της Δρος. Άννας Κωνσταντινίδου*
Την προσεχή Τετάρτη, στην Τζέντα θα διεξαχθεί συνεδρίαση του Οργανισμού Ισλαμικών Κρατών για τις εξελίξεις στην περιοχή.
Και φυσικά, η στάση των ΗΠΑ απέναντι στο Κράτος του Σαούντ είναι αναγκαίο να ερμηνευτεί ως πράξη ιδιαίτερου συμβολισμού, καθώς η ψυχρότητα στις σχέσεις τους και με έρεισμα το ουκρανικό παραμερίστηκε, συνεργαζόμενες στενά -ως φαίνεται- πλέον οι δύο χώρες, καθώς η Αμερική αναγνωρίζει ως πυλώνα της Αραβικής Διπλωματίας με τη Δύση τη Σαουδική Αραβία.
Είναι αναγκαίο να ειπωθεί σε όλους τους τόνους, ότι η βιτρίνα της έντασης είναι αυτό που βλέπουμε να εκτυλίσσεται στη Μέση Ανατολή, καθώς στην πραγματικότητα η βασική αιτία είναι η Αφρική, αναδεικνύοντας ότι το θέμα έχει να κάνει με την αναγέννηση της Ισλαμοκρατίας στα περιβάλλοντα που για πολλές δεκαετίες άφησε μόνα τους η Δύση, και ήταν πάρα πολύ αργά με τις ενέργειες των τελευταίων χρόνων να τα επαναπροσεγγισει. Και αυτά τα κράτη στην πλειονότητα τους βρίσκονται σε όλο το εύρος της αφρικανικής ηπείρου, στα οποία κατάφερε να βάλει πόδι η Τουρκία, βρίσκοντας “ελεύθερο το έδαφος” από τον δυτικό παράγοντα. Η τελευταία εναργής “ενασχόληση” των Ευρωπαίων και εν γένει των Δυτικών με την ήπειρο αυτή, ωστόσο και πάλι για όχι ευχάριστους λόγους, ήταν στις αρχές του 1990, με τον εμφύλιο στη Ρουάντα ανάμεσα σε Χούτου και Τούτσι.
Ο Άντονι Μπλίνκεν με τον Σαουδάραβα ομόλογό του συζήτησε την κατάσταση σε Σουδάν και Υεμένη, φανερώνοντας αυτό που λέμε διαρκώς ότι η τρομοκρατική ενέργεια εναντίον του Ισραήλ είχε πρόσημο θρησκευτικό -πολιτισμικό και κοινωνικό (Ισλαμοκρατια, γαρ) και κάθε άλλο παρά αφορούσε την Παλαιστίνη ως διεθνές και εθνοφυλετικο ζήτημα. Κι ας μην ξεχνάμε κάτι, ότι στη Γερμανία αντισημιτιστές που πρόσκεινται στα δύο ιδεολογικά άκρα στοχοποιησαν εβραϊκές κοινότητες και εβραϊκές εστίες, θυμίζοντας εποχές που η Ανθρωπότητα λαβώθηκε ως κοινωνιολογική, κοινωνική και πολιτισμική υπόσταση, αποδεικνύοντας τις αιτίες της τρομοκρατικής επίθεσης του περασμένου Σαββάτου εναντίον του Ισραήλ.
Υπήρχαν προειδοποιητικά μηνύματα ήδη με τα γεγονότα σε Σουδάν και Αιθιοπία από την άνοιξη που μας πέρασε (αλλά και μέσω της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης), ότι το Ισλάμ (άλλο Ισλάμ και άλλο Μουσουλμανισμός, παρόλο που εμείς οι Δυτικοί τις θεωρούμε ταυτόσημες έννοιες) καραδοκεί μετά από μία περίοδο ύφεσης σχεδόν δέκα ετών.
Έλληνες μαθητές: Όλη ημέρα στο κινητό, αλλά χαμηλές ψηφιακές επιδόσεις
Και ενώ τα Κινήματα της Αραβικής Άνοιξης βρήκαν πρόσφορο έδαφος να ξεσπάσουν την χρονική περίοδο 2008-2012, καθώς όπως αναφέρουν οι μελετητές του Μουσουλμανισμού η ανεργία που υπήρχε στα εν λόγω περιβάλλοντα (κυρίως της αφρικανικής ηπείρου) ως αποτέλεσμα της σταδιακής πτώσης των γνωστών οικονομικών συστημάτων, του καπιταλισμού και του κομμουνισμού, έδωσαν πάτημα στους καθοδηγητές και στυλοβάτες του Ισλάμ (και από πίσω τα κράτη υποστηρικτές των ακραίων οργανώσεων) να εμφυσήσουν στους πληθυσμούς ότι με μόνο στυλοβάτη τη θρησκεία θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν, φέροντας ως εκ τούτου, εκ νέου στο προσκήνιο τα ακραία ισλαμιστικά κινήματα που υπήρχαν σε ύφεση ήδη από τη δεκαετία του 1950, τώρα, βλέπουμε ότι δευτερευόντως τα κίνητρα έχουν να κάνουν με το ακραιφνές οικονομικό σκέλος των κοινωνιών, αλλά αντίθετα η διάσταση που φέρει ο συγκεκριμένος “πόλεμος” έχει πολυπαραγοντικό πρόσημο. Διότι πολύ απλά η “εξέλιξη” των πολιτειακών μορφωμάτων αυτών των κοινωνιών της ανατολικής περιφέρειας μετά την απομάκρυνση της Δύσης, στηρίχθηκε κυριότατα σε ό,τι τους διοχετεύουν σε συνειδησιακό επίπεδο οι νέοι πάτρωνές τους, που το κυριότερο Κράτος είναι η Τουρκία.
Και ενώ κάποτε λέγαμε ότι η πυριτιδαποθήκη του Κόσμου είναι τα Βαλκάνια, από το 2010 και μετά είναι η Αφρική. Γιατί ενώ η Δύση απομακρύνθηκε, εντούτοις το κενό φυσικά στο μεγαλύτερο ποσοστό και σε κάθε κοινωνιολογικό επίπεδο το κάλυψε η Τουρκία, δευτερευόντως η Ρωσία μέσω των οικονομικών κινήτρων, όμως στην Αφρική έχουν μπει με σοβαρό πόδι τόσο η Κίνα όσο και το Ισραήλ.
Η πάλη πολιτισμών έτσι όπως την έθεσε ο Χάντιγκτον κυρίως είναι εμφανής, καθώς γίνεται ενός είδους κοινωνικής ανθρωπολογικής διάθλασης, στα ευρωπαϊκά περιβάλλοντα, ενώ αντίθετα αυτό που λαμβάνει χώρα στην αφρικανική ήπειρο είναι μία πάλη για το ποια από τις ανατολικές δυνάμεις (Ισραήλ, Ρωσία, Κίνα, Τουρκία) θα κυριαρχήσει στην Αφρική, ώστε να καταστεί κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη στο νοτιοανατολικό χώρο και ευρύτερα στην ανατολική περιφέρεια.
Και μπορεί τα κράτη αυτά να έχουν διαφορετική υπόσταση για το Διεθνές Σύστημα και κυρίως τη Δύση, όμως η τελική κατίσχυση στην Αφρική θα διαμορφώσει τους νέους διπλωματικούς συσχετισμούς με τη διάνοιξη των νέων δρόμων, αλλά κυρίως το ενδιαφέρον που δείχνουν ξανά οι ΗΠΑ για την περιοχή, που μόνο κατά τη δεκαετία του 1950 και 1960 έδειξαν.
Χώρες που μεταξύ τους δείχνουν να έχουν σχέσεις, όμως επί της ουσίας για διαφορετικούς λόγους και με διαφορετικά κίνητρα που αυτά δημιουργούνται στη βάση της ισχύος τους θέλουν να είναι αυτές που θα έχουν την πρωτοκαθεδρία της Διπλωματίας σε Ασία και Αφρική (είτε με τον καλό είτε με τον κακό τρόπο).
Και φυσικά, πάντα ήταν και πάντα είναι, αλλά και πάντα θα είναι (ακόμα και για την Αφρική, μια και έχει αραβικές χώρες) το κλειδί της διπλωματίας στην ανατολική περιφέρεια, οι Άραβες….που όποιος τους έχει, αυτόματα κινεί τα νήματα του Διεθνούς Συστήματος…
*Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).