Το, είκοσι μέτρων μήκους και πέντε πλάτους “αρχηγείο” του Σίμου βρίσκεται σε ένα μισογκρεμισμένο ξύλινο παράπηγμα στη περιοχή του Ψυρρή (δίπλα στο σημερινό θέατρο ΗΒΗ) όπου για να φτάσεις στον κυρίως χώρο -που είναι το 5χ5 πατάρι- πρέπει να ανέβεις μια στενή κάθετη αερόσκαλα, να περάσεις μπουσουλώντας από μια μικρή καταπακτή ώστε, τελικά, να βρεθείς μπροστά στο σουρεαλιστικό υπερθέαμα :στο πάτωμα ραπτομηχανές, καθίσματα αυτοκινήτων και σπασμένες καρέκλες, στον ξύλινο γεμάτες χαραμάδες, τοίχο πίνακες, ποιήματα, ατάκες του τύπου: “Η κατάστασις είναι κρίσιμος αλλά όχι απελπιστική” ή “Άν απελπιστείς, μην απελπίζεσαι” μαζί με σφυριά και σκεπάρνια, παράθυρα χωρίς τζάμια και παντζούρια, ενώ από το μισογκρεμισμένο ταβάνι κυριαρχούν οι σαμπρέλες αυτοκινήτων, που, στην ανάγκη, αξιοποιούνται και ως καθίσματα…
Οργανωτής αυτού του χάους είναι ο Σίμος Τσαπνίδης, ένας καλόκαρδος λαϊκός φιλόσοφος που τονίζει πάντα την καταγωγή του από τη Σινώπη του Πόντου, τόπο γέννησης του γνωστού αρχαίου κυνικού φιλοσόφου Διογένη. Στον Σίμο παραχωρείται μια ετοιμόρροπη κατασκευή στην οποία ασκεί το αρχαίο επάγγελμα του πολυτεχνίτη. Άλλοτε τσαγκάρης που βάζει την πινελιά του στα επιδιορθωμένα παπούτσια προσθέτοντάς τους μια κόκκινη ρίγα, και άλλοτε ως εργαστήριο κατασκευής και επιδιόρθωσης σαλονιών αυτοκινήτων τον χειμώνα που μετατρέπεται σε εργαστήριο ομπρελών θαλάσσης το καλοκαίρι. Στις αρχές της δεκαετίας του 50 ο Σίμος καταργεί τα στεγανά μεταξύ δουλειάς και διασκέδασης και μαζί με τους Μιχάλη Χαλκιαδάκη –ή Χάλκης-και Κυριάκο Χατζηγεωργίου-ή Τζότζος ή Τζο-δημιουργεί ένα χώρο διονυσιακής ψυχαγωγίας και φιλοσοφικής αναζήτησης.
Το εκκεντρικό ντύσιμό τους που κυριαρχεί ο αντισυμβατικός αυτοσχεδιασμός (πολλά χρώματα, μούσια, ναπολεόντεια καπέλα, γραβάτες από εφημερίδα, ημίγυμνοι το καλοκαίρι), μαζί με τον ανέμελο τρόπο ζωής τους, κάνει την αρχική ολιγομελή παρέα των υπαρξιστών να μεγαλώσει σύντομα. Διοργανώνουν συχνές εκδρομές με ένα απαρχαιωμένο τζιπ που ονομάζεται “ιπτάμενο γαϊδούρι”, στις οποίες διοργανώνουν παλαιστικούς αγώνες, ξιφομαχία και χορούς μέχρι τελικής πτώσεως, με το νικητήριο ζευγάρι να κερδίζει μια ρέγκα, η οποία κάποιες φορές συνοδεύεται με γιαούρτι…
Όμως η μεταπολεμική καταχνιά δεν επιτρέπει τέτοιου είδους ανεξέλικτες παρεκτροπές. Τον Ιανουάριο του 1954 η Γενική Ασφάλεια εισβάλει στο χώρο, συλλαμβάνει τους παρευρισκόμενους κατηγορώντας τους για συμμετοχή σε όργια και κλείνει την παράγκα, Στη δίκη που ακολουθεί αρκετό διάστημα μετά, παρά τα σαθρά αποδεικτικά στοιχεία όπως “πίνακες με γυμνά, ποιήματα που εξυμνούν τον έρωτα, αγόρια και κορίτσια που καπνίζουν στο πάτωμα”, το δικαστήριο αποφασίζει το οριστικό κλείσιμο του χώρου αφού “η λειτουργία του συλλόγου απέβη παράνομος, ανήθικος και αντίθετος προς την δημοσίαν τάξιν”, ενώ ενοχοποιεί ένα …ποίημα στον τοίχο γιατί “το περί ελευθέρου έρωτος ποίημα κεντρίζει την αυτόθι συχνάζουσα και δη ανήλικον νεολαία προς ην φιληδονίαν και την σωματικήν και ηθικήν διαφθοράν”. Το τέλος της μεταπολεμικής αθωότητας έχει έρθει…
Ειδήσεις σήμερα
Σασμός: Οι δυο πιο τραγικές σκηνές της χρονιάς, πριν παιχτούν στην τηλεόραση
Κυνηγώντας την Αντζελίνα Τζολί – «Άρωμα» Χόλυγουντ στο Κατάκολο [Βίντεο]