Ο ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία της λήψης απολογιών από τους κατηγορουμένους και έχει ήδη ξεκινήσει να καλεί τους δικηγόρους, ώστε να υπογράψουν την περαίωση της διαδικασίας.
Κατόπιν αυτού, αναμένεται η δικογραφία να διαβιβαστεί στην Εισαγγελία και στη συνέχεια σε Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, προκειμένου αυτό να αποφανθεί οριστικά με βούλευμα ποιοι θα παραπεμφθούν, τελικά, σε δίκη. Ετσι, πλέον στον ορίζοντα φαίνεται και η διεξαγωγή της πολυαναμενόμενης δίκης, κατά τις περισσότερες εκτιμήσεις στις αρχές του 2022.
Αλληλοκατηγορίες
Κατά τη διάρκεια των απολογιών, ουκ ολίγες φορές οι κατηγορούμενοι έστρεψαν τα βέλη τους ο ένας προς τον άλλο, με αποκορύφωμα τον τότε αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος, Σωτήρη Τερζούδη, που κατήγγειλε τον τότε υπαρχηγό του Σώματος, Βασίλη Ματθαιόπουλο, και τον τότε διοικητή του Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων (ΕΣΚΕ), Ιωάννη Φωστιέρη. Για τον δεύτερο, μάλιστα, είχε υποστηρίξει πως τον παρέκαμπτε και ενημέρωνε τον τότε υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Τόσκα, ο οποίος, κατά τον κ. Τερζούδη, αναλάμβανε και επιχειρησιακές πρωτοβουλίες (Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, 21 Μαρτίου)!
Νέο υπόμνημα 70 σελίδων από τον Στ. Κολοκούρη
Aκόμη και στο… παρά πέντε της λήξης της διαδικασίας, πάντως, υπάρχουν κατηγορούμενοι που κάνουν νέες κινήσεις εν όψει της απόφασης του Συμβουλίου, όπως ο νυν αρχηγός της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και τότε διοικητής της ΕΜΑΚ, Στέφανος Κολοκούρης, ο οποίος υπέβαλε νέο υπόμνημα 70 σελίδων, όπου μιλά για παραλείψεις στην έρευνα του ανακριτή.
Σχετικά με την αποδιδόμενη σε αυτόν μη έγκαιρη προσέλευση στην πυρκαγιά στο Μάτι, ο νυν αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος αναφέρει: «Ουδεμία εξωτερική αμέλεια – πλημμελή συμπεριφορά επέδειξα, αφού οι περιστάσεις στο πεδίο μάχης κατάσβεσης της πυρκαγιάς στην Κινέτα δεν επέτρεπαν εξ αντικειμένου την ταχύτερη εκτέλεση της άνω εντολής. Αλλωστε, αυτός ήταν και ο λόγος που ο κ. Υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος δεν επανέλαβε σχετική προς εμέ κλήση του, την οποία, όμως, θα είχε πραγματοποιήσει οπωσδήποτε, εάν δεν είχα δήθεν συμμορφωθεί “εγκαίρως” στην άνω εντολή του», αναφέρει στο υπόμνημά του ο Στ. Κολοκούρης, σχετικά με τον χρόνο που ειδοποιήθηκε να μεταβεί στο Μάτι. Ο ίδιος υποστηρίζει πως ενημερώθηκε να συνδράμει γύρω στις 19:00, ενώ άλλοι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση μιλούν για τις 17:30: «Με πιθανότητα που αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας, ακόμη και αν είχε λάβει χώρα οποιαδήποτε διαφορετική από μέρους μου ενέργεια, μετά τον φερόμενο χρόνο της άνω εντολής, δηλαδή περί ώρα 17:30, δεν θα μπορούσα και πάλι να αποτρέψω το άνω τραγικό αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα θα ήταν και πάλι το ίδιο, σύμφωνα με τον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο προσελεύσεώς μου, ως ανωτέρω, τις επικρατούσες συνθήκες (μεγάλη ένταση του ανέμου, ανάγλυφο της περιοχής, πυκνή βλάστηση) και τα χαρακτηριστικά της πυρκαγιάς (υψηλό πυροθερμικό φορτίο, μέτωπο πυρκαγιάς τριών χιλιομέτρων), η οποία χαρακτηρίζεται ως Περιφερειακή Καταστροφή Μεγάλης Εντασης και ήταν αδύνατον να κατευνασθεί».
Και άλλες ποινικές διώξεις, στους 28 οι κατηγορούμενοι
Εντυπωσιακό είναι, επίσης, το ότι κατά τη διάρκεια της ανάκρισης σε πολλές περιπτώσεις ασκήθηκαν νέες ποινικές διώξεις εις βάρος προσώπων που αρχικά δεν είχαν κατηγορηθεί, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή οι κατηγορούμενοι να έχουν φτάσει τους 28. Μεταξύ αυτών είναι η Μαρία Ξυλάγγουρα, αξιωματικός του Συντονιστικού Κέντρου Δασοπυρόσβεσης, που την αποφράδα ημέρα είχε τον κομβικό ρόλο της επικοινωνίας με όλα τα εναέρια μέσα της Πυροσβεστικής, ενημερώνοντας τον κ. Φωστιέρη και μεταφέροντας τις εντολές του. Παρά το γεγονός πως έχει κατατεθεί ευρέως ότι μόνο ένα ελικόπτερο επιχείρησε περιορισμένες ρίψεις πάνω από το Μάτι το μοιραίο απόγευμα, η κ. Ξυλάγγουρα στην απολογία της επέμεινε πως απογειώθηκαν συνολικά επτά εναέρια μέσα και είχε δοθεί εντολή σε άλλα δύο, στην πραγματικότητα, όπως όλα δείχνουν, όταν τα υπόλοιπα εναέρια έφτασαν, η φωτιά είχε ήδη σβήσει στη θάλασσα, ολοκληρώνοντας το καταστροφικό της έργο.
Νεκρά βρέφη στην Αμαλιάδα: Τι κατάθεσε η μητέρα του Παναγιωτάκη για την Ειρήνη
Ευθύνη
Ο ανακριτής αποδίδει στην κατηγορουμένη ευθύνη (όπως και στον κ. Φωστιέρη) για το γεγονός ότι το ένα ελικόπτερο που κατευθυνόταν προς το Μάτι αποσπάστηκε στα διυλιστήρια της Κορίνθου, όπου, όπως φαίνεται από τα στοιχεία της δικογραφίας, η φωτιά που είχε ξεσπάσει κοντά είχε τεθεί υπό έλεγχο. «Γνωρίζω από την πυροσβεστική μου εκπαίδευση ότι, όταν μια φωτιά είναι ελεγχόμενη, αυτό δεν σημαίνει πως έχει πλήρως κατασβεστεί και έχει διαφύγει τον κίνδυνο αναζωπύρωσης, ειδικότερα για μια μέρα σαν την 23/7/2018, που φύσαγαν θυελλώδεις άνεμοι», ανέφερε για την απόσπαση του ελικοπτέρου. Η κατηγορουμένη ανέφερε πως «εκείνη την ημέρα ήταν παρούσα στις εγκαταστάσεις του ΕΣΚΕ σύσσωμη η πολιτική και η φυσική ηγεσία του Σώματος. Πιο συγκεκριμένα, εννοώ τον κ. Καπάκη, τον κ. Τόσκα, καθώς και τους κ.κ. Ματθαιόπουλο και Τερζούδη. Ολοι είχαν γνώση και την ίδια πληροφόρηση και λειτουργούσαν σε κοινή γραμμή. Ομονοούσαν από κοινού», ενώ υποστήριξε πως όλες οι εντολές είχαν τη έγκριση του αρχηγού του Σώματος.
Γ. Καπάκης: «Δεν γνωρίζω αν ο κ. Τόσκας είχε αναλάβει επιχειρησιακή δράση…»
Ο άλλος εκπρόσωπος της τότε πολιτικής ηγεσίας, πλην του Νίκου Τόσκα που βρισκόταν στο ΕΣΚΕ, ήταν ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Καπάκης, με τον ανακριτή να του προσάπτει πως δεν κήρυξε την περιοχή σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και τον ίδιο, στην απολογία του, να υποστηρίζει πως ο ρόλος του ήταν υποστηρικτικός. «Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης είναι ένα διοικητικό μέτρο που δεν αφορά ούτε την κινητοποίηση ούτε την ενεργοποίηση των σχεδίων ούτε τον συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων», υποστήριξε, αποδίδοντας την καθυστέρηση της κήρυξης σε ένα τεχνικό λάθος που έκαναν οι υπηρεσίες της Περιφέρειας Αττικής.
Δεδομένου πως η απολογία του δόθηκε ύστερα από αυτήν του κ. Τερζούδη, ο κ. Καπάκης ρωτήθηκε εάν ο Ν. Τόσκας αναλάμβανε επιχειρησιακές πρωτοβουλίες: «Δεν γνωρίζω αν ο κ. Τόσκας είχε αναλάβει εκείνη την ημέρα επιχειρησιακή δράση. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι ζητούσε διαρκώς ενημέρωση και κινητοποίηση δυνάμεων», απάντησε.
Πέντε ελικόπτερα, μόνο το ένα διαθέσιμο
Κατηγορούμενος, με διάταξη της Εισαγγελίας Εφετών, κατέστη πρόσφατα και ο πρώην υποδιοικητής της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων της ΕΛ.ΑΣ., Ανδρέας Συρογιάννης, ο οποίος στην απολογία του υποστήριξε πως δεν έλαβε ποτέ αίτημα από το ΕΣΚΕ, ώστε να συνδράμει στη διάσωση των πολιτών, προσθέτοντας πως από τα πέντε ελικόπτερα που διέθετε η υπηρεσία, εκείνη την ημέρα υπήρχε μόνο… ένα.
«Το ένα ελικόπτερο βρισκόταν στην Κρήτη με εντολή του τότε αρχηγού και υπαρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Τα υπόλοιπα τρία ήταν στο υπόστεγο της βάσης τεχνικής συντήρησης στα Μέγαρα για υποχρεωτικές τεχνικές εργασίες», υποστήριξε και πρόσθεσε πως σε κάθε περίπτωση τα ελικόπτερα της Αστυνομίας δεν μπορούσαν να πετάξουν, λόγω των καιρικών συνθηκών.
Στο ερώτημα γιατί δεν επικοινώνησε ο ίδιος με το ΕΣΚΕ, ο κ. Συρογιάννης, κατά τις ίδιες πηγές, απάντησε: «Δεν είχα τέτοιο λόγο να το κάνω, καθόσον δεν υπήρχε δυνατότητα να πετάξει το μοναδικό ελικόπτερο που είχα στη διάθεσή μου. Σε κάθε περίπτωση εγώ δεν θα μπορούσα από μόνος μου, ήτοι αυθαιρέτως, καθόσον δεν θα με άφηνε ο πύργος ελέγχου να μεταβώ σε περιοχή πυρκαγιάς χωρίς προηγούμενο αίτημα από το ΕΣΚΕ».
Απόρριψη
Πριν από την άσκηση δίωξης στον κ. Συρογιάννη από την Εισαγγελία Εφετών, πάντως, είχε προηγηθεί αρχικά η απόρριψη του σχετικού αιτήματος (από συγγενείς θυμάτων) από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, με τον εισαγγελέα Κώστα Σπυρόπουλο, σύμφωνα με πληροφορίες, να σημειώνει στη διάταξή του πως ο κατηγορούμενος δεν μπορούσε να λειτουργήσει αυτοβούλως και πως η διάσωση των πολιτών μπορεί να γίνει «οργανωμένα και συντεταγμένα από τους αρμόδιους φορείς (περιφέρεια, δήμους κ.λπ.) μόνο κατόπιν εντολής των αξιωματικών της Πυροσβεστικής που επιχειρούν στον τόπο του συμβάντος, η οποία διαβιβάζεται μέσω του ΕΣΚΕ και όχι τυχαία και ανοργάνωτα».
«Η διάσωση των πολιτών που ήταν εγκλωβισμένοι από την πυρκαγιά ήταν ευθύνη και αρμοδιότητα αποκλειστικά του Πυροσβεστικού Σώματος και όχι της Ελληνικής Αστυνομίας», τονίζει ο εισαγγελέας, με ένα σκεπτικό που θα επανέλθει, αναμφίβολα, στη νομική συζήτηση, την ώρα της δίκης.
Δ. Στεργίου: «Θα μπορούσε να είχαν απομακρυνθεί οι πολίτες»
Εκ των υστέρων κατηγορούμενος κατέστη και ο δήμαρχος Πεντέλης, Δημήτρης Στεργίου, ο οποίος ήταν κοντά στο σημείο όπου άρχισε η πυρκαγιά, εντός των ορίων του δήμου του, στο Νταού. Στην απολογία του, κατά πληροφορίες, υποστήριξε: «Εγώ πήρα τηλέφωνο τον ίδιο τον υπουργό κ. Τόσκα περίπου στις 17:00 για να τον ενημερώσω για την επικινδυνότητα της πυρκαγιάς και να του ζητήσω να σταλούν εναέρια μέσα. Ο κ. Τόσκας γνώριζε για την πυρκαγιά και μου είπε ότι θα έρθουν εναέρια. Μετά από πέντε λεπτά περίπου, και αφού δεν έβλεπα να έρχονται ενάερια, ξαναεπικοινώνησα. Τότε είδα ένα ελικόπτερο Ερικσον στο ύψωμα του Βουτζά. Δεν φαινόταν να επιχειρεί. Δεν ξαναείδα άλλο. Εκτιμώ από την εμπειρία μου ότι, αν από τις 17:00 έως τις 17:30 επιχειρούσαν τουλάχιστον τρία εναέρια και στη συνέχεια άλλα τρία, τότε η πυρκαγιά θα είχε τεθεί υπό έλεγχο από τα επίγεια τμήματα».
Ο κ. Στεργίου εκτιμά πως οι υπόλοιποι εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης όπου κινήθηκε η φωτιά (Δήμοι Μαραθώνα και Ραφήνας) θα μπορούσαν να έχουν προβεί σε διάσωση πολιτών: «Οπως το εφαρμόσαμε εμείς το 2009 στον Δήμο Πεντέλης για τις γειτονιές Γκoρτζέζα και Αγ. Τριάδα. Αρκούν λίγα οχήματα με καρότσα που έχουν όλοι οι δήμοι στη διάθεσή τους, και με έναν υπάλληλο στο καθένα με ντουντούκα, να γυρίσουν τις γειτονιές και να δώσουν εντολή ασφαλούς απομάκρυνσης. Με τα παραπάνω δεδομένα, θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί η ασφαλής απομάκρυνση των πολιτών από τον Ν. Βουτζά και το Μάτι».
Ι. Τσούπρα: «Δεν είχα αρμοδιότητα εντολής εκκένωσης»
Αν και αρχικά είχε απαλλαγεί από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, κατηγορουμένη κατέστη, επίσης, η τότε περιφερειακή σύμβουλος Ιωάννα Τσούπρα, αρμόδια για την Πολιτική Προστασία, η οποία βρέθηκε στον τόπο της πυρκαγιάς και μάλιστα συναντήθηκε γύρω στις 18:30 με τον τοπικό επικεφαλής της Πυροσβεστικής, Χαράλαμπο Χιώνη, και τον δήμαρχο Ραφήνας, Ευ. Μπουρνού, εν μέσω της πύρινης λαίλαπας.
«Γύρω στις 18:30 ο κ. Χιώνης μού είπε ότι είχε πει στον δήμαρχο να φύγει ο κόσμος. Εγώ κατάλαβα ότι αυτό αφορούσε τον κόσμο που ήταν εκεί στη Λεωφ. Μαραθώνος και εμπόδιζε. Κάποιοι έβγαζαν φωτογραφίες και βίντεο. Ρώτησα τον κ. Χιώνη αν χρειάζεται κάτι από εμάς, την περιφέρεια. Δεν μου απάντησε».
Η ίδια, πάντως, ισχυρίστηκε: «Δεν μπορούσα να δώσω εντολή απομάκρυνσης των πολιτών. Τέτοια αρμοδιότητα δεν μου είχε διαβιβαστεί. Αρμόδιος ήταν ο κ. Φιλίππου ως αντιπεριφερειάρχης Δυτικής Αττικής. Εκ των υστέρων έμαθα ότι βρισκόταν στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τον νόμο, γυρίζει η αρμοδιότητα στην κ. Δούρου, η οποία ήταν η μόνη αρμόδια για την απομάκρυνση των πολιτών».
Στην ερώτηση του κ. Μαρνέρη για ποιο λόγο μετέβη στον Ν. Βουτζά, απάντησε: «Πρώτον, για να έχω προσωπική αντίληψη, δεύτερον, είναι η εκλογική μου περιφέρεια και το έκανα επειδή γνωρίζω κόσμο και για την καλή μου την καρδιά».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Ακολούθησε το eleftherostypos.gr στο Google News και μάθε πρώτος όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr