Από 1ης/1/2019 το επίδομα συζύγου καταργείται, τα δε επιδόματα τέκνων χορηγούνται με εισοδηματικά κριτήρια από τον ΟΓΑ. Για να πάρει ένας συνταξιούχος επίδομα 1ου ανήλικου παιδιού από το 2019 θα πρέπει να έχει οικογενειακό εισόδημα κάτω των 9.000 ευρώ. Σήμερα το παίρνει χωρίς κριτήρια.
Επίσης οι καταβαλλόμενες συντάξεις θα επανυπολογιστούν «και από την 1η/1/2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον (επαν)υπολογισμό τους, το υπερβάλλον ποσό περικόπτεται. Το ποσό που περικόπτεται δεν μπορεί να υπερβαίνει το 18% της καταβαλλόμενης κύριας (σ.σ.: αλλά και της επικουρικής) σύνταξης». Τυχόν υπόλοιπο που απομένει μετά τη μείωση ως 18% καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά που εξαλείφεται με τις κατ’ έτος αυξήσεις συντάξεων που θα έρθουν (αν έρθουν) από 1/1/2022 και μετά. Εδώ όμως παρεμβάλλεται το άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 4387/2016 που λέει ότι ανά τριετία από 1ης/1/2017 το ασφαλιστικό θα μετρά τις αντοχές του και αν οι δαπάνες αυξάνονται πέραν του 2,5% του ΑΕΠ, θα κόβονται (ξανά) οι συντάξεις.
Η… χασούρα
Η διάταξη με παραδείγματα σημαίνει ότι:
* Συνταξιούχος Δημοσίου που παίρνει σήμερα πριν από το φόρο κύρια σύνταξη 1.570 ευρώ και έχει επίδομα συζύγου 35 ευρώ το μήνα ή και επίδομα 120 ευρώ για ένα ανήλικο και ένα ανάπηρο παιδί έχει συνολικό μηνιαίο εισόδημα 1.725 ευρώ. Με τη νέα διάταξη, η σύνταξη θα επανυπολογιστεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα επιδόματα. Με μια μέση μείωση κατά 17% μετά τον επανυπολογισμό (αντί 18% που είναι το πλαφόν), η νέα σύνταξη βγαίνει στα 1.303 ευρώ με προσωπική διαφορά 267 ευρώ.
Από την κατάργηση των επιδομάτων όμως την 1η/1/2019 θα έχει πρόσθετη απώλεια εισοδήματος κατά 35 ευρώ, αν παίρνει μόνο επίδομα συζύγου, οπότε η συνολική μείωση αποδοχών θα είναι 302 ευρώ (267 ευρώ από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς και 35 ευρώ από την κατάργηση του επιδόματος συζύγου). Η συνολική περικοπή στις μηνιαίες του αποδοχές θα είναι 19%, παρότι η μείωση της σύνταξης με τον επανυπολογισμό είναι 17%. Αν παίρνει και επίδομα τέκνων (120 ευρώ), θα χάσει 422 ευρώ, δηλαδή συνολική μείωση 24%.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΙΚΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου