Η κοινή βούληση για περαιτέρω εμβάθυνση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Κίνας αναδείχθηκε από τις δηλώσεις του προέδρου της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, και του Ελληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, μετά τη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου, τη δεύτερη μέσα σε διάστημα λίγων ημερών, και ενώ θα ακολουθήσει νέα επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη την Κίνα τον προσεχή Απρίλιο, στο πλαίσιο της «Πρωτοβουλίας 17+1» που είναι μία πολυμερής συνεργασία χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης με την Κίνα, στην οποία η Ελλάδα πρωτοστατεί.
Το πολύ θερμό κλίμα που για μια ακόμη φορά επικράτησε στις επαφές ανάμεσα στις ηγεσίες των δύο χωρών σηματοδοτεί τη νέα εποχή στις σχέσεις τους, με τον Ελληνα πρωθυπουργό να δηλώνει αισιόδοξος μετά την υπογραφή των 16 συμφωνιών ότι «ο δρόμος τον οποίο ανοίγουμε σύντομα θα γίνει λεωφόρος, καθώς η διμερής συνεργασία μας θα ενισχυθεί σημαντικά».
«Τώρα που η χώρα μας αναπτύσσεται και πάλι και ανακτά πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρύτερη γειτονιά μας αλλά και στην Ευρώπη συνολικά, όχι απλά μένουμε συνεργάτες, αλλά διευρύνουμε τους κοινούς μας στόχους», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
«Θέλουμε και οι δύο πλευρές να διατηρηθεί το επίπεδο των επαφών σε υψηλό επίπεδο και να δοθεί μία μακροχρόνια προοπτική», ανέφερε από την πλευρά του ο Κινέζος πρόεδρος, ο οποίος σημείωσε ότι η χώρα του επιθυμεί την ενίσχυση του διαμετακομιστικού ρόλου του Πειραιά, τη διεύρυνση του διμερούς εμπορίου και την ύπαρξη επενδύσεων στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και στον τραπεζικό τομέα.
Ο κ. Τζινπίνγκ χαρακτήρισε την Ελλάδα «λίκνο του κλασικού δυτικού πολιτισμού» και αφού υπογράμμισε πως «τα τελευταία χρόνια οι Ελληνες έδειξαν μεγάλη αντοχή και δούλεψαν σκληρά απέναντι σε μεγάλες δυσκολίες για να αποκαταστήσουν την αυτοπεποίθησή τους και την οικονομική ανάπτυξη», σημείωσε ότι και οι δύο χώρες βρίσκονται σε σημαντική φάση μεταρρύθμισης και ανάπτυξης και η συνεργασία τους θα είναι σε αμοιβαίο όφελος.
Ο κ. Μητσοτάκης χαιρέτισε τις εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα με τη δραστηριοποίηση στη χώρα μας μεγάλων κινεζικών τραπεζών, τονίζοντας ότι θα διευκολύνει περαιτέρω τις κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ενώ κοινή ήταν η διαπίστωση για τη διαρκή δυναμική που παρουσιάζουν οι τουριστικές ανταλλαγές και ο στόχος που τέθηκε είναι να φτάσουμε το 2021 τους 500.000 Κινέζους επισκέπτες στην Ελλάδα.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός τόνισε επίσης ότι η χώρα μας «έχει πάρα πολλά να κερδίσει από το άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς της Κίνας, από τα αγροτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας και το μάρμαρο μέχρι τους Ελληνες προμηθευτές ναυτιλιακού εξοπλισμού», καθώς παραπάνω από 1.000 ελληνόκτητα πλοία ναυπηγήθηκαν στην Κίνα τα τελευταία 15 χρόνια.
Σημαντικό ρόλο στις σχέσεις των δύο χωρών διαδραματίζουν όμως και οι ελληνο-κινεζικές πολιτιστικές σχέσεις που, σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, «καθίστανται ένας “ιμάντας” επικοινωνίας μεταξύ δύο σπουδαίων πολιτισμών που άφησαν μοναδικό αποτύπωμα στην Ανατολή και τη Δύση και αυτός, με τη σειρά του, μετατρέπεται σε μία αθόρυβη αλλά εξαιρετικά δημιουργική γέφυρα κατανόησης ανάμεσα σε Ευρώπη και Ασία, κάτι που είναι το ζητούμενο σήμερα».
Κίνηση τώρα: Νέο κύμα εκδρομέων - «Μπούκωσε» η Αττική Οδός, μεγάλες καθυστερήσεις
Ο πρόεδρος της Κίνας επισήμανε και την πρόταση για Eτος Πολιτισμού και Τουρισμού μεταξύ των δύο χωρών, αναφορά στην οποία γίνεται και στο πλαίσιο της Κοινής Διακήρυξης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για την ενίσχυση της Ολοκληρωμένης Στρατηγικής Συνεργασίας. Σε αυτήν αναφέρεται ότι «οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι πρέπει να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους στους τομείς της πολιτιστικής κληρονομιάς, της αρχαιολογίας, της τέχνης, της εκπαίδευσης και του τουρισμού» και «είναι έτοιμες να εξετάσουν θετικά δραστηριότητες, όπως τη διοργάνωση Ετους Πολιτισμού και Τουρισμού στην Ελλάδα και την Κίνα το 2021».
Στο «μενού» και τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Μετά τη συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών και την τελετή για την ανταλλαγή των διμερών συμφωνιών, ο Ελληνας πρωθυπουργός παρέθεσε γεύμα προς τιμήν του προέδρου της Κίνας σε εστιατόριο με θέα τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.
Σε πρόποσή του αναφέρθηκε στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα, λέγοντας στον Κινέζο πρόεδρο, ο οποίος προγραμματίζεται να επισκεφθεί σήμερα το Μουσείο της Ακρόπολης, ότι θα έχει την ευκαιρία να διαπιστώσει και ο ίδιος «πόσο σημαντικό και δίκαιο είναι το αίτημα της Ελλάδας για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα».
«Οπως θα δείτε, τα μισά γλυπτά είναι στο Μουσείο της Ακρόπολης και για τα άλλα μισά θα δείτε ομοιώματά τους, γιατί τα πρωτότυπα βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης.
Στο γεύμα παρακάθησαν από ελληνικής πλευράς οι υπουργοί Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, και Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, η διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ο επικεφαλής του οικονομικού του γραφείου, Αλέξης Πατέλης, η πρόεδρος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», Γιάννα Αγγελοπούλου, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θάνος Δημόπουλος, και από τον εφοπλιστικό και επιχειρηματικό χώρο οι Γιώργος Προκοπίου, Μελίνα Τραυλού, Πάνος Λασκαρίδης, Μιχάλης Λεμπιδάκης και Αχιλλέας Κωνσταντακόπουλος.
«Αναβαθμίζεται η στρατηγική σχέση Ελλάδας-Κίνας»
Επίσημο δείπνο προς τιμήν του κ. Τζινπίνγκ παρέθεσε το βράδυ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος υπογράμμισε στην προσφώνησή του ότι η επίσκεψη του προέδρου της Κίνας στην Αθήνα «ανοίγει ένα νέο, καθοριστικής σημασίας, κεφάλαιο στις ήδη εξαιρετικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κίνας, αναβαθμίζοντας ουσιωδώς τη στρατηγική μας σχέση, όπως αυτή είχε δρομολογηθεί το 2006, με αφετηρία την επένδυση της Cosco».
Επισήμανε παράλληλα ότι «οι Ελληνες ενεργούμε πάντα και έναντι πάντων ως υπερασπιστές αλλά και εγγυητές της διεθνούς και της ευρωπαϊκής νομιμότητας» και έστειλε μήνυμα στη γείτονα Τουρκία λέγοντας ότι «τείνουμε χείρα φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή της προοπτική, πλην όμως τούτο εξαρτάται από τον εκ μέρους της πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Δικαίου της Θάλασσας κατά τη Συνθήκη του Montego Bay του 1982».
«Και αυτό το σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου έχουμε και τη βούληση και τη δύναμη να τον επιβάλουμε», πρόσθεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος σημείωσε επίσης ότι η χώρα μας είναι υπέρ της έναρξης και προώθησης της διαδικασίας ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση κρατών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, τα οποία δεν είναι ακόμη μέλη, ξεκαθαρίζοντας πως «τούτο όμως προϋποθέτει την πλήρη συμμόρφωσή τους στο σύνολο του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, δίχως καμία εξαίρεση ή έκπτωση».
Αναφερόμενος τέλος στο Κυπριακό, υπενθύμισε ότι είμαστε υπέρ της άμεσης δίκαιης και βιώσιμης λύσης του, με πλήρη τήρηση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. «Πράγμα που σημαίνει», συμπλήρωσε, «ότι η Κυπριακή Δημοκρατία μόνον ως ομοσπονδιακού τύπου κράτος μπορεί να νοηθεί, το οποίο μάλιστα δεν ανέχεται μειωμένη κυριαρχία, με στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων».
Από την έντυπη έκδοση