά την έρευνα που θα διενεργείται από τους ελεγκτές της ΔΕΟΕ δεν προκύπτουν ενδείξεις για την τέλεση αδικήματος ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής ή οποιουδήποτε άλλου αδικήματος, η υπόθεση θα αρχειοθετείται από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και πιθανολογούμενες παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας θα γνωστοποιούνται στην ΑΑΔΕ.
Ειδική διαδικασία επανελέγχου των υποθέσεων από την ΑΑΔΕ
1 Για τις υποθέσεις που θα διαβιβάζονται στην ΑΑΔΕ από τη ΔΕΟΕ, θα διενεργείται έλεγχος κατ’ απόλυτη προτεραιότητα. Η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ (το ΚΕΦΟΜΕΠ, το ΚΕΜΕΕΠ, η ΔΟΥ κ.λπ.) θα πρέπει να προβαίνει σε προσωρινό και οριστικό προσδιορισμό φόρου ως ακολούθως: Εντός μηνός από τη διαβίβαση της πορισματικής έκθεσης της υπηρεσίας, των σχετικών εγγράφων και των προσκομισθέντων από τον ελεγχόμενο στοιχείων, θα κοινοποιεί εγγράφως στο φορολογούμενο αντίγραφο αυτής, σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα της έρευνας και τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου, βάσει της πορισματικής έκθεσης της υπηρεσίας.
2 Ο φορολογούμενος θα μπορεί να λαμβάνει αντίγραφα των εγγράφων στα οποία βασίζεται ο διορθωτικός προσδιορισμός φόρου και να διατυπώσει εγγράφως τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου εντός είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της έγγραφης γνωστοποίησης.
3 Η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ θα πρέπει να εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογουμένου, ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλλει τις απόψεις του, στην εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο. Το εν λόγω διάστημα δύναται να παρατείνεται αιτιολογημένα για ένα (1) επιπλέον μήνα ανάλογα με την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, κατόπιν έγγραφης ενημέρωσης προς την υπηρεσία.
4 Σε περίπτωση που εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στην υπηρεσία προς αξιολόγηση. Η υπηρεσία υποχρεούται να αποστείλει στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ εγγράφως τις απόψεις της επί των νέων αυτών στοιχείων σε προθεσμία ενός μήνα από την ημερομηνία λήψης του φακέλου. Εφόσον ο φορολογούμενος προσκομίσει εμπρόθεσμα νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ, ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται στα δύο προηγούμενα εδάφια δεν θα προσμετράται στην προαναφερόμενη προθεσμία των τριών (3) μηνών για την έκδοση της οριστικής πράξης προσδιορισμού φόρου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει συνολικά τους τέσσερις ή, κατόπιν αιτιολογημένης παράτασης, τους πέντε μήνες από τη λήψη των νέων αυτών στοιχείων από την ΑΑΔΕ!
5 Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου θα εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία θα συντάσσει η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της ΑΑΔΕ και θα περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις που έλαβε υπόψη της για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου θα κοινοποιούνται στο φορολογούμενο.
6 Οι λεπτομέρειες των διαδικασιών εφαρμογής όλων των παραπάνω θα καθοριστούν με απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΑΙΤΣΑΚΗΣ
[email protected]
Από το ένθετο Οικονομία της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]