Η σύγκριση των δυνατοτήτων των AH-64DHA και Τ-129Β αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διαμόρφωση γνώμης επί της ισορροπίας δυνάμεων στο Αιγαίο σε λίγα χρόνια.
Ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ), χάρη στην απόκτηση των 20 επιθετικών ελικοπτέρων AH-64A+ Apache από το 1995, (19 σήμερα) απέκτησε μια αδιαμφισβήτητη υπεροχή σε σχέση με τον υπάρχοντα στόλο επιθετικών ελικοπτέρων του τουρκικού Στρατού.
Οκτώ χρόνια αργότερα (στις 28 Αυγούστου 2003) υπεγράφη σύμβαση απευθείας εμπορικής πώλησης από την Boeing 12 ελικοπτέρων AH-64DHA, με τρία εξ αυτών να φέρουν το radar Longbow APG-78. Η άφιξη και των 12 ελικοπτέρων στην Ελλάδα ολοκληρώθηκε στις 22 Απριλίου 2007. Αυτή τη στιγμή, η ελληνική ΑΣ διαθέτει στις τάξεις της 19 AH-64A+ και 9 AH-64DHA (7+2 Longbow).
Ειδικότερα για τα τελευταία αρχικά είχαν παραγγελθεί 12 ελικόπτερα, η υπογραφή της οποίας ήταν συνολικού ύψους 593.546.882 $ εκ των οποίων εννέα της έκδοσης AH-64D Apache και τρία της έκδοσης AH-64D Longbow Apache.
Η σύγκριση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού
Αυτό που στο σύγχρονο περιβάλλον μάχης κάνει τη διαφορά είναι η επίγνωση της κατάστασης, αλλά και η ασφαλής μετάδοση και συλλογή πληροφοριών μεταξύ των φίλιων δυνάμεων. Σε αυτόν τον τομέα το AH-64DΗΑ κάνει τη διαφορά κυρίως με το χιλιοστομετρικό radar τύπου Longbow, αλλά και με τον βαθμό ολοκλήρωσης των συστημάτων που διαθέτει σε μια ενιαία πλατφόρμα.
Το AH-64DΗΑ διαθέτει διπλούς επεξεργαστές MIL-STD 1750A. Οι υπολογιστές και το λογισμικό, σε συνδυασμό με τις δύο έγχρωμες οθόνες πολλαπλής χρήσης υγρών κρυστάλλων (LCD), οι οποίες έχουν δυνατότητα προβολής κινούμενου χάρτη, συγκροτούν ένα πλήρες σύστημα διαχείρισης μάχης. Πληροφορίες για την κατάσταση του ελικοπτέρου δεν απεικονίζονται παρά μόνον αν υπάρξει πρόβλημα. Αυτό επιτρέπει στο πλήρωμα να εκτελέσει την αποστολή χωρίς περαιτέρω σκέψεις. Το Τ-129 αντίστοιχα διαθέτει δύο υπολογιστές κεντρικού ελέγχου ηλεκτρονικών αεροσκάφους και δύο υπολογιστές δεδομένων αποστολής αέρος.
Επιμένει ο Φιντάν: «Το θέμα δεν είναι μόνο το Αιγαίο, αλλά και η στρατιωτικοποίηση των νησιών»
Όπως προαναφέραμε, όμως, ο άσσος που κρύβει το AH-64DΗΑ Apache είναι το APG-78 Longbow ραντάρ χιλιοστομετρικού μήκους κύματος χαμηλής πιθανότητας υποκλοπής. Η σάρωση για εναέριους στόχους φτάνει τις 360 μοίρες, ενώ για επίγειους τις 270 μοίρες. Έχει εμβέλεια 8 χλμ. και την ικανότητα να εντοπίζει, να ταξινομεί και να ιεραρχεί αυτόματα και σε πραγματικό χρόνο πολλαπλούς στόχους είτε εναέριους είτε επίγειους, σε οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες.
Αυτό το καταφέρνει λόγω της πλήρους απεξάρτησης που έχει από το σύστημα πρόσθιας παρατήρησης υπερύθρων (FLIR) και, πιο ειδικά, από το TADS/PNVS. Όταν βρίσκεται σε διαμόρφωση σάρωσης του εδάφους, το Longbow ιχνηλατεί ταυτόχρονα 1.023 στόχους είτε επίγειους είτε εναέριους. Ιεραρχεί τους 256 από αυτούς και απεικονίζει στην οθόνη τους 16 πιο επικίνδυνους.
Το ραντάρ παρέχει 4 διαφορετικές διαμορφώσεις λειτουργίας: διαμόρφωση εναέριων στόχων, επίγειων στόχων, διαμόρφωση κατανομής ανάγλυφου, παρέχοντας έτσι στον χειριστή σημαντικές πληροφορίες για την αποφυγή φυσικών εμποδίων σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, και διαμόρφωση ελέγχου και απομόνωσης λαθών.
Με το ραντάρ στην πλήμνη του κύριου στροφείου, το AH-64DΗΑ μπορεί να μείνει αθέατο πίσω από φυσικά εμπόδια, όπως τα δέντρα, καθ’ όλη τη διάρκεια της σάρωσης.
Στη συνέχεια, τα δεδομένα των 16 στόχων με τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα μεταβιβάζονται σε ισάριθμα βλήματα AGM-114 L αυτόνομης κατεύθυνσης για να ακολουθήσει η εξαπόλυσή τους από τους 4 τετραπλούς φορείς Μ299. Έτσι, από τη στιγμή που βλήμα και ραντάρ έχουν ίδια εμβέλεια, έχουμε πλήρη εκμετάλλευση των δύο όπλων. Είτε με πρόσκτηση πριν από την εκτόξευση, είτε μετά από αυτή, μπορούν να επιφέρουν πλήγματα σε επίγειους και εναέριους στόχους σε εκτεταμένες αποστάσεις.
Τα AH-64DΗΑ μπορούν να φέρουν επίσης τους πυραύλους αέρος-επιφανείας AGM-114K Hellfire ημιενεργής καθοδήγησης που φέρουν και τα AH-64A+ του 1ου ΤΕΕΠ.
Για την παθητική αποκάλυψη, την ταυτοποίηση, την ιεράρχηση και γενικότερα για τον εντοπισμό με μεγάλη ακρίβεια και ταχύτητα, το AH-64DΗΑ διαθέτει το ραντάρ APR-48A. Το συγκεκριμένο σύστημα παρέχει προειδοποίηση στο πλήρωμα για συστήματα αεράμυνας διευθυνόμενα από ραντάρ καλύπτοντας πεδίο 360 μοιρών.
Ταυτόχρονα το APR-48A, με τη συμβολή του υποσυστήματος παθητικής μέτρησης απόστασης (PRSS), παρέχει παραμέτρους απόστασης και θέσης ενεργών επίγειων πομπών, παράλληλα με πληροφορίες εντοπισμού σήματος και στοχοποίησης. Το PRSS δίνει έτσι τη δυνατότητα στο AH-64DΗΑ για καταστολή της εχθρικής αεράμυνας (SEAD) στο πεδίο της μάχης. Διαμέσου του APR-48A εξασφαλίζεται ενιαία απεικόνιση στην οθόνη για την τακτική κατάσταση που επικρατεί στο πεδίο της μάχης, με τη βοήθεια συγκεκριμένων ειδικών συμβόλων. Αξίζει να αναφέρουμε πως στην οθόνη οι στόχοι που έχουν ήδη προσβληθεί έχουν συγκεκριμένη σήμανση.
Στην περίπτωση που στο Τ-129 τοποθετηθεί παρόμοιο radar χιλιοστομετρικού μήκους κύματος της τουρκικής εταιρείας METEKSAN, θα του προσδώσει σημαντικές δυνατότητες προσβολής στόχων και επιβίωσης στο εχθρικό περιβάλλον, ταυτόχρονα όμως θα του αυξήσει το συνολικό βάρος. Κάτι τέτοιο βέβαια από την αρχική σκέψη μέχρι την τελική αποδοχή του συστήματος από το ελικόπτερο απέχει έτη φωτός. Διότι είναι ένα σύστημα πολύ υψηλού τεχνολογικού ρίσκου και απαιτεί υψηλό βαθμό διασύνδεσης με τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά του ελικοπτέρου, για να έχει το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα.
Ο ΕΣ είχε παραγγείλει τρία AH-64DΗΑ Longbow με FCR/RFI, καθαρά λόγω υψηλού κόστους αγοράς των συγκεκριμένων συστημάτων. Αν περιοριζόταν σε αυτά τα τρία ελικόπτερα με τις σημαντικά ανώτερες επιδόσεις, θα λέγαμε πως θα ήταν περιορισμένης αξίας. Ωστόσο, τα δεδομένα από το APG-78 και APR-48A μεταδίδονται σε πραγματικό χρόνο, αυτόματα και χωρίς καμία φωνητική συνεννόηση και στα υπόλοιπα ελληνικά ελικόπτερα τύπου D μέσω του μόντεμ δεδομένων (IDM) MD-1295/A. Έτσι, τα υπόλοιπα ελικόπτερα τύπου D χωρίς FCR/RFI αποκτούν πλήρεις ικανότητες εξαπόλυσης βλημάτων AGM-114L κατά διαφορετικών στόχων.
Επίσης, το IDM επιτρέπει στα ελικόπτερα να ανταλλάσσουν δεδομένα για στόχους οι οποίοι έχουν ήδη προσβληθεί, έτσι ώστε να αποφευχθούν οι περιττές επαναλήψεις.
Αυτό σε συνδυασμό με τα πρωτόκολλα μηνυμάτων διοίκησης και ελέγχου πυροβολικού που υποστηρίζει το IDM, κάνουν πιο αποτελεσματική τη διαχείριση πυρών υποστήριξης. Παρόμοιες δυνατότητες θα έχουν και τα τουρκικά ελικόπτερα μέσω του βελτιωμένου μόντεμ δεδομένων IDM-501 της Symetrics.
Επίσης, θα έχουν τη δυνατότητα ταυτοποίησης φίλιου ή εχθρικού στόχου με το APX-117 κατασκευασμένο από την Aselsan, με άδεια που έχει παραχωρηθεί από την BAE Systems.
Το APX-117 αποτελεί εκσυγχρονισμένη έκδοση του αποκριτή APX-100 που χρησιμοποιούν τα ελληνικά ελικόπτερα Apache. Στο Τ-129 θα περιλαμβάνεται εξοπλισμός ασφάλειας επικοινωνιών (COMSEC) και σύστημα διαχείρισης πτήσης επίσης από την Aselsan.
Τα ελληνικά AH-64DΗΑ διαθέτουν σταθμό ασυρμάτου VHF-FM τύπου TRC9600 (PR4G) για επικοινωνία με τις επίγειες δυνάμεις. Όσον αφορά τη ναυτιλία, το ελληνικό ελικόπτερο είναι εξοπλισμένο με δέκτη εύρεσης διεύθυνσης αέρος τύπου ARN-149(V), αισθητήρα ταχύτητας ντόπλερ ASN-157 και σύστημα τακτικής εναέριας ναυτιλίας τύπου ARN-153.
Επίσης, ορισμένα από τα ελληνικά ελικόπτερα διαθέτουν και σύστημα παγκόσμιας τοποθέτησης αδρανειακής ναυτιλίας (EGI). Αντίστοιχα, στα τουρκικά Τ-129 θα περιλαμβάνονται δύο ολοκληρωμένα συστήματα αδρανειακής ναυτιλίας παγκόσμιας τοποθέτησης (INS/GPS) τύπου LN-100G κατασκευασμένα από την Aselsan, με άδεια από την Northrop Grumman και τρεις συσκευές ασυρμάτου MXF-484 συχνοτήτων VHF/UHF, κατασκευασμένες και αυτές από την Aselsan, με άδεια από την Rockwell Collins.
Ο βασικότερος αισθητήρας του T-129B είναι το ηλεκτροοπτικό συγκρότημα ASELFLIR-300T. Πρόκειται για θερμικό σύστημα παρατήρησης και σκόπευσης με ενσωματωμένο CCTV και τηλέμετρο λέιζερ της Aselsan.
Ο υπολογιστής αποστολής θα κατασκευαστεί σε δύο στάδια: πρώτα στην έκδοση TUC-1 (Turkish Configuration), όπου θα παραδοθούν 30 ελικόπτερα που θα φέρουν σκοπευτικό επι κράνους της Thales και πυραύλους Hellfire, και αργότερα στην πλήρη έκδοση TUC-2 για τα υπόλοιπα 20, συν τις όποιες προαιρέσεις ασκηθούν, στην οποία θα ενσωματωθούν όλα τα νέα όπλα και συστήματα.
Η έκδοση αυτή θα φέρει σκοπευτικό επί κράνους Aselsan AVCI ενώ θα διαθέτει πλήρη «σουίτα» ηλεκτρονικών βοηθημάτων που θα περιλαμβάνει διπλό υπολογιστή αποστολής, 4κάναλο (4 αξόνων) ψηφιακό σύστημα ελέγχου πτήσης, 2 οθόνες MFD για κυβερνήτη/συγκυβερνήτη, σύστημα πλοήγησης INS, GPS και γεννήτρια παραγωγής ψηφιακών χαρτών, πλήρες σύστημα επικοινωνιών MXF-484 VHF / UHF/HF-SSB και ζεύξεις δεδομένων που θα μπορούν να ελέγχουν και να λαμβάνουν δεδομένα από UAV, το εγχώριας ανάπτυξης IFF (αναγνώριση φίλου ή εχθρού), καθώς και πλήρες σύστημα αυτοπροστασίας (EHS) της Aselsan με ενεργούς και παθητικούς τρόπους καταστολής των απειλών.
Από την άλλη πλευρά, τα Apache AH-64DΗΑ είναι εφοδιασμένα με τη νέα βελτιωμένη μονάδα ηλεκτρoοπτικών και σκόπευσης Modernized TADS/PNVS 1ης γενιάς θερμικής απεικόνισης, αλλά και πολύ υψηλής διακριτικής ικανότητας και ευαισθησίας.
Παρέχει και αυτό τηλεοπτική μονάδα ημέρας και διαθέτει ψηφιακή μονάδα ταυτόχρονης ιχνηλάτησης ενός κύριου και πέντε δευτερευόντων στόχων. Το MPNVS εναρμονίζεται επίσης με το μονόφθαλμο σύστημα σκοπευτικού επί κάσκας (IHADSS).
Το τουρκικό ελικόπτερο Τ-129, όσον αφορά στην παθητική αυτοπροστασία του, θα διαθέτει δέκτη προειδοποίησης ραντάρ (RWR), δέκτη προειδοποίησης λέιζερ (LWR), κεντρική μονάδα επεξεργασίας συνόλου (SCPU), αλλά και δυνατότητα για παρεμβολές σε ραδιοσυχνότητες μέσω του RFJ.
Ταυτόχρονα, θα υπάρχει τουρκικό σύστημα προειδοποίησης επερχόμενων αντιαεροπορικών βλημάτων (MWS-TU) από την Aselsan (πρόκειται για παράγωγο του AAR-60 της EADS) με 4 παθητικούς αισθητήρες υπεριώδους φάσματος. Τέλος, θα είναι εγκατεστημένο σύστημα διανομής αντιμέτρων (CMDS) Ozisic της Aselsan, που στηρίζεται στο Airmor της ισραηλινής IΜΙ με φυσίγγια αεροφύλλων και θερμοβολίδων κατασκευασμένα από την MKEK.
Tα AH-64DΗΑ διαθέτουν και αυτά με τη σειρά τους το ολοκληρωμένο και δοκιμασμένο σύστημα αυτοπροστασίας τύπου HIDAS, το οποίο περιλαμβάνει και αυτό, όπως και το Τ-129, δέκτη προειδοποίησης ραντάρ (RWR) τύπου Sky Guardian 2000, δέκτη προειδοποίησης λέιζερ (LWR), σύστημα διανομής αντιμέτρων (CMDS) και σύστημα προειδοποίησης βλημάτων (CMWS) τύπου AAR-57. Όταν επιλέχθηκε το HIDAS σαν σύστημα αυτοπροστασίας για τα ελληνικά AH-64D, ήταν το μοναδικό πλήρως ολοκληρωμένο σύστημα πιστοποιημένο στα Apache.
Σχετικά τώρα με τον δέκτη προειδοποίησης ραντάρ τύπου Sky Guardian 2000, είναι σχεδιασμένος ώστε να παρέχει ταχεία απόκριση σε περιβάλλον υψηλής πυκνότητας εκπομπών με την απαιτούμενη ισχύ επεξεργασίας για έλεγχο και παρουσίαση ενδείξεων-σημάτων πολλαπλών απειλών, σε χρόνο συντομότερο του ενός δευτερολέπτου.
Το σύστημα επεξεργάζεται τα δεδομένα που του παρέχονται από τον δέκτη προειδοποίησης λέιζερ (LWR), παρέχοντας στο πλήρωμα κοινή απεικόνιση πληροφοριών για ενδεχόμενες απειλές εχθρικών ραντάρ και λέιζερ, παρέχοντας ταυτοχρόνως στιγμιαία κάλυψη αζιμουθίου 360 μοιρών.
Με αυτό τον τρόπο το ελικόπτερο, όταν βρίσκεται στην πιο κρίσιμη φάση της αποστολής του (δηλαδή στην φάση της αιώρησης όπου έχει εντοπίσει, ιεραρχήσει και εγκλωβίσει τους στόχους του και βρίσκεται ένα βήμα πριν από την εξαπόλυση βλημάτων) προστατεύεται από τυχόν επιθέσεις αντιαρματικών βλημάτων καθοδήγησης λέιζερ, όπως τα Hellfire και τα ρωσικά Kornet-E, αλλά ακόμη και από μη κατευθυνόμενα βλήματα πυροβόλων αρμάτων, των οποίων η σκόπευση γίνεται με τη βοήθεια τηλέμετρου λέιζερ.
Το σύστημα προειδοποίησης βλημάτων τύπου AAR-57 περιλαμβάνει 4 πολλαπλούς ηλεκτροoπτικούς αισθητήρες υπεριώδους φάσματος για τον εντοπισμό καυσαερίων κινητήρων και βλημάτων. Επίσης, το HIDAS περιλαμβάνει δύο μονάδες εξαπόλυσης θερμοβολίδων και μια μονάδα αεροφύλλων.
Το κυριότερο πλεονέκτημα αυτού του συστήματος είναι πως εντοπίζει, ταυτοποιεί, ιεραρχεί και αντιμετωπίζει απειλές που δέχεται το ελικόπτερο, χωρίς να παρεμβαίνει πουθενά το πλήρωμά του. Είναι αξιοσημείωτο πως ο συνολικός χρόνος αντίδρασης από τον αρχικό εντοπισμό κάποιας απειλής δεν υπερβαίνει τα δύο δευτερόλεπτα.
Το ΗIDAS συνοδεύεται από ολοκληρωμένο σύστημα επιχειρησιακής υποστήριξης ηλεκτρονικού πολέμου, που επιτρέπει στα πληρώματα να δημιουργούν βιβλιοθήκες απειλών, να προσδιορίζουν τα απαιτούμενα αντίμετρα και να διεξάγουν ανάλυση δεδομένων αποστολής μετά την πτήση, ακόμη και με τη χρήση των προσωπικών τους PC. Όλα αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιούν την αρτηρία δεδομένων MIL-STD 1553B.
Οπλισμός
Όσον αφορά στον οπλισμό μάχης που μπορούν να μεταφέρουν τα συγκεκριμένα ελικόπτερα, θα λέγαμε πως υπάρχει αρκετά μεγάλη ποικιλία οπλικών συστημάτων, κυρίως από την πλευρά του Τ-129, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα πως το AH-64DHA υστερεί σε κάποιον τομέα έναντι του τουρκικού ελικοπτέρου.
Ο οπλισμός του T-129B είναι ένα περιστρεφόμενο πυροβόλο με 3 κάννες τύπου Gatling Οtomelara TM-197 των 20mm με 500 βολές αναχορηγία, ενώ στους 4×300 κιλά ο καθένας φορείς οπλισμού θα μπορεί να μεταφέρει συνδυασμό από 8 Α/Τ πυραύλους MIZRAK-U/O (πρόγραμμα UMTAS/OMTAS), 4 καλάθους ρουκετών 19 x Hydra 70 ή μέχρι 16 x Roketsan Cirit κατευθυνόμενες ρουκέτες ή 2 διπλούς φορείς για πυραύλους Stinger.
Η ικανότητα διάτρησης θώρακα όμως του πυροβόλου TM-197 θεωρείται ελλιπής. Ενδεικτικά, τα διατρητικά του βλήματα μπορούν να διατρήσουν μόλις 6 χλστ. χάλυβα, κάτι που του αφαιρεί τη δυνατότητα πλήρους καταστροφής ενός σύγχρονου άρματος στο πεδίο της μάχης.
Αντίστοιχα, το πυροβόλο Μ-230 Α1 των 30 χλστ. του AH-64DHA και το Μ-230 Ε1 του AH-64A+ με μέγιστο ρυθμό βολής τα 650 βλήματα/λεπτό είναι αυτό που κάνει τη διαφορά. Με απόθεμα 1.200 βολίδων, δίνει τη δυνατότητα αυξημένης ισχύος πυρός λόγω του μεγαλύτερου διαμετρήματός του σε σχέση με αυτό του Τ-129.
Το Μ-230 απέκτησε ειδικό εξάρτημα πλευρικής φόρτωσης πυρομαχικών στο δεξιό διαμέρισμα ηλεκτρονικών, με το οποίο επιταχύνεται στο μισό ο απαιτούμενος χρόνος φόρτωσης με φυσίγγια, με την απασχόληση ενός μόλις τεχνικού αντί τριών που απαιτούνται στα παλαιότερα AH-64A+.
Επίσης, το AH-64DΗΑ μπορεί να μεταφέρει έως και 16 αντιαρματικά βλήματα Hellfire (AGM-114L, AGM-114K) σε τέσσερις πυλώνες ανάρτησης, αν και κάτι τέτοιο θεωρείται εξαιρετικά σπάνιο, εκτός και αν κληθεί να αντιμετωπίσει μεγάλους μηχανοκίνητους σχηματισμούς, δηλαδή αποστολές υψηλής εντάσεως.
Πιο συγκεκριμένα, το ελληνικό AH-64DΗΑ έχει την ικανότητα τοποθέτησης των βλημάτων AGM-114L, τα οποία έχουν βεληνεκές που φτάνει τα 8 χλμ. Xάρη στον ενεργό αισθητήρα χιλιοστομετρικού κύματος που διαθέτει, σε συνεργασία με το radar Longbow, έχει πλήρεις ικανότητες βολής (fire and forget).
Αντίθετα, τα AH-64A+ και Super Cobra, παρ’ όλο που έχουν τη δυνατότητα εξαπόλυσης βλημάτων Hellfire (AGM-114K), δεν έχουν τη δυνατότητα βολής fire and forget και έτσι μένουν στην εξαπόλυση βλημάτων με συνεχή κατάδειξη του στόχου μέχρι και την καταστροφή του. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε πως τα AGM-114K, παρ’ όλο που δεν έχουν τη δυνατότητα fire and forget, προσφέρουν μεγαλύτερη εμβέλεια από τα AGM-114L.
Η οικογένεια αντιαρματικών βλημάτων Hellfire είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη και δοκιμασμένη σε θέατρα επιχειρήσεων. Χαρακτηριστικό είναι πως το ποσοστό επιτυχούς βολής αγγίζει το 96%.
Αντίστοιχα, τα βλήματα που μπορεί να μεταφέρει το τουρκικό Τ-129 είναι τα Hellfire, τα Spike εκτεταμένης ακτίνας (ER) και στο μέλλον, στην τελευταία παρτίδα ελικοπτέρων, τα τουρκικής κατασκευής αντιαρματικά UMTAS της Roketsan, τα οποία θα καθοδηγούνται με δέσμη λέιζερ και θα έχουν εμβέλεια 8 χλμ.
Τα Spike-ER είναι βλήματα σχεδιασμένα από την ισραηλινή Rafael. Επιτυγχάνουν και αυτά με τη σειρά τους μέγιστη απόσταση βολής 8 χλμ. και είναι πλήρως ολοκληρωμένα με τον υπολογιστή αποστολής της τουρκικής Aselsan.
Διαθέτουν ερευνητή απεικόνισης υπερύθρων (IIR) και εξάρτημα σύζευξης φορτίου (CCD). Είναι βλήμα αυτόνομης κατεύθυνσης (fire and forget) όπως το AGM-114L και δίνει τη δυνατότητα στον χειριστή, αν θελήσει, να το εκτοξεύσει διαμέσου ενσύρματης ζεύξης οπτικών ινών για πρόσκτηση στόχου και επιλογής του σημείου πρόσκρουσης.
Τα παραπάνω βλήματα, σε συνδυασμό με το ολοκληρωμένο σύστημα ένδειξης κάσκας τύπου TopOwl της εταιρείας Thales, καθιστούν τα τουρκικά ελικόπτερα ιδιαιτέρως επικίνδυνο αντίπαλο απέναντι στα ελληνικά άρματα Leopard 2 HELL, Leopard 1A5, Μ48Α5 MOLF και στα μελλοντικά M1A1 και ΤΟΜΑ του ΕΣ.
Tα Τ-129, συνεχίζοντας την παράδοση που έχουν τα Super Cobra του τουρκικού Στρατού, θα έχουν τη δυνατότητα να φέρουν και βλήματα TOW BGM-71 με μέγιστο βεληνεκές 3,75 χλμ.
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τ-129 σε σχέση με το προγενέστερο ιταλικό Α-129 είναι πανομοιότυπα. Άλλαξαν ορισμένα στοιχεία φυσικά, διότι οι Τούρκοι επιζητούσαν να μετατρέψουν το Mangusta σε μια υπερσύγχρονη πολεμική ιπτάμενη μηχανή με δυνατότητες συγκρίσιμες –και ορισμένες φορές και ανώτερες– του AH-64DHA.
Το μέγεθος του Τ-129 είναι σημαντικά μικρότερο σε σχέση με το Apache. Για παράδειγμα, το μήκος της ατράκτου του Τ-129 είναι 12,50 μ., ενώ αντίστοιχα του AH-64DHA 14,67 μ. To T-129 έχει ύψος 3,35 μ., ενώ το AH-64DHA φτάνει τα 4,66 μ., ενώ με την προσθήκη στο δεύτερο του radar Longbow, το ύψος αυξάνεται στα 4,95 μ. Στο Τ-129 μετά από τουρκική απαίτηση θα αντικατασταθούν οι δύο κινητήρες Rolls Royce Gem Mark 1004D από τους νέου τύπου αμερικανικούς LHTEC T800.
Ο κινητήρας φέρει πεντάφυλλα στροφεία και νέες μηχανές LHTEC T800 (CTS800-4) ισχύος των 1.014 kw (1.361 shp). Φέρει επίσης FADEC (Full Digital Engine Control System) και σύστημα καταστολής IR ίχνους. Έχουν ήδη παραγγελθεί 100 κινητήρες ύψους 96 εκ. δολαρίων.
Οι αντίστοιχοι κινητήρες που έχουν τοποθετηθεί στο AH-64DHA είναι οι T700-GE-701-C, οι οποίοι προσφέρουν ανώτερη ισχύ από τους προγενέστερους κινητήρες τύπου Τ700-GE-701 που έχουν τοποθετηθεί στo AH-64A+ λόγω αυξημένου βάρους του πρώτου. Η ισχύς απογείωσης του ελληνικού «Ινδιάνου» είναι 2 x 1.342 kw.
Το ελικόπτερο Τ-129 είναι σημαντικά ελαφρύτερο, με μέγιστο βάρος απογείωσης 5.100 κιλών έναντι των 10.432 κιλών του AH-64DΗΑ, το οποίο έχει και την επιβάρυνση των 260 κιλών του ραντάρ Longbow. Το Τ-129 κενό υπολογίζεται στα 2.530 κιλά, ενώ το Apache φτάνει τα 5.165 κιλά (και με radar Longbow τα 5.352 κιλά).
Με μέγιστο βάρος αποστολής, το Τ-129 επιτυγχάνει ταχύτητα πλεύσης στο επίπεδο της θάλασσας 145 κόμβους. Αντίστοιχα, το AH-64Α+ με βάρος αποστολής 6.813 κιλά επιτυγχάνει ταχύτητα πλεύσης 150 κόμβους και το AH-64DHA με αυξημένο βάρος αποστολής που φτάνει τα 7.270 κιλά επιτυγχάνει 147 κόμβους. Στην περίπτωση του AH-64DHA Longbow τα δεδομένα είναι ελαφρώς δυσμενέστερα λόγω και του επιπλέονβάρους του χιλιοστομετρικού ραντάρ – έτσι, η μέγιστη ταχύτητα πλεύσης είναι μόλις 141 κόμβοι.
O μέγιστος ρυθμός ανόδου του Τ-129 είναι 2.220 πόδια/λεπτό, ενώ του AH-64DHA 2.915 πόδια/λεπτό (με radar Longbow 2.415 πόδια/λεπτό). Όσον αφορά στην οροφή αιώρησης των δύο ελικοπτέρων, την υπολογίζουμε είτε με την επίδραση του εδάφους είτε χωρίς αυτή.
Tο τουρκικό ελικόπτερο χωρίς την επίδραση του εδάφους έχει οροφή τα 10.000 πόδια, ενώ το AH-64DΗΑ φτάνει τα 11.500 πόδια (L: 9.480 πόδια). Με την επίδραση του εδάφους, έχουμε το Τ-129 στα 13.100 πόδια, ενώ το AH-64DHA στα 15.000 πόδια (L: 13.690 πόδια).
H μέγιστη διάρκεια πτήσης με μόνο το εσωτερικό καύσιμο φτάνει για το Τ-129 τις 3 ώρες περίπου, ενώ αντίστοιχα για το AH-64DHA φτάνει περίπου τις 2,5 ώρες. Τα παραπάνω τεχνικά χαρακτηριστικά αναφέρονται πάντα με κανονικές συνθήκες ημέρας και θερμοκρασία 21° Κελσίου.
Πιο συγκεκριμένα η άτρακτος του Τ-129 είναι ιδιαίτερα ενισχυμένης δομής, σχεδιασμένη να αντέχει ακόμη και σε βίαιες προσγειώσεις έκτακτης ανάγκης. Φέρει θωράκιση η οποία παρέχει προστασία στους χειριστές και στα κρίσιμα μέρη του ελικοπτέρου από βλήματα διαμετρήματος από 12,7 έως και 23 χλστ.
Οι πτέρυγες του ελικοπτέρου αντέχουν την πρόσκρουση σε κλαδιά δέντρων πάχους μέχρι 15 εκατοστά.
Αντίστοιχα, η οικογένεια των Apache παρέχει προστασία από βλήματα διαμετρήματος έως 12,7 χλστ. γενικά στην άτρακτο και έως 23 χλστ. σε πιο ευαίσθητα μέρη, όπως το στροφείο.
Τα AH-64DHA και AH-64A+ μπορούν να εκτελέσουν ελιγμούς φόρτισης από -0,5 έως και 3,5 g. Παρόμοια ευελιξία ευελπιστούν να έχουν και οι Τούρκοι στο Τ-129, το οποίο χρησιμοποιεί πεντάφυλλο στροφείο, σε αντίθεση με τα Apache που έχουν τετράφυλλο.
Από το περιοδικό «Στρατηγική» που κυκλοφορεί κάθε μήνα και με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr