Ο Αλ. Τσίπρας προκάλεσε τη νέα χρεοκοπία της χώρας με το περιβόητο δημοψήφισμα, που οδήγησε στο κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή των capital controls, φόρτωσε τον ελληνικό λαό με μια άγρια λιτότητα και βύθισε την οικονομία στην ύφεση, όταν οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης έτρεχαν με ταχείς αναπτυξιακούς ρυθμούς και δεν υπήρχε η παραμικρή διεθνής κρίση.
Από την άλλη, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη διαχειρίστηκε δύσκολες κρίσεις, όπως το μεταναστευτικό, η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, η πληθωριστική κρίση κ.λπ., και είχε διαρκώς απέναντί της την καταστροφολογία του ΣΥΡΙΖΑ, που έβλεπε την πανδημία και έριχνε τις ευθύνες στην κυβέρνηση ακόμα και για τον κορoνοϊό, ενώ κοιτάζει τώρα τη διεθνή ύφεση και έκρηξη των τιμών στις αγορές μιλώντας για ακρίβεια Μητσοτάκη.
Δηλαδή χρεώνει στη σημερινή κυβέρνηση ένα πρόβλημα που είναι παγκόσμιο μόνο και μόνο για να ασκήσει μια στείρα αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Για αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να ανακάμψει στις δημοσκοπήσεις και η Νέα Δημοκρατία, τρία χρόνια μετά τις εκλογές, εξακολουθεί να διατηρεί ένα ισχυρό προβάδισμα, αντίστοιχο με τη διαφορά του 2019.
Η Ελλάδα προχωρά μπροστά και οι πολίτες είναι βέβαιο ότι θα επιλέξουν την πρόοδο και όχι την οπισθοδρόμηση. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα χθες στη Βουλή, κατά τη συζήτηση που διεξήχθη για την κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης και από την οποία προέκυψε η χαώδης διαφορά και στον τομέα αυτό υπέρ της Νέας Δημοκρατίας.
Οι φορολογούμενοι πλήρωσαν πολύ ακριβά την περιπέτεια Τσίπρα και δεν θέλουν να επαναλάβουν ένα δεύτερο πείραμα μετά το 2015.