Τι έχει συμβεί;
Ολα ξεκινούν όταν η γιαγιά, από την πλευρά του πατέρα, της μικρής Μαρίας ξαναπαντρεύεται και ζει με τον νέο της σύζυγο κοντά στο σπίτι των παιδιών και των εγγονών της σε χωριό βόρεια της Ζακύνθου. Παρότι η οικογένεια έχει και ένα δεύτερο παιδί, τον μικρό Δημήτρη, ο θετός παππούς δείχνει ιδιαίτερη συμπάθεια στη Μαρία, περνούν αρκετή ώρα μαζί, την πηγαινοφέρνει στο νυχτερινό δημοτικό σχολείο, ενώ μετά τους σεισμούς, τον Αύγουστο του 1953, που ισοπεδώνουν το νησί, ουσιαστικά συμβιώνουν όλοι μαζί.
Σύμφωνα με την ίδια, είναι μόλις 13 ετών, όταν δέχεται για πρώτη φορά σεξουαλική κακοποίηση από τον παππού της, η οποία στη συνέχεια εξελίσσεται σε ερωτική σχέση.
Ο αρρωστημένος δεσμός συνεχίζεται, όταν πριν από την ενηλικίωσή της ο ηλικιωμένος επιχειρεί να τη θέσει υπό τον έλεγχό του με άλλο τρόπο. Ζητά από τους γονείς της να παντρευτεί τον εγγονό του αδελφού του, αλλά ο πατέρας αρνείται, γιατί ο τελευταίος κατηγορείται για απόπειρα δολοφονίας.
Η πατρική άρνηση για γάμο, τα πρώτα σχόλια πίσω από τις κλειστές πόρτες στο χωριό για το είδος της σχέσης παππού-εγγονής και ο φόβος ότι αυτά αργά ή γρήγορα θα φτάσουν στον πατέρα, που οπλοφορεί, οδηγούν τον ηλικιωμένο στο επόμενο σχέδιο. Πείθει τη Μαρία ότι, αν απαλλαγεί από την οικογένειά της, θα παντρευτεί το συγγενικό του πρόσωπο, θα ζήσουν και οι τρεις μαζί, ενώ θα της γράψει και την περιουσία του…
Ετσι, τον Ιούλιο του 1957, η κόρη ρίχνει δύο φορές αρσενικούχο νάτριο (φάρμακο κατά του δάκου της ελιάς) στο φαγητό του 45χρονου πατέρα της, ο οποίος την πρώτη φορά γλιτώνει, αλλά τη δεύτερη πεθαίνει μέσα σε φρικτούς πόνους. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους κάνει το ίδιο στο φαγητό του 17χρονου αδελφού της, με αντίστοιχο τραγικό αποτέλεσμα, ενώ τρεις μήνες μετά επιχειρεί το ίδιο και στη μητέρα της.
Αυτήν τη φορά όμως παρεμβαίνει ο αδελφός της 42χρονης μητέρας, Γιώργος, ο οποίος, αφού πρώτα τη μεταφέρει σε νοσοκομείο της Πάτρας, όπου έπειτα από μηνιαία νοσηλεία διασώζεται, εν συνεχεία αναφέρει τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά στην Ασφάλεια Πατρών.
Οι αντίστοιχες Αρχές της Ζακύνθου ανακρίνουν την, ενήλικη πια, Μαρία, που αρχικά αρνείται τα πάντα, αλλά εν συνεχεία οι χωροφύλακες τη βλέπουν να πετά ένα δέμα από το παράθυρο του σπιτιού της. Ανοίγοντάς το ο χωροφύλακας που την παρακολουθεί διαπιστώνει ότι πρόκειται για φυτοφάρμακο κατά του δάκου. Το κουβάρι της φρίκης αρχίζει να ξετυλίγεται…
ΦΩΤΟ 1:Ο καταστροφικός σεισμός της Ζακύνθου, το καλοκαίρι του 1953, οδηγεί σε πολλές οικογενειακές συμβιώσεις, μόνο που εδώ τα αποτελέσματα είναι τραγικότερα του σεισμού…, ΦΩΤΟ 2, 3: Η «φαρμακεύτρια» της Ζακύνθου και ο παππούς-εραστής στην αίθουσα του δικαστηρίου, ΦΩΤΟ 4, 5, 6: Οπως είναι φυσικό, η δίκη, τον Φεβρουάριο του 1959, στην Πάτρα στρέφει πάνω της όλα τα φώτα της δημοσιότητας, ΦΩΤΟ 7: Αποσπάσματα από τα γράμματα που έστελνε η Μαρία στη μητέρα και στον θείο της πριν από την έναρξη της δίκης, όπως δημοσιεύονται σε εφημερίδες της εποχής.
Η δίκη και τα γράμματα στη μητέρα
Η δίκη ξεκινά τον Φεβρουάριο του 1959 στο Κακουργιοδικείο Πατρών και είναι η πρώτη μεταπολεμική δίκη στην πόλη, αφού το κτίριο ήταν κατεστραμμένο από βομβαρδισμό στη διάρκεια της Κατοχής. Στο ειδώλιο κάθονται η 19χρονη και ο 75χρονος παππούς της. Η νεαρή («χαριτωμένη» κατά τις εφημερίδες) ομολογεί όλους τους φόνους, εκτός το ότι σκότωσε έναν σκύλο και δύο προβατίνες που βρίσκονται στο σπίτι και τις ερωτικές σχέσεις με συγχωριανούς που της αποδίδονται, αλλά ρίχνει όλες τις ευθύνες στον ηλικιωμένο, λέγοντας, μάλιστα, ότι βρίσκεται εκεί στη διάρκεια των φόνων για να την εμψυχώνει… Ο τελευταίος αρνείται τα πάντα, επικαλούμενος, μάλιστα, ότι λόγω ηλικίας δεν μπορεί να έχει ερωτικές σχέσεις. Ομως, κανένας δεν πείθει το δικαστήριο, που τους καταδικάζει σε δις ισόβια για τους φόνους και 20ετή κάθειρξη για την απόπειρα δολοφονίας της μητέρας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από την έναρξη της δίκης η Μαρία στέλνει συνεχώς γράμματα στη μητέρα και στον θείο της, ζητώντας συγγνώμη για τις πράξεις της, ενώ ζητά και τη βοήθειά της εν όψει της ακροαματικής διαδικασίας:
«Απάνω σε αυτό το χαρτί με τρεμάμενο χέρι θέλω να σου γράψω αυτά που αισθάνομαι. Μητέρα, έρχομαι κι εγώ να σου ζητήσω να με συγχωρέσεις δι’ όλα τα σφάλματά μου. Ερχομαι σαν ένα έρημο πουλί που δεν ευρίσκει να ακουμπήσει, έτσι κι εγώ βρέθηκα ολομόναχη στον κόσμο, δίχως κανένα στήριγμα και όλα αυτά τα οφείλω στην παιδική μου αφέλεια και πίστεψα αυτόν που τόσα χρόνια είχαμε στο σπίτι μας. Κανονικά αυτός είναι ο καταστροφεύς του σπιτιού μας και όχι εγώ που είμαι κομμάτι από τον εαυτόν σου, από την ίδια ψυχή».
Ειδήσεις σήμερα
Θλίψη: Πέθανε ο Δάκης – Πάλεψε γενναία μέχρι το τέλος
Ελληνοτουρκικά-Ανάλυση: Μέχρι που είναι διατεθειμένος να φτάσει ο Ερντογάν
Ιράν: Αγωνία και διπλωματικός πυρετός για την απελευθέρωση των ναυτικών των ελληνικών τάνκερ