Από τις 13 Σεπτεμβρίου 1961, που έγινε η επίσημη ανακοίνωση του αρραβώνα της Σοφίας με τον ορισμένο από το δικτάτορα Φράνκο ως διάδοχο του ισπανικού θρόνου, Χουάν Κάρλος, ακολούθησε στην Ελλάδα πολιτική θύελλα, με αφορμή το ύψος του ποσού με το οποίο το ελληνικό κράτος θα προίκιζε τη νεαρή πριγκίπισσα. Η βασίλισσα Φρειδερίκη πίεζε αφόρητα για μεγάλο διάστημα την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή, ώστε όχι μόνο το ποσό που θα δινόταν από τον κρατικό προϋπολογισμό ως προίκα να ήταν όσο γινόταν μεγαλύτερο, αλλά και αφορολόγητο. Η κυβέρνηση της ΕΡΕ απαντούσε στις ασφυκτικές πιέσεις ότι για την οριστική απόφασή της θα έπρεπε να συνεννοηθεί πρώτα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κάτι που αρνούνταν η Φρειδερίκη, γιατί γνώριζε τις αρνητικές θέσεις τους στο ζήτημα.
Το επίμαχο νομοσχέδιο, που κατατίθεται τελικά στη Βουλή στις 19 Φεβρουαρίου 1962 από τον υπουργό Οικονομικών Σπύρο Θεοτόκη, προέβλεπε προίκα 300.000 δολαρίων απαλλασσόμενη από κάθε φορολογία, ενώ θα υπήρχε η δυνατότητα το ποσό αυτό να μετατραπεί σε συνάλλαγμα. Δεν γνωρίζουμε ποιο ήταν το αρχικό ποσό που διεκδικούσε η Φρειδερίκη, αλλά είναι βέβαιο ότι αυτό που εκταμιεύτηκε τελικά από τον κρατικό κορβανά ήταν και μεγάλο και με ειδικά προνόμια. Οπως ήταν φυσικό, η αξιωματική αντιπολίτευση ανέβηκε «στα κάγκελα», με την Ενωση Κέντρου να ζητά την καταβολή μόνο ενός συμβολικού ποσού, την ΕΔΑ να αρνείται και την προίκα και το βασιλικό θεσμό, ενώ το κόμμα των Προοδευτικών δήλωνε κατά της προίκας, αλλά ζητούσε η απαγόρευσή της να ξεκινούσε από τον επόμενο βασιλικό γάμο…
Παράλληλα με το πολιτικό, εξελισσόταν και ένα διπλωματικό θρίλερ για το τελετουργικό του βασιλικού γάμου ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις και στις δύο εκκλησίες. Πρώτο «θύμα» αυτής της διαμάχης ήταν ο τότε πρεσβευτής της Ισπανίας στην Αθήνα, που αντικαταστάθηκε, ως μη γνώστης των βασιλικών θεμάτων, από τον ιδιοκτήτη μιας φιλομοναρχικής εφημερίδας.
Το επόμενο μεγάλο πρόβλημα που έπρεπε να διαχειριστούν οι δύο χώρες ήταν πως θα «κούμπωνε» το δύσκαμπτο βασιλικό πρωτόκολλο με τη διαφορετική θρησκεία των δύο μελλονύμφων, αφού η Σοφία ήταν ορθόδοξη και ο Χουάν Κάρλος καθολικός. Αρχικά συμφώνησαν να γίνουν δύο τελετές, αλλά διαφωνούσαν ποια θα γινόταν πρώτη, γιατί σε αυτή την περίπτωση η αρχική θα ήταν η ουσιαστική και η επόμενη συμπληρωματική. Τελικά αποφασίστηκε να γίνει πρώτα η καθολική τελετή, αλλά στο πρόγραμμα να έχουν και οι δύο την ίδια βαρύτητα, αλλά εν συνεχεία προέκυπτε το ζήτημα της προσφώνησης της Σοφίας, αφού μετά τον καθολικό γάμο θα ήταν πριγκίπισσα των Αστουρίων και με αυτό τον τίτλο δεν μπορούσε να μπει στην ορθόδοξη Μητρόπολη, αφού ο γάμος δεν θα είχε πλέον κανένα νόημα…
Τελικά η λύση βρέθηκε με μια περίπλοκη διαδικασία. Μετά την καθολική τελετή, οι νεόνυμφοι θα πήγαιναν μαζί στα ανάκτορα, όπου ο Κάρλος θα παρέδιδε τη Σοφία στον πατέρα της Παύλο και εν συνεχεία ο δεύτερος θα συνόδευε στη Μητρόπολη τη Σοφία. Στη διαδρομή ανάκτορα-καθολική εκκλησία Αγίου Διονυσίου, ο βασιλιάς Παύλος θα συνόδευε την κόρη του ως «Α. Β. Υ. Πριγκίπισσα Σοφία», ενώ στη διαδρομή ανάκτορα-Μητρόπολη Αθηνών θα τη συνόδευε ως «Α. Β. Μ. Κυρία Κόρη Του». Μπερδευτήκατε; Και εμείς…
Δυσκολίες υπήρχαν και στην υποδοχή των δεκάδων επίσημων καλεσμένων, αφού το αεροδρόμιο του Ελληνικού θα έπρεπε να υποδεχτεί μέσα σε ελάχιστη ώρα τα καραβάνια των υψηλών προσκεκλημένων, τηρώντας παράλληλα το βασιλικό πρωτόκολλο. Τους καλεσμένους παραλάμβαναν από την πίστα του αεροδρομίου αυτοκίνητα με κόκκινα στέμματα για τους βασιλείς και γαλάζια για τους πρίγκιπες. Ηταν τέτοια η κοσμοσυρροή στο άμαθο και ανέτοιμο για τέτοια κίνηση αεροδρόμιο, που σημειώθηκαν αρκετά ευτράπελα. Σ’ ένα από αυτά πρωταγωνιστής ήταν ο Βλαδίμηρος Λεβίδης, αξιωματικός του Ιππικού και ύπαρχος του βασιλιά Παύλου, που είχε επιφορτισθεί το δύσκολο έργο της υποδοχής, μέσα σε λίγη ώρα, δεκάδων επισήμων. Ο δημοσιογράφος της εποχής περιγράφει: «Κάποια στιγμή, ο κ. Λεβίδης υπεκλίθη με σεβασμό σε έναν υψηλό και εξαιρετικά καλοντυμένο κύριο, που κατέβαινε από τη σκάλα του αεροπλάνου: “Από εδώ, υψηλότατε”, του είπε και θέλησε να τον οδηγήση στα αυτοκίνητα των επισήμων. Τότε ένας νεαρός ξεναγός έσκυψε στο αυτί του και του ψιθύρισε ότι ο κύριος ήταν ίσως υψηλός -στο ανάστημα- αλλά όχι υψηλότατος. Ηταν απλός ένας κοινός επιβάτης, με πριγκιπική, κατά σύμπτωση, εμφάνιση».
Ο βασιλικός γάμος γίνεται τη Δευτέρα 14 Μαΐου και χαρακτηρίζεται από μεγαλοπρέπεια και χλιδή και παρότι το ακριβές κόστος δεν μπορεί να υπολογιστεί, ο Τύπος του εξωτερικού τον χαρακτηρίζει «…το πιο πολυτελές, φαντασμαγορικό και πολυδάπανο πανηγύρι που έγινε στην Ευρώπη και στην Αμερική τον 20ό αιώνα». Οι περιγραφές του ελληνικού Τύπου χαρακτηρίζονται από τις γνωστές υπερβολές που γράφονται σε αυτές τις περιπτώσεις: «Η πριγκίπισσα Σοφία από την ώρα που μπήκε μέσα στην καθολική εκκλησία ήταν ένα αέρινο ποίημα», «Τη στιγμή εκείνη η πριγκίπισσα Σοφία έμοιαζε με μια φλόγα κεριού που φώτισε όλη την εκκλησία». H Σοφία φορά ένα εντυπωσιακό νυφικό με ουρά από αυθεντική δαντέλα Βρυξελλών: «…είδαμε για πρώτη φορά το περίφημο νυφικό που ο κ. Ντεσέ το είχε προφυλάξει από τα αδιάκριτα βλέμματα του Τύπου με συγκινητική ευσυνειδησία».
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Έφυγε ο «δημιουργός» μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας
Η Φρειδερίκη, που δεν άφηνε τίποτα να μην είναι υπό την εποπτεία της, επιβλέπει προσωπικά τη διακόσμηση της Μητρόπολης, με τα κόκκινα τριαντάφυλλα να τοποθετούνται σε αυτήν στις 3 το πρωί ώστε να διατηρήσουν τη δροσιά τους το πρωινό του γάμου, ενώ για την τελετή χρησιμοποιούνται 80.000 γαρίφαλα και 120 προβολείς…
Οι εκδηλώσεις για το γάμο κρατούν αρκετές ημέρες και ξεκινούν από τις 12 Μαΐου, με δεξίωση αφιερωμένη στην Ισπανία, στους κήπους των ανακτόρων, στην οποία παρευρέθησαν σχεδόν 3.000 Ισπανοί τουρίστες που έφτασαν στην Αθήνα για να παρακολουθήσουν από κοντά το γάμο. Το τελευταίο βασιλικό γκαλά δίνεται στα «Αστέρια Γλυφάδας», με καλεσμένους 250 εστεμμένους, που παρακολούθησαν παραδοσιακούς ισπανικούς χορούς. Στους βασιλικούς γάμους δίνουν το παρών 32 εν ενεργεία βασιλιάδες και πρίγκιπες και 109 έκπτωτοι εστεμμένοι και πρίγκιπες, αλλά την παράσταση κλέβουν δύο γυναίκες. Αρχικά η πριγκίπισσα Γκρέις Κέλι του Μονακό με τη λάμψη της να κυριαρχεί έναντι όλων, και η Αννα Μαρία της Δανίας, για την οποία οι ξένοι δημοσιογράφοι έλεγαν ότι ήταν η αδυναμία του διαδόχου, όπως και αποδείχθηκε, αφού δύο χρόνια μετά παντρεύτηκε το διάδοχο Κωνσταντίνο.
Η ιστορία της χρυσής άμαξας που μετέφερε τους νεόνυμφους
Ενδιαφέρον έχει και η ιστορία της χρυσής άμαξας που μετέφερε τους νεόνυμφους στις πολλές διαδρομές ανάμεσα σε ανάκτορα, εκκλησίες και στους δρόμους της πρωτεύουσας. Είχε παραγγελθεί το 1870 στη Γαλλία, εν όψει της επικείμενης παλινόρθωσης των Βουρβόνων, κάτι που όμως δεν έγινε ποτέ, με αποτέλεσμα η ήδη κατασκευασμένη χρυσή άμαξα να παραμείνει παραγκωνισμένη σε κάποια αποθήκη μέχρι το 1889. Τότε αγοράστηκε από την ελληνική κυβέρνηση ώστε να δώσει την απαραίτητη λάμψη στους γάμους του διαδόχου Κωνσταντίνου με την πριγκίπισσα Σοφία, όπως και έγινε. Εν συνεχεία χρησιμοποιήθηκε στους γάμους του πρίγκιπα Γεωργίου με την πριγκίπισσα Ελένη, στους γάμους του Παύλου με τη Φρειδερίκη, σε αυτούς της Σοφίας με τον Χουάν Κάρλος και η πορεία της τερματίστηκε στο γάμο του Κωνσταντίνου με την Αννα Μαρία δύο χρόνια μετά. Στα χρόνια της Κατοχής διασώζεται από κάποιους σταβλίτες και κρύβεται από τους Γερμανούς σ’ ένα υπόστεγο στο Παγκράτι, ενώ συνολικά, μέσα σε 72 χρόνια, έκανε μόλις πέντε διαδρομές.
Στις 12 Μαΐου η χρυσή άμαξα, σκεπασμένη με ύφασμα, κάνει την τελική της πρόβα στην οδό Πανεπιστημίου, συνοδευόμενη από βασιλικά και πριγκιπικά αυτοκίνητα. Στο γάμο Σοφίας-Χουάν Κάρλος μάλλον έκανε υπερωρίες, αφού μετέφερε το βασιλιά Παύλο και την πριγκίπισσα Σοφία από το παλάτι στην καθολική εκκλησία του Αγίου Διονυσίου στην οδό Πανεπιστημίου, εν συνεχεία μετέφερε τους νεόνυμφους στο παλάτι και από εκεί το βασιλιά Παύλο και την πριγκίπισσα Σοφία στη Μητρόπολη Αθηνών για να παντρευτεί με ορθόδοξο γάμο και, τέλος, έκανε την αποθεωτική βόλτα των νεόνυμφων στους δρόμους της πρωτεύουσας και τους επέστρεψε στο παλάτι. Ηταν διακοσμημένη με χρυσά σκαλίσματα και βασιλικά εμβλήματα, την οδηγούσαν έξι λευκά χρυσοστόλιστα άλογα, τη συνόδευαν δύο ουλαμοί Ιππικού, ένας με 24 λευκά και ο άλλος με 24 καφετιά άλογα, ενώ σε όλη τη διάρκεια των διαδρομών ακολουθούσε έφιππος δίπλα της ο διάδοχος Κωνσταντίνος.
Από έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου