Ο διευθυντής και ο υποδιευθυντής του μουσείου παραιτήθηκαν υπό το βάρος του σκανδάλου, ενώ δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο αναφέρουν ότι αντικείμενα που έπρεπε να βρίσκονται φυλασσόμενα στις αποθήκες πωλούνται ελεύθερα σε ψηφιακές πλατφόρμες.
Το πλήθος των αντικειμένων που έχουν κλαπεί διαρκώς αυξάνεται, καθώς οι έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ το κύκλωμα φαίνεται ότι δρούσε από το 2016 χωρίς να γίνει αντιληπτό από τη διοίκηση του Μουσείου.
Η υπόθεση αφορά άμεσα στην Ελλάδα, πολλές από τις αρχαιότητες που βρίσκονται στα χέρια κλεπταποδοχών προέρχονται από τη χώρα μας. Παράλληλα, αποδεικνύεται ότι οι δικλίδες ασφαλείας του Βρετανικού Μουσείου για την προστασία των πολιτιστικών θησαυρών που φιλοξενεί στις αίθουσές του ήταν ανύπαρκτες.
Στοχοπροσήλωση στα πραγματικά προβλήματα
Επί δεκαετίες οι κυβερνήσεις του Λονδίνου απέρριπταν το νόμιμο αίτημα της Αθήνας για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα που εκλάπησαν από τον Ελγιν, με το επιχείρημα ότι η χώρα μας δεν διέθετε κατάλληλους χώρους για να τα φιλοξενήσει.
Οταν κατασκευάσθηκε το «κόσμημα» του Μουσείου της Ακροπόλεως, το επιχείρημα αυτό ακυρώθηκε, όμως οι Βρετανοί δεν άλλαξαν θέση. Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τη διοίκηση Οσμπορν του Βρετανικού Μουσείου προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για την επιστροφή των Γλυπτών.
Τώρα το θέμα αποκτά ξεχωριστή σημασία, το Μουσείο στο Λονδίνο βρίσκεται στη δίνη του σκανδάλου κλοπής και εμπορίας αρχαιοτήτων, ενώ το ελληνικό αίτημα βασίζεται στο δίκαιο και υποστηρίζεται από τη διεθνή κοινή γνώμη αλλά πλέον και από την πλειονότητα των Βρετανών.
Η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού χειρίζεται με συνέπεια και συνέχεια τη διεκδίκηση της επιστροφής των Γλυπτών και η αρνητική θέση του Βρετανικού Μουσείου δεν πείθει, η αξιοπιστία του έχει κλονισθεί από το σκάνδαλο που εξελίσσεται στο εσωτερικό του.