Γράφει ο Αθανάσιος Ε. Δρούγος*
Το Βερολίνο επί δικής του εξάμηνης προεδρίας της Ε.Ε. δεν θα ήθελε για πολλούς και διαφόρους λόγους μια υποτροπή στην Ανατολική Μεσόγειο, αφού θα είχε καταλυτικές και γενικότερες επιπτώσεις στην περιφερειακή ασφάλεια και όχι μόνο (π.χ. στο κύρος της χώρας και της καγκελαρίου).
Την ίδια στιγμή οι Αμερικανοί έχουν επιστρέψει αρκετά δυναμικά και σε αυτήν τη γωνιά της υδρογείου (διαφωνώ κάθετα με αυτούς που υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται από διάφορες περιοχές του πλανήτη και διαθέτω άπειρα στοιχεία), ενώ από κοινού με τους Βρετανούς -που ως συνήθως δεν φαίνονται- προωθούν μέσω του γ.γ. του ΝΑΤΟ Νορβηγού Γενς Στόλτενμπεργκ και της Στρατιωτικής Επιτροπής κάποιες «σκέψεις και ιδέες» τοπικής αποκλιμάκωσης μειζόνων αεροναυτικών αντιπαραθέσεων που μπορούν να προκαλέσουν βαθιά ρήγματα στις συμμαχικές δομές. Στην ενδοσυμμαχική διάσταση είναι πολύ σημαντικό να προσδώσουμε την πρέπουσα βαρύτητα -γιατί έχει και θα έχει προεκτάσεις- ενώ διαχρονικά οι σχέσεις των Ερντογάν-Τσαβούσογλου και Ακάρ με τον Στόλτενμπεργκ έχουν κινηθεί σε σχετικό ήρεμο έως και στενό συνεργασιακό πλαίσιο.
1. Σύμφωνα με πληροφορίες του υπογράφοντος από κύκλους της συμμαχίας στις Βρυξέλλες έχουν ήδη πραγματοποιηθεί έξι γύροι επαφών των μόνιμων αντιπροσώπων στη NAMILCOM/MC μεταξύ του αντιναυάρχου Γιάννη Παυλόπουλου (εξαίρετου αξιωματικού) και του αντιπτεράρχου Ισμαήλ Ουνέρ (του κλίματος Ακάρ και ειδικά του αρχηγού των αεροπορικών δυνάμεων Χασάν Κουτσουκαγιούζ), με τη διαμεσολάβηση του προέδρου και αναπληρωτή προέδρου της Επιτροπής Βρετανού πτεράρχου σερ Στιούαρτ Πιτς και του Αμερικανού αντιπτεράρχου (και πολύ καλού γνώστη των νατοϊκών θεμάτων με προϋπηρεσία στην Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση Ευρώπης/SHAPE στη Μονς-Βέλγιο) Σκοτ Κιντσβάτερ.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι πραγματοποιούνται συνέχεια ανταλλαγές εγγράφων, με τους νατοϊκούς και τους Τούρκους να προσπαθούν να γίνουν αποδεκτές με σχετικά γρήγορες διαδικασίες και αποφάσεις (πιέζουν έντονα), ενώ αντίθετα η ελληνική πλευρά εμφανίζεται να κινείται σε πολύ χαλαρούς ρυθμούς (προφανώς κατ’ εντολήν του Α/ΓΕΕΘΑ στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου), κάτι που, παρά τα διπλωματικά λεγόμενα, έχει «εκνευρίσει» τους κύκλους του Στόλτενμπεργκ και τους Αμερικανο-Βρετανούς.
Οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι παρατηρείται μια «διστακτικότητα» σε ό,τι αφορά την ελληνική πλευρά, αφού ανησυχεί ότι «την όποια πρακτική αποδοχή σε τεχνικό-τακτικό επίπεδο είναι πιθανό να την προεκτείνουν οι Τούρκοι και κάποιοι νατοϊκοί σε ευρύτερα ναυτικά ή αεροπορικά ή άλλα ζητήματα». Υπόψη και στο παρελθόν από παρεμφερείς εμπειρίες του πρώην 7ου νατοϊκού αεροπορικού υποστρατηγείου, αλλά και του ΑΤΑ στη Λάρισα, με την αντίστοιχη νατοϊκή διοίκηση (τότε έκτο υποστρατηγείο) στο Εσκή Σεχίρ και την αμιγώς πρώην τουρκική αεροπορική διοίκηση δεν έφεραν αποτελέσματα.
2. Από πλευράς Ελλάδας, ειδικά μετά την επιστροφή το 1980 στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και τη Συμφωνία του τότε SACEUR αείμνηστου στρατηγού Μπέρναρντ Ρότζερς, κυριαρχεί πνεύμα σκεπτικισμού, ενώ βάσει αναλύσεων πολλών νατοϊκών παραγόντων σε εκθέσεις διαδοχικών γ.γ. του ΝΑΤΟ (επί λόρδων Κάρινγκτον, Ρόμπερτσον) επί Χαβιέ Σολάνα, Γιαπ ντε Χουπ Σέφερ, Αντερς Φογκ Ράσμουσεν κ.ά., «δεν χαρακτηρίζονται οι Ελληνες ως στενά συνδεδεμένοι και προσκεκολλημένοι με τη διατλαντική κουλτούρα», ενώ σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μάς θεωρούν «προβληματικούς» στο ευρωατλαντικό γίγνεσθαι (παρά τη διπλωματική προσέγγιση των θεμάτων και των καλών διαπροσωπικών σχέσεων).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Στόλτενμπεργκ είχε για τα Ελληνοτουρκικά ειδική συζήτηση με τον Ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ, του οποίου στενοί συνεργάτες είχαν ασχοληθεί προ δύο χρόνων με την ισπανοβρετανική αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ πλοίων των δύο συμμάχων στα νερά της βρετανικής βάσης του Γιβραλτάρ (υπάρχουν 4 ειδικά έγγραφα). Δεν είναι τυχαίο ότι στην κοινή συνέντευξη Τύπου ο γ.γ. του ΝΑΤΟ αναφέρθηκε στη «συνδρομή» της Μαδρίτης. Πληροφορίες του υπογράφοντος από τις Βρυξέλλες φέρουν τον Σάντσεθ να συνοδευόταν από τον μόνιμο αντιπρόσωπο της Ισπανίας στη συμμαχία πρέσβη δρ Μιγκέλ Φερνάντες Παλάθιος και τον αντιστράτηγο Χουάν Μοντενέγκρο, ενώ ο σχεδόν μισός χρόνος της συνάντησης με τον γ.γ. του ΝΑΤΟ να αφιερώθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο και στην αποσυμπίεση της έντασης.
Επιμένει ο Φιντάν: «Το θέμα δεν είναι μόνο το Αιγαίο, αλλά και η στρατιωτικοποίηση των νησιών»
Η Μαδρίτη έχει πολύ στενές σχέσεις με τον Στόλτενμπεργκ, συμμετέχει (πλην Κοσόβου/KFOR) σε όλες τις αποστολές του ΝΑΤΟ, υποστηρίζει τη «σύγκλιση» λατινοαμερικανικών κρατών με το ΝΑΤΟ (Κολομβία-Βραζιλία κ.λπ.), ενώ και με την Τουρκία διατηρεί ισχυρές διμερείς σχέσεις στα εξοπλιστικά του Ναυτικού, αλλά και με την παρουσία της 74ης σμηναρχίας αντιπυραυλικών συστημάτων PATRIOT-3 την περιοχική άμυνα της στρατηγικής βάσης Ιντσιρλίκ-Αδάνων, όχι μακριά από τα εύφλεκτα τουρκο-συριακά σύνορα. Επιπλέον η Μαδρίτη «διευκολύνει» σχετικές κινήσεις της Αγκυρας στην αφρικανική ήπειρο (πρόσφατες επισκέψεις Τσαβούσογλου κ.λπ.).
3. Αίσθηση έχει προκαλέσει ότι η Αθήνα δεν ζήτησε από την πρώτη στιγμή την επίκληση του Αρθρου 4 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον του 1949 (που είναι τα 14 άρθρα του ΝΑΤΟ) και αναφέρεται σε CONSULTATION/ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ των 30 κρατών για το θέμα των κινήσεων της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ήμασταν σε διαφορετική «τροχιά», αλλά θα γινόταν πιο γνωστή η όλη κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, τη στιγμή που αρκετές χώρες-μέλη επί χρόνια «δυσφορούν» με τα Ελληνοτουρκικά και ήταν/είναι στραμμένες προς τη Λευκορωσία και τις προκλητικές ενέργειες της Μόσχας στα μέτωπα της Βαλτικής/Σκανδιναβικής-Λιβύης κ.λπ. Οι ίδιες πηγές μού ανέφεραν ότι αυτήν την κίνηση την απέτρεψε ο Στόλτενμπεργκ, παρεμβαίνοντας με τη «δέσμη ιδεών» που παρουσίασε ενεργοποιώντας τη Στρατιωτική Επιτροπή, ενώ ζήτησε και τις απόψεις των αντιπροσώπων της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ (λόγω Ε.Ε.), καθώς και του Γερμανού αντιστρατήγου Χανς Βέρνερ Μπάιμαν (επικεφαλής του διεθνούς επιτελείου).
Επιπλέον από ελληνικής πλευράς δεν υπάρχει σχετική ενημέρωση για το πώς εξελίσσονται οι συζητήσεις στη Στρατιωτική Επιτροπή του ΝΑΤΟ.
Οι συζητήσεις και οι «πιέσεις» στο ΝΑΤΟ θα συνεχιστούν, ενώ θα κριθούν σταδιακά από τις όποιες συνομιλίες/61ος γύρος μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας σε διπλωματικό επίπεδο, χωρίς να διαφαίνεται κάποια «αχτίδα προόδου» στο μέλλον, λόγω της διεκδικητικής, ρεβιζιονιστικής και μαξιμαλιστικής τάσης και συμπεριφοράς της ερντογανικής Τουρκίας.
*Ο Δρ Αθανάσιος Ε. Δρούγος είναι Διεθνολόγος-Γεωστρατηγικός Αναλυτής
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr