Η ιστορική αυτή περίοδος χαρακτηρίζεται από αισιόδοξο πνεύμα, διεθνή πολιτική σταθερότητα και σημαντικά επιτεύγματα στους τομείς της τεχνολογίας (2η Βιομηχανική Επανάσταση, εφευρέσεις φωνογράφου, φωτογραφίας, κινηματογράφου, ασυρμάτου, κινητήρα εσωτερικής καύσης που οδηγεί στα αεροπλάνα και τα αυτοκίνητα κ.λπ.) και των τεχνών (ιμπρεσιονισμός, εξπρεσιονισμός, νατουραλισμός).
Την ίδια εποχή, αντίστοιχο κλίμα αισιοδοξίας επικρατεί και στην Ελλάδα. Η χώρα από το 1878 μπορεί να δανείζεται και πάλι ελεύθερα από τις διεθνείς αγορές, το δανεικό χρήμα ρέει άφθονο, αλλά ελάχιστοι δίνουν σημασία στα ληστρικά επιτόκια του 8% και την αποπληρωμή τους. Πρώτο δείγμα του αέρα ανανέωσης και αισιοδοξίας που επικρατεί αποτελεί η κατακόρυφη αύξηση μαγαζιών αναψυχής, αφού δημιουργούνται δεκάδες καφενεία και ζαχαροπλαστεία, που αποτελούν τους χώρους νεανικών και οικογενειακών εξορμήσεων.
Σημαντικές αλλαγές πραγματοποιούνται στη λογοτεχνία, που ανανεώνεται αντικαθιστώντας τον ρομαντισμό -συνέπεια της αρχαιολατρίας των προηγούμενων χρόνων- με τον ρεαλισμό. Παράλληλα, οι υποστηρικτές του δημοτικισμού θέτουν τις βάσεις για τη μετέπειτα κυριαρχία της δημοτικής γλώσσας έναντι της -αποκομμένης από τον λαό- αρχαΐζουσας. Κυρίαρχες παρουσίες των νέων τάσεων αποτελούν, μεταξύ πολλών άλλων, οι Γιάννης Ψυχάρης, Κωστής Παλαμάς, Αλέξανδρος Πάλλης και Γεώργιος Δροσίνης.
Αλλά και ο θεατρικός χώρος δεν μένει ανεπηρέαστος από τις αλλαγές. Εισάγεται στις παραστάσεις ο ρόλος του σκηνοθέτη, αφού μέχρι τότε ο ρόλος αυτός παίζεται από τον θιασάρχη ή από τους ίδιους τους ηθοποιούς. Δημιουργείται το 1900 η Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου, που διδάσκει την υποκριτική τέχνη, η οποία μέχρι τότε αποτελεί αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού ερασιτεχνών. Μεταξύ των πρώτων 28 επιτυχόντων στις εξετάσεις (18 άντρες και 10 γυναίκες) συναντάμε ονόματα όπως των Αιμιλίου Βεάκη, Μήτσου Μυράτ, Κυβέλης, αλλά και της μετέπειτα ποιήτριας Μυρτιώτισσας. Το 1901 ξεκινά η «Νέα Σκηνή» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, που βάζει ανεξίτηλη σφραγίδα στα θεατρικά δρώμενα της περιόδου. Τα μεγάλα ονόματα που μεσουρανούν στη θεατρική σκηνή είναι η Ευαγγελία Παρασκευοπούλου και η Αικατερίνη Βερώνη, με την πρώτη να έχει λαϊκή αποδοχή ανάλογη των σημερινών σταρ, με τους θαυμαστές να τη συνοδεύουν μετά την παράσταση στο ξενοδοχείο, ενώ απομακρύνονται μόνο όταν εκείνη τους το ζητά βγαίνοντας στο μπαλκόνι…
Στα μεγάλα κατασκευαστικά έργα της περιόδου έχουμε κατασκευή του Ισθμού της Κορίνθου, δημιουργία σιδηροδρόμου στην πρωτεύουσα, επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου μέχρι τη Θεσσαλία, κατασκευές Προεδρικού Μεγάρου, Εθνικού Θεάτρου, Δημαρχιακού Μεγάρου, Πολυτεχνείου και των νοσοκομείων «Ευαγγελισμός» και «Δρομοκαΐτειο» στην πρωτεύουσα. Οπως και πρόσφατα, η περίοδος αυτή κορυφώνεται με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μόνο που τότε δεν έχουμε μία, αλλά δύο διοργανώσεις… Παρότι η χώρα προέρχεται από τη χρεοκοπία του 1893 και τη στρατιωτική ήττα στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, φιλοξενεί με επιτυχία τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, αλλά και τους Μεσοολυμπιακούς, που είναι γνωστοί και ως Μεσολυμπιάδα, μόλις δέκα χρόνια μετά.
Η νέα εποχή διά χειρός Σουρή
Καλύτερη καταγραφή των αλλαγών που γίνονται στην πρωτεύουσα εκείνη την περίοδο δεν μπορεί να είναι άλλη από εκείνη του Γεωργίου Σουρή. Με αφορμή την επίσκεψη στην πρωτεύουσα μιας Γαλλίδας επίσημης τον Φεβρουάριο του 1901, ο ποιητής του «Ρωμηού» την «ξεναγεί», περιγράφοντας και καταγράφοντας, με τον γνωστό γλαφυρό του τρόπο, την παλιά Αθήνα που φεύγει, αλλά και εκείνη της νέας εποχής που ανατέλλει.
«Πλην προς το μνήμα στρέψατε του πάλαι Φιλοπάππου,
που τώρα αναδασώνεται και σπέρνουν κάπου -κάπου.
Εντός ολίγου θα γενεί το δάσος της Βουλώνης,
που θα προσέχεις ευγενώς να μην το βεβηλώνεις,
και σύνδενδροι και κρεμαστοί της Βαβυλώνος κήποι,
και μοναχά της γνώσεως το δέντρο θα μας λείπει.
Ιδού, μαντάμ, το Στάδιον, ακόμη τώρα δείχνει
νωπά δρομέων ίχνη.
Στον στίβον τούτον κατ’ αρχάς εις εποχάς μεγάλας
εδώσαμεν το σύνθημαν της γενικής φευγάλας.
Εκεί προς τα άνδρα των νυμφών γυρίσατε τα μάτια,
πάνε κι οι κήποι των Μουσών, πάν’ και τα μονοπάτια.
Κοιτάξετε τον Αρδηττόν και τους πρασίνους βράχους,
μα δείτε και τον Ιλισσόν, αλλά χωρίς βατράχους.
Και τώρα διερχόμεθα της Κηφισιάς τον δρόμον
εδώ θα γίνουν μέγαρα στεγάζοντα τον Νόμον,
διότι η Θέμις σήμερα στο πράττειν και στο λέγειν
είναι καθώς την ξέρουμε γιατί δεν έχει στέγην.
Να της Κηφισιάς ο δρόμος, δείτε μέγαρα παντοία
όλο κι αριστοκρατία.
Να κι ο δρόμος του Σταδίου, για κοιτάτ’ εμπορικά
όλο χειραφετημένα μπαινοβγαίνουν θηλυκά
με την άφταστον την χάριν και το στυλ το Γαλλικόν
ρεγκαρντέ και το Ταμείον, δηλαδή το Κρατικόν».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr