Είναι χαρακτηριστικό ότι, μέσα σε τρία χρόνια, 250.000 άτομα έχουν ενταχθεί στην αγορά εργασίας, ενώ ο αριθμός των ανέργων έχει μειωθεί στις 550 χιλιάδες από ένα εκατομμύριο που ήταν μόλις το 2017.
Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της πολιτικής της κυβέρνησης που έδωσε έμφαση στη μείωση των φόρων και στη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, ενώ οι πολιτικές μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και τα προγράμματα του υπουργείου Εργασίας για την τόνωση της απασχόλησης διευκόλυναν τις προσλήψεις και είναι σημαντικό ότι πλέον ένα μέρος της μαύρης εργασίας έχει περάσει στην επίσημη.
Στοίχημα η σύγκλιση με την Ευρώπη
Ασφαλώς θα πρέπει να γίνουν πολλά ακόμα προκειμένου να φθάσουμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι μόλις 6,6%. Ειδικά για τους νέους όπου η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα θα πρέπει να ενταθούν οι πολιτικές, όμως το θετικό είναι ότι υπάρχει δυναμική της οικονομίας μέσα σε δύσκολες διεθνείς συνθήκες. Οπως εύστοχα παρατήρησε ο υπουργός Εργασίας Κ. Χατζηδάκης, «το μόνο δικό μου σχόλιο για τη μείωση της ανεργίας, όπως την καταγράφει η ΕΛ.ΣΤΑΤ., είναι ότι συνέβη εν μέσω δύο κρίσεων, του κορονοϊού και της ενέργειας».
Κάθε θέση εργασίας που κερδίζεται αποτελεί στήριγμα στο οικογενειακό εισόδημα και ένα ισχυρό ανάχωμα στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό. Επιπλέον φάνηκε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν επηρέασε αρνητικά την αγορά εργασίας και η ζήτηση παραμένει ισχυρή.
Υπάρχει έλλειμμα χιλιάδων εργατικών χεριών στην αγροτική οικονομία, τον τουρισμό και τη βιομηχανία. Η πολιτική των μεταρρυθμίσεων αποδίδει, πρέπει να συνεχιστεί και να μη χαθεί η δυναμική που αποτελεί βασικό λόγο μείωσης της ανεργίας