Σύμφωνα με πληροφορίες ο 44χρονος Νορβηγός είπε στον ανακριτή πως δεν θυμάται τι έγινε και πως «δεν ήθελα με τίποτα να σκοτώσω. Από τη μέρα που γεννήθηκα ζω έναν εφιάλτη. Έχω κακοποιηθεί από την πρώτη μέρα σεξουαλικά, σωματικά και ψυχικά. Μου έχουν επιτεθεί πόλλοι για την εμφάνισή μου. Θυμάμαι μόνο τον πανικό που είχα και δέχθηκα κάποια χτυπήματα. Δυστυχώς δεν μπορώ να αλλάξω αυτό που έγινε. Το μαχαίρι το είχα για αυτοάμυνα».
Σε βάρος του 44χρονου κατηγορούμενου έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για δύο κακουργήματα και δύο πλημμελήματα, ενώ παραμένει υπό κράτηση μετά την απολογία του στον εισαγγελέα.
Τα κακουργήματα αφορούν τις πράξεις της ανθρωποκτονίας με δόλο, τετελεσμένη και σε απόπειρα (η δεύτερη για τον τραυματισμό του κουμπάρου και επιστήθιου φίλου του θανόντος), ενώ τα πλημμελήματα συνδέονται με την παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία και αφορούν το μαχαίρι παλάμης, με το οποίο τέλεσε το έγκλημα.
Ο κατηγορούμενος έφτασε αμίλητος στα δικαστήρια της πόλης, με μάσκα για τον κορονοϊό στο πρόσωπο, χειροπέδες στα χέρια και αλεξίσφαιρο γιλέκο στο στήθος. Δεν είπε το παραμικρό στους δημοσιογράφους. Όπως υποστηρίζει από την πρώτη στιγμή, δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει. Ο 32χρονος αστυνομικός που διασκέδαζε εκτός υπηρεσίας στο ίδιο μπαρ, πέθανε ακαριαία από τα χτυπήματα που δέχτηκε.
Ο 44χρονος κατηγορούμενος εξέφρασε μέσω του συνηγόρου του συλλυπητήρια στην οικογένεια του αστυνομικού, τονίζοντας ότι δεν ενήργησε με ανθρωποκτόνο δόλο. Επικαλέστηκε, δε, μέθη λόγω της κατανάλωσης αλκοόλ, αλλά και ψυχιατρικά προβλήματα που -όπως ισχυρίζεται- αντιμετωπίζει, για τα οποία φέρεται, μάλιστα, να λαμβάνει επίδομα από το νορβηγικό κράτος. Ως προς το ζήτημα της φερόμενης ψυχικής του ασθένειας ζήτησε από τον ανακριτή να διατάξει σχετική πραγματογνωμοσύνη.
Ο Θοδωρής Καραγιάννης, δικηγόρος του Νορβηγού κατηγορούμενου ανέφερε έξω από τα δικαστήρια: «Καταρχήν συλλυπητήρια στην οικογένεια του θύματος. Η θέση του εντολέα μας είναι ότι δεν είχε καμία πρόθεση να σκοτώσει και μάλιστα ενημερώθηκε χθες στις 18:30 απο μένα για την κατάληξη που είχε το θύμα. Αναφορικά τώρα με τη θέση που έχει και την υποστήριξη που ακολουθεί, δεν αμφισβητεί το γεγονός, υπάρχει μία ανθρωποκτονία. Το μόνο το οποίο αμφισβητείται και είναι προς διερεύνηση είναι καταρχήν η θέση του ότι δεν είχε καμία πρόθεση να σκοτώσει και κατά δεύτερον η κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τόσο ο δράστης όσο και το σύνολο των εμπλεκομένων απο πλευρά μέθης, η ψυχική υγεία του δράστη και οι ακριβείς συνθήκες απο τις οποίες προήλθε και οδήγησε στο μοιραίο χτύπημα. Αυτό που ρητά ισχυρίζεται είναι οτι ήταν μία συμπλοκη στην οποία εκείνη τη στιγμή που επιτέθηκε, δεχόταν γροθιές».
Υπενθυμίζεται ότι προανακριτικά, ο Νορβηγός κατέθεσε στους αστυνομικούς ότι προηγήθηκε λεκτική αντιπαράθεση, την οποία πυροδότησε συζήτηση όσον αφορά τις διαφορές ανάμεσα στην πατρίδα του και τη χώρα μας. Ο δράστης αρχικά μαχαίρωσε τον 32χρονο κουμπάρο κι όταν πήγε να μεσολαβήσει ο αστυνομικός τού επιτέθηκε με το ίδιο μαχαίρι στον λαιμό, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα. Για το μαχαίρι φέρεται να είπε ότι το κουβαλάει μαζί του για αυτοάμυνα.
Θεσσαλονίκη: Για το «Ποια είναι πιο ασφαλής χώρα, Ελλάδα ή Νορβηγία;» ο Νορβηγός δολοφόνησε τον 32χρονο αστυνομικό
Για τον ασήμαντο λόγο αναφορικά με το ποια χώρα μεταξύ Ελλάδας και Νορβηγίας είναι πιο ασφαλής φέρεται πως ξεκίνησε ο διαπληκτισμός που οδήγησε στη δολοφονία του 32χρονου αστυνομικού από τον 44χρονο Νορβηγό σε μπαρ της Θεσσαλονίκης τα ξημερώματα της Πέμπτης.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΕΡΤ, για το ασύλληπτο περιστατικό που κόστισε τη ζωή στον 32χρονο αστυνομικό, μαρτυρίες που περιλαμβάνονται στην δικογραφία αναφέρουν πώς ακριβώς έγινε το αιματηρό επεισόδιο μέσα στο μπαρ και λένε ότι η αιτία του καβγά ήταν το ποια είναι η πιο ασφαλής χώρα, η Ελλάδα ή η Νορβηγία.
Δικηγόρος Νορβηγού: «Έχει ψυχική ασθένεια, γιατί στα 17 του δολοφόνησαν μπροστά του φίλο του»
Ο δικηγόρος του δράστη, Θοδωρής Καραγιάννης μίλησε στον Alpha για την υπόθεση: «Δεν θα μπούμε σε καμία λογική να αμφισβητήσουμε τα δεδομένα. Η ανθρωποκτονία δεν αμφισβητείται. Ο θάνατος του αστυνομικού προήλθε από τις πράξεις του κατηγορουμένου, αυτό είναι δεδομένο», είπε αρχικά και πρόσθεσε, «αυτά που χρήζουν διερεύνησης είναι η κατάσταση μέθης στην οποία ήταν τόσο ο δράστης όσο ενδεχομένως και οι υπόλοιποι, η ψυχική υγεία του δράστη και οι ακριβείς συνθήκες. Είναι διαφορετικό εάν υπήρξε συμπλοκή και κατέληξε, όπως κατέληξε και διαφορετικό εάν ο δράστης το ξεκίνησε μόνος του και χωρίς λόγο είναι διαφορετικό εάν γνωρίζονταν ή όχι», σημείωσε ο κ. Καραγιάννης.
Παράλληλα όπως ανέφερε «υπάρχουν κάποιες παράμετροι με βάση τα δημοσιεύματα δεν ανταποκρίνονται στη δικογραφία και σε όσα φαίνονται από τις μαρτυρίες. διαφοροποιούν το σκηνικό όχι σε επίπεδο κοινής γνώμης αλλά σε επίπεδο δικαστικής κρίσης».
Ερωτώμενος για ποιο λόγο ο κατηγορούμενος πήγε να πιει ένα ποτό έχοντας ένα φονικό όπλο, ο συνήγορος απάντησε «αν δεν είχαμε μία ανθρωποκτονία τετελεσμένη και αν δεν είχαμε και μία απόπειρα ανθρωποκτονίας, αν δεν είχαμε ένα τέτοιο έγκλημα, θα σας έλεγα ότι κατανοώ τη σκέψη. Δεν σημαίνει ότι όποιος φέρει ένα τέτοιο όπλο είναι διαθέσιμος να σκοτώνει, ούτε όποιος φέρει τέτοιο όπλο σκοτώνει. Το λιγότερο είναι ότι πήγε να πιει ποτό με ένα μαχαίρι παλάμης στην κατοχή του», συμπλήρωσε.
Για το εάν ο κατηγορούμενος έχει ιστορικό φυλάκισης είπε, «τουλάχιστον στην Ελλάδα δεν έχει κάποια προηγούμενη ανάμειξη, τουλάχιστον δεν υπάρχει κάτι στη δικογραφία».
Κλείνοντας, ο κ. Καραγιάννης αναφέρθηκε στο επίδομα που λαμβάνει ο δράστης από το νορβηγικό κράτος, ενώ στην Ελλάδα δεν εργάζεται και εξήγησε: «Το επίδομα που λαμβάνει είναι σύνταξη αναπηρίας, το λαμβάνει για ψυχιατρική νόσο, η οποία προήλθε γιατί όταν ήταν 17-18 ετών βρέθηκε ο ίδιος μάρτυρας δολοφονίας φίλου του». Ενώ ανέφερε ότι «σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας έπαιρνε την αγωγή του».