Με βάση την απόφαση αυτή, όσοι φορολογούμενοι έχουν ρυθμισμένες οφειλές προς την εφορία και θέλουν είτε να εισπράξουν χρήματα από το Δημόσιο είτε να πωλήσουν ακίνητα θα μπορούν να λαμβάνουν αποδεικτικά ενημερότητας ή βεβαιώσεις οφειλής με μικρότερα ποσοστά παρακράτησης επί των απαιτήσεών τους, εφόσον έχουν εξοφλήσει ήδη μέσω των ρυθμίσεών τους σημαντικό μέρος των οφειλών τους. Επιπλέον, όσοι οφειλέτες του Δημοσίου θέλουν να πωλήσουν ακίνητα, για να σβήσουν μέρος ή και ολόκληρο το χρέος τους προς την εφορία, θα μπορούν τώρα να το κάνουν ευκολότερα, καθώς, σε κάθε τέτοια περίπτωση, για την έκδοση της βεβαίωσης οφειλής θα λαμβάνεται υπόψη το πραγματικό τίμημα που πρόκειται να εισπραχθεί και όχι η αντικειμενική αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, η οποία σε πολλές περιπτώσεις είναι υψηλότερη από την πραγματική αξία πώλησης.
Οι αλλαγές
Αναλυτικά, με τη νέα απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές:
1 Οταν εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εξ επαχθούς αιτίας και ο φορολογούμενος, ο οποίος ζήτησε το αποδεικτικό, έχει οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, τα ποσοστά παρακράτησης μέρους της εισπραττόμενης απαίτησης θα προσδιορίζονται αυτόματα βάσει κλίμακας στην οποία θα λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αποπληρωμής των ρυθμισμένων οφειλών.
Ειδικότερα, τα ποσοστά παρακράτησης επί του εισπραττόμενου ποσού θα ανέρχονται σε:
* 10% όταν έχει καταβληθεί μέσω ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του 70% της ρυθμισμένης οφειλής,
* 30%, όταν έχει καταβληθεί μέσω ρύθμισης ποσό μεγαλύτερο του 50% της ρυθμισμένης οφειλής.
* 50%, όταν έχει καταβληθεί μέσω ρύθμισης ποσό άνω του 30% της ρυθμισμένης οφειλής, και
* 70% όταν το αποπληρωμένο ποσό μέσω ρύθμισης είναι κάτω του 30% της ρυθμισμένης οφειλής.
Τα παραπάνω κλιμακωτά ποσοστά θα μπορούν να αυξηθούν, υπό προϋποθέσεις, έως και 20 ποσοστιαίες μονάδες, κατόπιν ειδικής αιτιολογίας.
2 Μειώνεται ο αριθμός των δόσεων ρύθμισης, που ορίζονται ως ελάχιστα όρια ποσών παρακράτησης επί των απαιτήσεων των οφειλετών, από τρεις σε δύο δόσεις, εάν οι εναπομένουσες δόσεις της ρύθμισης είναι λιγότερες των 12, και από πέντε σε τέσσερις δόσεις, εάν οι εναπομένουσες δόσεις της ρύθμισης είναι περισσότερες από 12.
3 Στις περιπτώσεις οφειλετών που εισπράττουν περιοδικές απαιτήσεις, η παρακράτηση μέρους της εισπραττόμενης απαίτησης ορίζεται σε 10%. Για εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή άνω των 5.000 ευρώ τίθεται ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με μία δόση και για εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή άνω των 20.000 ευρώ ορίζεται ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με δύο δόσεις ρύθμισης.
4 Σε περίπτωση πώλησης ακινήτου από φορολογούμενο με ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Δημόσιο, κατά την έκδοση της βεβαίωσης οφειλής, η οποία επέχει θέση αποδεικτικού ενημερότητας, εφόσον το τίμημα που συμφώνησε να εισπράξει ο οφειλέτης του Δημοσίου υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, η διασφάλιση της οφειλής περιορίζεται στη διαφορά ανάμεσα στο τίμημα και την αντικειμενική αξία. Με τον τρόπο αυτόν διευκολύνονται οι συναλλαγές επί ακινήτων φορολογούμενων, οι οποίοι βρίσκονται σε δυσχερή ταμειακή θέση και οι οφειλές τους δεν εξοφλούνται πλήρως με το τίμημα, ενώ ταυτόχρονα επιτυγχάνεται η είσπραξη των βεβαιωμένων οφειλών.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΑΙΤΣΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου