Γράφει ο Πέτρος Κασφίκης
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται ότι φέρνει τα πάνω κάτω όχι μόνο για τους παγκόσμιους ηγέτες αλλά και για τους Έλληνες φοιτητές και νέους εργαζόμενους που ζουν και δουλεύουν στις ΗΠΑ, χωρίς, όμως, να έχουν την αμερικανική υπηκοότητα.
Όπως εξήγησε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σον Σπάισερ, το επιτελείο Τραμπ επεξεργάζεται μια συνολική μεταρρύθμιση στην μεταναστευτική πολιτική, η οποία ενδέχεται να φέρει μια σειρά αλλαγών και στην επίμαχη H-1B βίζα.
Η συγκεκριμένη βίζα εργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί παρέχεται σε υπηκόους ξένων χωρών που έχουν επιστημονική εξειδίκευση και κατάρτιση και συνήθως στελεχώνουν το δυναμικό μεγάλων εταιριών.
Οι περισσότεροι Έλληνες φοιτητές που φιλοδοξούν μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους να παραμείνουν στην Αμερική θα πρέπει να παλέψουν για την απόκτηση της εν λόγω βίζας. Η H-1B μάλιστα είναι αυτή που καθορίζει και το καθεστώς εργασίας για την πλειοψηφία των νέων Ελλήνων επιστημόνων που αποφάσισαν τα τελευταία χρόνια να χτίσουν το μέλλον τους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Οι φερόμενες αλλαγές που βρίσκονται στο προσχέδιο του νέου προεδρικού διατάγματος προβλέπουν την επιβολή ρήτρας κατώτατου ετήσιου μισθού που θα αγγίζει τα 150.000 δολάρια. Το σκεπτικό πίσω από αυτή την απόφαση είναι να μειώσει τον ανταγωνισμό για τους Αμερικανούς εργαζόμενους που αναζητούν στην χώρα τους χαμηλού και μεσαίου επιπέδου δουλείες σε τεχνολογικές εταιρίες. Παράλληλα αποσκοπεί να επιτρέψει την προσέλκυση ξένων ταλέντων μόνο για υψηλές και διοικητικές θέσεις. Στην ουσία, όμως, αποκλείει όλους τους απόφοιτους και νέους εργαζόμενους, καθώς όσο παραγωγικοί και ταλαντούχοι και αν είναι, η αμοιβή τους δεν μπορεί ρεαλιστικά να αγγίξει το συγκεκριμένο πόσο.
Πάντως το ήδη υπάρχων νομικό πλαίσιο είναι ιδιαίτερα αυστηρό και θέτει πολλούς περιορισμούς, καθώς οι ΗΠΑ χορηγούν μόνο 80.000 H-1B τον χρόνο. Αυτό το γεγονός δημιουργεί μια ιδιαίτερη κληρωτίδα, καθώς ο συγκεκριμένος αριθμός υπολείπεται κατά πολύ του ποσοστού της ζήτησης. Ειδικότερα, μόνο για την χρονιά του 2016 ο αριθμός των υποψηφίων ήταν τρεις φορές μεγαλύτερος από τις 80.000 βίζες που δόθηκαν.
Επιπλέον, ακόμα και αν κάποιος εργαζόμενος σταθεί τυχερός στην κληρωτίδα, θα πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπος με μια επικείμενη σειρά ελέγχων κατά την διάρκεια των οποίων η αρμόδια κρατική υπηρεσία εξετάζει γιατί δεν χρειάζεται κάποιος Αμερικανός πολίτης να πάρει την δουλεία του.
Το υψηλό κόστος για την νομική υποστήριξη μαζί με την κωλυσιεργία και την αμφίβολη έκβαση της όλης διαδικασίας αποθαρρύνει ένα μεγάλο αριθμό εργοδοτών από το να επιχειρήσουν να χορηγήσουν ή αλλιώς να κάνουν «sponsor» μη Αμερικανούς υποψηφίους.
Για τον λόγο αυτό, οι μεγάλες εταιρίες όπως τα «Walmart» και η «Amazon» επιδιώκουν και εξασφαλίζουν τον μεγαλύτερο αριθμό των H-1B για τους εργαζομένους τους, οι οποίοι δουλεύουν κυρίως στον κλάδο των ηλεκτρονικών συστημάτων πληροφόρησης. Το γεγονός ότι οι κάτοχοι της H-1B μπορούν να δουλέψουν μόνο για τον εργοδότη που έχει γίνει χορηγός για την απόκτηση της βίζας σημαίνει ότι οι ξένοι εργαζόμενοι δεν έχουν την πολυτέλεια της επιλογής. Με αυτό τον τρόπο οι εν λόγω εταιρίες διατηρούν το πάνω χέρι και μπορούν να εξασφαλίσουν το όσο πιο δυνατόν συμφέρουσα συμφωνία από άποψη μισθού και απόδοσης εντός πάντα του πλαισίου που επιτρέπει η εργασιακή νομοθεσία.
Δημήτρης Τσιτσιρίγκος
«Τον τελευταίο χρόνο του πανεπιστημίου άρχισα να ψάχνω δουλείες γιατί είναι γενικά μια διαδικασία δύσκολη που παίρνει χρόνο. Επίσης για εμάς τους ξένους είναι λίγο πιο δύσκολο γιατί είναι πιο εύκολο για έναν εργοδότη να προτιμήσει να πάρει έναν Αμερικάνο λόγω της βίζας και ότι δεν είναι σίγουρο ούτε για τον ίδιο ότι εμείς θα μπορούμε να είμαστε εργαζόμενοι στην εταιρία του για τα επόμενα χρόνια. Οπότε θα προτιμήσει κάτι πιο σίγουρο και ασφαλές.
Μετά την αποφοίτηση ξεκίνησα να δουλεύω ως προγραμματιστής στην«Wafer», μια μεγάλη εταιρία που πουλάει ηλεκτρονικά είδη σπιτιού. Μετά από δύο μήνες που ήμουν σε μια φάση εκπαίδευσης, η εταιρία αποφάσισε να απολύσει ορισμένα άτομα. Δυστυχώς η πολιτική της συγκεκριμένης εταιρίας είναι ότι προσλαμβάνει περισσότερα άτομα από αυτά που χρειάζεται, το όποιο θεωρώ ότι δεν είναι καθόλου ηθικό. Και ειδικά όταν ένας άνθρωπος όπως εγώ ή κάποιος άλλος από κάποια άλλη χώρα έχει έλθει μόνο και μόνο στην Αμερική για αυτή την δουλεία, έχει βρει σπίτι για αυτή την δουλεία και έχει κάνει ορισμένα έξοδα, και χωρίς να τον έχουν προειδοποιήσει δύο ή τρεις μήνες μετά του λένε ότι συγνώμη πήραμε πιο πολλούς από όσους θέλαμε και εσύ θα είσαι από αυτούς που δεν θα κρατήσουμε.
Η εκλογή Τραμπ δημιουργεί μια πολύ περίεργη κατάσταση. Δεν συμφωνώ με τις απόψεις του, αλλά μπορώ να κατανοήσω γιατί ο αμερικανικός λαός ψήφισε τον Τραμπ έναντι της Χίλαρι.
Όσον αφορά την βίζα, ξανά λέω ότι είναι εναντίον του προσωπικού μου συμφέροντος αυτό που ο Τραμπ προτείνει, αλλά από την άλλη είναι απόλυτα κατανοητό να βάζεις ένα όριο στο εισόδημα για να μπορείς να προσλάβεις κάποιον ξένο διότι είναι μια χώρα που έχει πάρα πολλούς ξένους που παίρνουν δουλείες την ώρα που υπάρχει ακόμα ανεργία.
Από την άλλη, όμως, μου προκαλεί μια ανασφάλεια όπως και σε άλλα άτομα που αποφοιτούν διότι είναι κυριολεκτικά αδύνατον κάποιος φοιτητής που μόλις έχει αποφοιτήσει είτε με προπτυχιακό είτε με μεταπτυχιακό να ξεκινήσει σήμερα με βασικό μισθό πάνω από 150.000 δολάρια τον χρόνο. Είναι πραγματικά αδύνατο».
Λεωνίδας Χατζημιχάλης
«Από όσους ξέρω ήμουν ο μοναδικός, ο οποίος κυνήγησα αυτή την βίζα και τα κατάφερα. Πολλοί δεν θέλησαν να την κυνηγήσουν για το λόγο ότι σου δημιουργεί πολύ άγχος και αβεβαιότητα. Επιπλέον δεν μπορείς να γυρίσεις στην Ελλάδα και είσαι εγκλωβισμένος εδώ πέρα για αρκετό καιρό. Και πολλοί απογοητεύτηκαν όποτε αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω ή να δοκιμάσουν την τύχη τους στην Ευρώπη.
Μου έλειπε η Ελλάδα. Είχα πολύ άγχος, αλλά είχα την θέληση να το κάνω οπότε σκεπτόμουν ότι όλο αυτό αξίζει και τελικά σιγά σιγά ήλθε, οπότε προσπαθούσα να είμαι θετικός, αλλά ξέρω άλλους ανθρώπους, οι οποίοι τους πήρε κατρακύλα αυτό το πράγμα».
Σταύρος Κωνσταντινίδης
«Αισθάνομαι ότι έχω κερδίσει και έχω μάθει πάρα πολλά μέσα από αυτήν την προσπάθεια, αλλά είναι ακόμα η αρχή. Βλέπω το πανεπιστήμιο ως ένα πρώτο βήμα για κάτι μεγαλύτερο. Οπότε να είμαι στην Αμερική και μετά τις σπουδές μου να αναγκαστώ να γυρίσω πίσω θα σήμαινε ότι είναι ένα μεγάλο πισωγύρισμα.
Θα ήταν ένα τεράστιο βήμα προς τα πίσω ειδικά επειδή έχω προσπαθήσει μέσα στα χρόνια να χτίσω σχέσεις με τις εταιρίες και με τους ανθρώπους. Μια εταιρία μπορεί πολύ εύκολα να προσλάβει κάποιον Αμερικάνο. Οπότε προκειμένου κάποιος όπως εμείς να βρει δουλεία πρέπει να κάνει τον εαυτό του απαραίτητο και αυτό χρειάζεται πολύ δουλεία.
Στην δουλεία μου ασχολούμαι με ομόλογα σε αναδυόμενα έθνη. Πέρασα μια διαδικασία συνεντεύξεων που πέρασε από πολλά στάδια πριν καταφέρω το καλοκαίρι να ξεκινήσω την πρακτική. Έπρεπε να δουλέψω πολύ σκληρά για να χτίσω μια σχέση και να κάνω τον εαυτό μου απαραίτητο για την ομάδα. Και έτσι με κάλεσαν να συνεχίσω να δουλεύω με μερική απασχόληση μέσα στην σχολική χρονιά.
Ο συνδυασμός σχολίου και δουλειάς σήμαινε πως κάθε μέρα έπρεπε να είμαι τις 6 το πρωί ξύπνιος, πήγαινα 8 με 12 μάθημα, και 12 με 6 στο γραφείο και μετά σπίτι για διάβασμα. Αυτό είναι κάτι που κάποιοι στην Ελλάδα δεν μπορούν να φανταστούν ότι πρέπει να το κάνεις, αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να τα καταφέρεις. Δηλαδή να δουλεύεις μέσα στην χρόνια κανονικά μαζί με τα μαθήματα κάποιος Αμερικανός που δεν έχει το πρόβλημα της βίζας δεν χρειάζεται να το κάνει.
Αν τελικά λόγω της νέας πολιτικής χάσω την βίζα, δεν πιστεύω ότι η χώρα με αδίκησε. Είχα, όμως, την Αμερική στο μυαλό μου ως το σύμβουλο της αξιοκρατίας και της ευκαιρίας και έχασε την γη κάτω από τα πόδια μου. Δεν χάνω ακόμα την ελπίδα μου γιατί πιστεύω ότι όλα γίνονται για κάποιο λόγο, αλλά νιώθω προδομένος από την ιδέα ότι αφήνουμε την χώρα μας, ερχόμαστε εδώ και ξεκινάμε μια καινούργια ζωή και στο τέλος έχοντας φτάσει πολύ κοντά στην τελική ευθεία μπορεί να χάσουμε την γη κάτω από τα πόδια μας».
Τόμας Γκαρσία
Είμαι πρόεδρος της ΟΠΑ αδελφότητας. Μπορεί όλες οι αδελφότητες να έχουν ελληνικά γράμματα, αλλά το ΟΠΑ είναι η πρώτη και μοναδική ελληνική αδελφότητα στην Αμερική. Είμαι Αμερικανός. Από την πλευρά του πατέρα μου κατάγομαι από την Κούβα και από την πλευρά της μητέρας μου από την Πολωνία. Και όμως μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά αισθάνομαι και Έλληνας γιατί μέσα από την εμπειρία μου στο ΟΠΑ έμαθα πως Έλληνας είναι οποίος υιοθετεί την παιδεία και τις αξίες του ελληνισμού.
Η πλειοψηφία των μελών της ομάδας μας είναι Αμερικανοί και διεθνείς φοιτητές που μέσω της λειτουργίας της αδελφότητας μαθαίνουν τον ελληνικό πολιτισμό και τρόπο σκέψης. Δεν τους θεωρούμε φιλέλληνες, αλλά Έλληνες. Και το ίδιο ισχύει κατά κάποιο τρόπο για την Αμερική. Δεν είμαστε απλώς μια χώρα, αλλά σαν την Ελλάδα είμαστε μια ιδέα. Και θα έπρεπε να μπορούμε να αγκαλιάσουμε τους ανθρώπους από κάθε γωνία της γης που θέλουν να έρθουν εδώ, να εργαστούν φέρνοντας το ταλέντο τους και κάνοντας καλύτερη την χώρα μας.
Όπως φαντάζεστε στην ομάδα μας έχουμε και πολλούς Έλληνες αδελφούς, κάποιοι από τους οποίους ήταν από τους πιο δραστήριους και καλούς μαθητές που έχω γνωρίσει. Δυστυχώς, όμως, πολλοί δεν τα κατάφεραν να μείνουν λόγω της βίζας και έχουν γυρίσει πίσω.
Στο πανεπιστήμιο, όμως, έχουμε το άγαλμα του Χάρη Αγγάνη, ενός ελληνοαμερικανού αθλητή, με την επιγραφή «Αιέν αριστεύειν». Αυτό πρέπει να μας θυμίσει ότι ο ανταγωνισμός έκανε την Αμερική μεγάλη. Και αν θέλουμε να γίνουμε ξανά πραγματικά μεγάλη χρειαζόμαστε να έχουμε εδώ όλους τους άριστους.
Χρειαζόμαστε άτομα σαν τον Σταύρο και τους άλλους Έλληνες αλλά και διεθνείς αδελφούς μας που με την δουλεία τους εκτιμούν τις ευκαιρίες που έχουν βρει εδώ πέρα και μας υπενθυμίζουν καθημερινά για ποιους πραγματικά λόγους η Αμερική είναι μια σπουδαία χώρα.