Ο γνωστός ποινικολόγος, τους επόμενους μήνες, θα κληθεί να βρεθεί ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου όχι ως συνήγορος κάποιου κατηγορουμένου, αλλά ως κατηγορούμενος σε μια δίκη που αναμένεται να συγκεντρώσει τα φώτα της δημοσιότητας.
Στο εδώλιο
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών στέλνει, τελικά, στο εδώλιο τον ποινικολόγο για τον άγριο ξυλοδαρμό της εν διαστάσει πλέον συζύγου του, Σοφίας Πολυζωγοπούλου, για το αδίκημα της ενδοοικογενειακής επικίνδυνης σωματικής βλάβης, που τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη, και όχι για το κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, που επισύρει ποινή κάθειρξης.
Αυτομάτως με την αλλαγή της κατηγορίας σε πλημμέλημα αίρεται το μέτρο της προσωρινής κράτησης, οι δικαστές διατάσσουν την αποφυλάκισή του και του επιβάλλουν σειρά περιοριστικών όρων, όπως την απαγόρευση προσέγγισης της συζύγου του και της οικίας της σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων και απαγόρευση επικοινωνίας μαζί της άμεσα ή έμμεσα με τη χρήση τεχνικών μέσων ή μέσω τρίτων.
Μάλιστα, η μόνη επικοινωνία που του επιτρέπεται εφεξής είναι σε ό,τι αφορά την ανήλικη κόρη τους και αυτή σε ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο μέσω των δικηγόρων των δύο πλευρών, αφού ακόμα και η παράδοση και η παραλαβή του παιδιού από τη μητέρα του ή από άτομο που αυτή έχει εξουσιοδοτήσει θα λαμβάνουν χώρα έξω από το Αστυνομικό Τμήμα του τόπου κατοικίας της κ. Πολυζωγοπούλου, ενώ κατά την παράδοση-παραλαβή του ανηλίκου ο κατηγορούμενος δεν θα μπορεί να απευθύνεται προς το πρόσωπο που το συνοδεύει. Επιπλέον, του επιβάλλεται συμμετοχή σε συμβουλευτικο-θεραπευτικό πρόγραμμα του Εθνικού Κέντρου Αλληλεγγύης.
Ιατρικά στοιχεία
Τη μετατροπή της κατηγορίας από κακούργημα σε πλημμέλημα είχε ζητήσει και η εισαγγελέας Βαρβάρα Γνεσούλη, ενώ στο 32 σελίδων βούλευμά τους οι δικαστές σημειώνουν πως με βάση τα ιατρικά στοιχεία και τα όσα κατέθεσε η 37χρονη δικηγόρος τα χτυπήματα που δέχθηκε «δεν ήταν τέτοιας διάρκειας, ώστε να προκαλέσουν μια επικίνδυνη κατάσταση, έστω μικρής διάρκειας, στα πλαίσια της οποίας η παθούσα προσέγγισε τον θάνατο» ή ότι εξαιτίας αυτών της προκλήθηκε κάποια αναπηρία, έστω και πρόσκαιρη.
Οπως εξηγούν, «από κανένα στοιχείο της δικογραφίας, παρά τα αντιθέτως ισχυριζόμενα από τον ίδιο τον κατηγορούμενο κατά την απολογία του ενώπιον της ανακρίτριας, δεν αναιρείται ο δόλος του να προκαλέσει στην παθούσα τις ως άνω σωματικές βλάβες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν κίνδυνο ζωής της ή βαριά σωματική της βλάβη».
Επιβαρυντικό για τον Απόστολο Λύτρα είναι το γεγονός ότι «εκ της δικηγορικής του ιδιότητας, είχε την ανωτέρω γνώση και θέλησε την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης της επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε βάρος της συζύγου του, αδιαφορώντας για το άδικο της πράξης που πραγμάτωνε, ενώ γνώριζε την απαξία της, και εκ της ιδιότητάς του θα έπρεπε να απέχει από την πραγμάτωση της, γεγονός που καθιστά την πράξη του ως μείζονος απαξίας, και ο ισχυρισμός του ότι ενήργησε ενστικτωδώς, χωρίς αναφορά οποιασδήποτε ενέργειας της παθούσας σε αντίδραση της οποίας αυτός ενήργησε, να στερείται βασιμότητας».
Δεν νοσηλεύτηκε
Οι δικαστές εξηγούν ότι η παθούσα δεν νοσηλεύτηκε μετά τον ξυλοδαρμό της ούτε υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για την ανακοπή του κινδύνου της ζωής της, όπως θα αναμενόταν αν πράγματι ο κίνδυνος είχε δημιουργηθεί και δεν βρισκόταν απλώς στο στάδιο της δυνατότητας επέλευσής του.
«Περαιτέρω, οι σωματικές βλάβες που υπέστη η παθούσα δεν είχαν ως συνέπεια τη βαριά και μακρόχρονη αρρώστια της, εφόσον με αυτές δεν αλλοιώθηκε η λειτουργία κάποιου οργάνου του σώματός της ή δεν διαταράχθηκε η ψυχική της υγεία, σε σημείο που να θίγεται η λειτουργία του οργανισμού της. Επιπρόσθετα, συνέπεια των σωματικών βλαβών που υπέστη δεν απέκτησε οποιαδήποτε αναπηρία…», καταλήγουν στο βούλευμα τους.