Πρώτον, η χώρα είχε περάσει από μια υπερδεκαετή περίοδο μείωσης των εισοδημάτων και ύπαρξης μεγάλης ανεργίας. Η απόκλιση από την Ευρωπαϊκή Ενωση ήταν μεγάλη και έπρεπε η «ψαλίδα» να αρχίσει να κλείνει.
Δεύτερον, τα σημάδια από την αγορά εργασίας την τελευταία τριετία είναι ιδιαιτέρως θετικά, καθώς τα ποσοστά των ανέργων έχουν πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 12ετίας, ενώ έχει αρχίσει πλέον η αναζήτηση εξειδικευμένου προσωπικού, πράγμα που σημαίνει ότι θα έπρεπε να διαμορφωθούν αντίστοιχα και οι αμοιβές.
«Καμπανάκι» για τα επιτόκια καταθέσεων
Τρίτον, υπάρχει μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, όπως βεβαίως συμβαίνει και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ακόμα και στις ΗΠΑ, από την έκρηξη των τιμών λόγω των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα τη δραστική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Ολα αυτά οδήγησαν την κυβέρνηση στην απόφαση να προχωρήσει σε μια δεύτερη, και μεγαλύτερη, αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για όσους βρίσκονται στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο, μετά την αναπροσαρμογή 2% που είχε δοθεί από την 1η Ιανουαρίου στους μισθούς. Η αύξηση δεν ανακυκλώνει τον πληθωρισμό, ενώ ταυτόχρονα δεν λειτουργεί ανασχετικά στην αγορά εργασίας, όπου υπάρχουν ακόμα πιο θετικές προοπτικές εν όψει της τουριστικής περιόδου.
Η αύξηση των μισθών αποτελεί βασικό μέρισμα που δίνεται στους εργαζομένους από την επίτευξη της ανάπτυξης, όπως επεσήμανε και ο πρωθυπουργός, ενώ είναι πολύ σημαντικό ότι θα επιφέρει και αύξηση των επιδομάτων, μεγαλώνοντας έτσι το εισόδημα των εργαζομένων. Με άλλα λόγια, η ανάπτυξη είναι αυτή που φέρνει τις αυξήσεις στους μισθούς.