«Η συναίνεση χτίζεται δεν είναι δεδομένη. Και σημαίνει συμφωνίες και διαφωνίες», είπε ο υπουργός, επισημαίνοντας την γενική αποδοχή της πρότασης του ΙΕΠ, από τους ομιλητές που τοποθετήθηκαν σήμερα, Τετάρτη.
Εξάλλου, με την ακρόαση των πρώην γενικών γραμματέων του υπουργείου Παιδείας, του πρώην προέδρου του ΙΕΠ και τους εκπροσώπους από την Σύνοδο των πρυτάνεων και την σύνοδο των προέδρων, ολοκληρώθηκε η φάση ακρόασης των φορέων στην Επιτροπή.
Σε γενικές γραμμές, οι τοποθετήσεις των ομιλητών κινήθηκαν στο ίδιο μήκος κύματος σχετικά με το τωρινό σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Είναι εξαιρετικά προβληματικές οι πανελλαδικές», είπε ο υπουργός συνοψίζοντας τις θέσεις των ομιλητών, τονίζοντας ότι σαν σύστημα είναι «προφανώς αδιάβλητο», ωστόσο, «το ζητούμενο είναι να βρούμε και το αξιόπιστο».
Πάντως, ο υπουργός, αλλά και ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Γιάννης Παντής, ανέφεραν ότι θα πρέπει να έχουν λόγο τα πανεπιστήμια στο ποιοι μπαίνουν σε αυτά. Θέση που υποστήριξε νωρίτερα ο πρύτανης του ΕΜΠ Γιάννης Γκόλιας, ζητώντας ουσιαστικότερη εμπλοκή των πανεπιστημίων στη διαδικασία επιλογής φοιτητών, με βάση κάποια ελάχιστα κριτήρια, όπως ένα κατώτατο επιτρεπτό όριο βαθμολογίας, τα οποία θα διαφοροποιούνται από τμήμα σε τμήμα. Κάτι το οποίο βρήκε σύμφωνο και τον πρώην γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας Βασίλη Κουλαϊδή, ο οποίος πρόσθεσε ότι με τη δημοσιοποίηση των κριτηρίων των τμημάτων, θα σπάσει η απόλυτη ομοιομορφία.
Ο Γιάννης Γκόλιας, ωστόσο, στην εισήγησή του προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, προτείνοντας να καθορίζεται ανά τμήμα και ο αριθμός των εισαγόμενων και από τον αριθμό αυτό να καθορίζεται και η κρατική επιχορήγηση.
Υπέρ της μετατροπής του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων σε ανεξάρτητη αρχή, όπως ήταν αρχικά σχεδιασμένο, τάχθηκε ο Γιώργος Μπαμπινιώτης, ο οποίος στην εισήγησή του προέβη σε συνολική κριτική των αλλαγών που έχουν θεσπισθεί τελευταία. «Να υπάρξει μία ανεξάρτητη αρχή, που θα κάνει τις εξετάσεις και για τις ενδοσχολικές εξετάσεις όπου χρειάζεται και για τις Πανελλαδικές. Μια αρχή, που θα δίνει την ευκαιρία σε έναν υποψήφιο να ξαναδώσει κάποιο μάθημα και να βελτιώσει το βαθμό του, χωρίς να περιμένει έναν χρόνο. Αυτό θα σήμαινε ένα πιο ανθρώπινο, πιο δίκαιο και πιο ουσιαστικό σύστημα», είπε ο Γιώργος Μπαμπινιώτης.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ήταν και ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Θανάσης Κυριαζής: «Ο ΕΟΕ ήταν να αναλάβει τις εξετάσεις στο υπουργείο. Αν αυτό δε μπορούμε να το κάνουμε, να τον καταργήσουμε. Παραλύει όλο το υπουργείο όταν γίνονται οι εξετάσεις», είπε.
Όσον αφορά στις προτάσεις του ΙΕΠ για το λύκειο, ο Γιώργος Μπαμπινιώτης, αν και δήλωσε σύμφωνος με το σκεπτικό, διαφώνησε με το «λύκειο – φροντηστήριο». «Από την Α΄ έως τη Γ΄ λυκείου, θα πρέπει να παρέχεται γενική μόρφωση με δυνατότητες επιλογής», είπε και πρόσθετε ότι για να ξαναστηθεί το λύκειο θα πρέπει να προσμετράται ο βαθμός του στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια, αρκεί εκείνος να είναι «αντικειμενικά δωσμένος». «Μόνο έτσι τα παιδιά θα υπολογίζουν τα μαθήματα και τον δάσκαλο και τον βαθμό», εκτίμησε.
Στον αντίποδα, ο Βασίλης Κουλαϊδής τάχθηκε υπέρ μιας πρώτης λυκείου γενικής παιδείας, η οποία θα ακολουθείται από τις δύο τάξεις που θα έχουν μαθήματα προσανατολισμού, μαζί όμως πάντα με τη διδασκαλία ενός πυρήνα μαθημάτων γενικής παιδείας. Πάντως, κανένας από τους σημερινούς ομιλητές δεν τάχθηκε υπέρ του τετραετούς γυμνασίου και του δίχρονου λυκείου.
Ως προς το ζήτημα της κινητικότητας των φοιτητών στα τμήματα κατά το πρώτο έτος φοίτησης, ο Γ. Μπαμπινιώτης εκτίμησε ότι σήμερα πρακτικά δε μπορεί να γίνει η ένταξη σε σχολές και μετά να αποφασίζουν οι φοιτητές το τμήμα. Ο Θ. Κυριαζής από την πλευρά του, τάχθηκε υπέρ της εισαγωγής σε σχολές και όχι σε τμήματα, ενώ ο Γ. Γκόλιας επεσήμανε ότι θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να υπάρχει η δυνατότητα κάποιας κινητικότητας.
Τέλος, σημειώνεται ότι η επόμενη φάση της συζήτησης για την αναμόρφωση του λυκείου και την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως προτάθηκε από τον υπουργό, προβλέπει την εκπόνηση μίας εισήγησης που θα περιλαμβάνει κωδικοποιημένες όλες τις προτάσεις που κατατέθηκαν στις τρεις τελευταίες συνεδριάσεις της επιτροπής.
Η εισήγηση, θα τεθεί στην διάθεση των συμμετεχόντων στον διάλογο, με σκοπό να γίνει η τελική σύνθεση, που θα σταλεί στα κόμματα. Με βάση την εισήγηση αυτή, το υπουργείο θα φέρει την δική του πρόταση στην Επιτροπή, ώστε να προχωρήσει η νομοθετική διαδικασία.