Γράφει ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος
Ηταν από τους λίγους μητροπολίτες που συνδύασαν την ενεργό συμμετοχή στον Αγώνα με τα ποιμαντικά τους καθήκοντα.
Ο Σαλώνων Ησαΐας, αμέσως μετά την ορκωμοσία στη Μονή του Οσίου Λουκά, κρέμασε τα άμφιά του, πολέμησε τους Τούρκους και έπεσε ηρωικά.
Ο Γερμανός ενέπνευσε τους αγωνιστές, συγκέντρωσε πολλούς και τους καθοδηγούσε, συμμετέσχε σε σχέδια μαχών, αλλά όπλο δεν σήκωσε να σκοτώσει.
Παράλληλα λειτουργούσε, κήρυττε, έγραφε εγκυκλίους και επιστολές. Ακάματος και ικανότατος στον πόλεμο και στην πένα.
Ο Φρανσουά Πουκεβίλ, πρόξενος της Γαλλίας στην Πάτρα (1814-1816), μακριά από φθόνους και συμπλέγματα, γράφει για τον Γερμανό, με τον οποίο είχε πολλές συζητήσεις:
«Το υπέρτατο εκκλησιαστικό αξίωμα στην Πελοπόννησο είχε ο Γερμανός, άνδρας βαθυστόχαστος, έχων άριστες εκκλησιαστικές γνώσεις και κατέχων τα της κοσμικής επιστήμης…
Είχε την φρόνηση του Σωκράτη και ήτο κάτοχος της γλώσσης του Πλάτωνος, την οποία μιλούσε με γλυκύτητα… Πλην της εκκλησιαστικής Παιδείας, ήταν εγκρατής και της γαλλικής φιλολογίας. Οι ομιλίες του ήσαν πειστικότατες και φαίνονταν θεόπνευστες.
Ντεγκρέτσια: Η αμηχανία ενός επώνυμου με ονομασία προέλευσης... - Η μακρά ιστορία από την αρχή
Η φαντασία του ζωηρή και η πίστη του ακράδαντη. Φαινόταν ότι ήταν εκ των μαρτύρων εκείνων, τους οποίους αμείβει μόνον ο ένδοξος θάνατος εν μέσω αγώνων υπέρ πίστεως και πατρίδος» (Fr. Pouqueville «Histoire de la Regeneration de la Grece» (Ιστορίατης Αναγέννησης της Ελλάδος) Impimerie Firmin Didot, 1824, Tome II, p. 320. Σημ.: σε ελεύθερη μετάφραση).
Ο Γερμανός γεννήθηκε στην ονομαστή Δημητσάνα, που πρόσφερε στο Έθνος μεγάλες υπηρεσίες, στον Αγώνα με το μπαρούτι που παρήγε και στην Εκκλησία τρεις πατριάρχες και εβδομήντα μητροπολίτες και επισκόπους. Η παράδοση θέλει σημαδιακή τη γέννηση και τη νηπιακή του ηλικία. Γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1771, ημέρα Μεγάλη Παρασκευή. Το λαϊκό όνομά του Γεώργιος Γκόζιας. Ο πατέρας του, Ιωάννης, χρυσοχόος και αγρότης.
Στη νηπιακή ηλικία έπιασε με το χέρι του από το κεφάλι φίδι που ανέβηκε πάνω του (σημ.: από τον πρόλογο του Γ.Ι. Παπούλα στα «Απομνημονεύματα» του Π.Π. Γερμανού, Εκδ. 1900, σελ. 8 και 9).
Ηταν φιλομαθής και εξαίρετος μαθητής, είχε όμως και ικανούς δασκάλους στην εκκλησιαστική και στη θύραθεν Παιδεία. Μεταξύ αυτών, στην Κωνσταντινούπολη τον μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Αγιο Δωρόθεο Πρώιο, που οι Τούρκοι τον απαγχόνισαν στα Θεραπειά, στις 3 Ιουνίου 1821. Ο Πρώιος άφησε μέγα έργο κυρίως στα Μαθηματικά. Επίσης είχε ικανότητα στην εκμάθηση ξένων γλωσσών.
Ο Αγιος Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ καταγόταν επίσης από τη Δημητσάνα και ήταν θείος του Γερμανού. Τον πήρε κοντά του στη Βασιλεύουσα και ο Γερμανός εξελέγη μητροπολίτης της Πάτρας το 1806. Εκτοτε αφιερώνει όλες τις δυνάμεις του στο έθνος και στην αναγέννησή του εκ της τέφρας.
Ο Π.Π. Γερμανός αγαπούσε και θαύμαζε τον Ρήγα τον Βελεστινλή, τον είχε ως πρότυπό του και συναισθανόταν την υποχρέωση να συνεχιστεί ο αγώνας του και να πραγματοποιηθούν τα οράματά του. Στα «Απομνημονεύματά» του γράφει:
«Περί τα τέλη του ΙΗ’ αιώνος ανεφάνη εις τολμηρός ανήρ, Ρήγας ονομαζόμενος, όστις εστοχάσθη να ενσπείρη γενικώς εις το έθνος των Ελλήνων τον ενθουσιασμόν της ελευθερίας και επέτυχε να εφελκύση πολλούς και εκλεκτούς μεθ’ εαυτού…
Αλλ’ ανακαλύψασα το τοιούτον η αουστριακή διοίκησις παρέδωκεν αυτόν και τινάς οπαδούς του εις τας τυραννικάς χείρας των Οθωμανών, οίτινες τους κατέσφαξαν. Και αυτοί μεν οι αείμνηστοι απέθανον, ο δε υπέρ ελευθερίας σπινθήρ δεν εσβέσθη εις τας καρδίας των Ελλήνων…» (Εκδ. 1900, σελ. 16).
Η υπηρεσία του Γερμανού στον Αγώνα ήταν πολλαπλή, ποιμαντική, στρατιωτική, εθνική, διπλωματική και εκκλησιαστική. Στη Φιλική Εταιρεία μυήθηκε στο τέλος του 1818 και αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα τις αρχές της.
Επιπλέον μύησε με τη σειρά του τους επισκόπους Κερνίτζης Προκόπιο και Χαριουπόλεως Βησσαρίωνα, καθώς και τους προεστούς Λόντο και Ζαΐμη. Στη μυστική σύσκεψη της Βοστίτσας (Αιγίου), από 26 έως 29 Ιανουαρίου 1821, ήλθε σε οξεία λεκτική αντιπαράθεση με τον Παπαφλέσσα.
Ησαν δύο διαφορετικοί χαρακτήρες, με αλλιώτικη αντίληψη ο καθένας ως προς την εκκλησιαστική τάξη και το χειρισμό της Επανάστασης.
Ο Παπαφλέσσας, ενθουσιώδης και ως πληρεξούσιος του Υψηλάντη, επέστρεψε στην Πελοπόννησο με σκοπό την άμεση έναρξη της Επανάστασης. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε κάθε τρόπο, ακόμη και ψέματα. Ο Γερμανός δεν δέχθηκε τα όσα είπε και ήρθε σε οξύτατη λεκτική σύγκρουση μαζί του. Πάντως, τελικά αποφασίστηκε «η ετοιμασία να εξακολουθεί δραστηρίως διά την Επανάστασιν…».
Σημειώνεται ότι ως Φιλικός ο Γερμανός γνώριζε τα περί της 25ης Μαρτίου και εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι ηγήθηκε της έναρξης του Αγώνα για την ανεξαρτησία. Ως επαναστάτης, ο Παλαιών Πατρών ηγήθηκε οπλοφόρων, εισήλθε στην Πάτρα, την απελευθέρωσε, πιθανότατα στις 25 Μαρτίου, και έστησε σταυρό στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, τον οποίο ασπάσθηκαν οι πολεμιστές με ενθουσιασμό και κραύγασαν: «Ζήτω η ελευθερία!
Και εις την Πόλιν να δώση ο Θεός» (Σπ. Τρικούπη Ιστορία, Α’ Τόμος σ. 53-54). Από τη Λαύρα των Καλαβρύτων, την Πάτρα, την Καλαμάτα, τη Μάνη, την Τσακωνιά άρχισε ο σκληρός Αγώνας κατά των Οθωμανών, για την απελευθέρωση των Ελλήνων.
Ως εθνικός ηγέτης, ο Γερμανός λυπόταν για τη διχόνοια και επιχείρησε πολλές φορές την εθνική συμφιλίωση. Σε επιστολή του προς τον πρόεδρο του Εκτελεστικού Γ. Κουντουριώτη, στις 14 Οκτωβρίου 1824, επισημαίνει:
«Η πατρίς πάσχει κακώς, επαπειλείται εμφύλιος πόλεμος, του οποίου τα ολέθρια αποτελέσματα… συμπεραίνει κάθε φρόνιμος άνθρωπος… χρειάζεται ένωσις διά να επιτύχωμεν του σκοπού διά τον οποίον ερριψοκινδύνευσε το έθνος… διά το όνομα του Θεού, διά την αγάπην της Πατρίδος, σπεύσατε, προφθάσατε να αναχαιτισθή το κακόν…». (Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτου, Τόμος Γ’ 335). Αγωνιζόμενος για τη συμφιλίωση και για να μην παραιτηθεί ο Υψηλάντης, ο Γερμανός ταπεινώνεται, κλίνει γόνυ ικέτη και ζητεί να ασπασθεί το χέρι του.
Ο Υψηλάντης λυγίζει από την ενέργεια του δεσπότη και δεν αποχωρεί. Ο Φιλήμων περιγράφει τη σκηνή και τη χαρακτηρίζει «ζωγραφικωτάτη και συγκινητικωτάτη» (Ιω. Φιλήμονος «Δοκίμιον Ελληνικής Επαναστάσεως, Τόμ. Δ’, σελ. 197). Ο Γερμανός, στις 25 Μαρτίου 1821, από την Πάτρα συντάσσει εκ μέρους των αγωνιστών έγγραφο, που επιδίδεται στους προξένους της πόλης:
«Ημείς, το Ελληνικόν Εθνος των Χριστιανών, βλέποντες ότι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει τον όλεθρον εναντίον μας… απεφασίσαμεν σταθερώς ίνα αποθάνωμε ή να ελευθερωθώμεν…». Η δημοτική μούσα απαθανάτισε τον ηγετικό ρόλο του Γερμανού: «Χαρά που τόχουν τα βουνά… σαν βλέπουν τον Γερμανό, της Πάτρας τον Δεσπότη, να βλογάει τ’ άρματα, να εύχεται τους λεβέντες».
Από την έντυπη έκδοση