Ο Ανδρέας Δημητρίου, δύο μήνες μετά την ανείπωτη καταστροφή με τους 99 νεκρούς, ανάμεσα στους οποίους το παιδί του και η σύζυγός τους, βρήκε τη δύναμη να μιλήσει on camera, στην εκπομπή της Ελεονώρας Μελέτη στο Alpha, για τα όσα τραγικά συνέβησαν εκείνη την μαύρη Δευτέρα και σημάδεψαν για πάντα τη ζωή του.
«Ήμουν σε επιφυλακή εκείνη την ημέρα ώσπου ήρθε μήνυμα από την υπηρεσία μου, όπου έπρεπε να πάω να συντονίσω τη φωτιά. Η Μαργαρίτα ετοίμαζε τα ρούχα μου για να μπορέσω να φύγω πιο γρήγορα για τη δουλειά κι αφού με βοήθησε την αποχαιρέτησα κι έφυγα. Ήταν 17.30 περίπου το απόγευμα όταν ενημερώθηκα από κάποιον συνάδελφο ότι η φωτιά πλησιάζει τον οικισμό όπου βρισκόταν το σπίτι μου. Αμέσως ενημέρωσα τη Μαργαρίτα για τη φωτιά γιατί η γυναίκα μου ήταν στο κρεβάτι με τον μπέμπη εκείνη την ώρα κι εγώ την ενημέρωσα ότι κινδυνεύει. Της είπα: «Μαργαρίτα πάρε το μικρό και φύγε αμέσως από το σπίτι». Προσπάθησε να πάρει κάποια πράγματα και έφυγε.
Όταν προσπαθούσα να τους ξανά καλέσω και δεν μπορούσα να τους βρω, υποψιάστηκα οτι κάτι κακό συμβαίνει.’Ολα τα οχήματα της υπηρεσίας μου ήταν στο μέτωπο της φωτιάς κι έτσι πήρα το δικό μου όχημα για να πάω να τη βρω. Πάνω στον πανικό μου και στην αγωνία μου να φτάσω κοντά στη Μαργαρίτα και το παιδί, οδηγούσα ριψοκίνδυνα.Θα μπορούσα κι εγώ να είχα εγκλωβιστεί μέσα στη φωτιά. Εν τω μεταξύ είχε έρθει κι ένας συνάδερφος μαζί μου, ο οποίος δεν ήταν υποχρεωμένος να έρθει αλλά ήταν ένας πραγματικός φίλος.
Στη δεύτερη επικοινωνία μας, κατάλαβα ότι είναι κοντά στην παραλία και ο θόρυβος ήταν πάρα πολύ έντονος από τον αέρα.Το γνώριζε πολύ καλά η Μαργαρίτα το Μάτι και γνώριζε πολύ καλά τους δρόμους της περιοχής. Στην πρώτη προσπάθεια να φτάσω κοντά στη γυναίκα μου, πήγα από τον παραλιακό δρόμο της λεωφόρου Ποσειδώνος και έφτασα μέχρι κάποιο ξενοδοχείο. Από κει και πέρα δεν μπορούσα να πλησιάσω λόγω του θερμικού φορτίου, του καπνού και των αυτοκινήτων που είχαν κλείσει το δρόμο. Η κατάσταση ήταν τραγική. Δεν μπορούσα να φτάσω κοντά στη γυναίκα μου και το γιο μου ούτε με το αυτοκίνητο ούτε πεζός.Επειδή ένιωθα οτι μας κλείνει η φωτιά, δεν μπορούσα να ρισκάρω και τη ζωή του συναδέλφου μου και γυρίσαμε πίσω. Ταυτόχρονα ενημερώναμε τον κόσμο για την κατάσταση της φωτιάς . Μέχρι να φτάσουμε στην υπηρεσία προσπαθούσαμε να δώσουμε το στίγμα της επικινδυνότητας που υπήρχε στην περιοχή.
Επικοινωνούσα και με τον πεθερό μου γιατί κι αυτός έψαχνε τη Μαργαρίτα με το μωρό. Δεν μπορώ να ξέρω αν η Μαργαρίτα πήρε κάποιο αμάξι ή αν πήγε με τα πόδια στην Αργυρά Ακτή. Ήλπιζα κάπου μέσα μου οτι η Μαργαρίτα και το μωρό θα ήταν ζωντανοί.
Ο πεθερός μου, έφτασε πρώτος στο σημείο που ήταν η Μαργαρίτα και μου είπε: «Είμαι εδώ μαζί με τη Μαργαρίτα αλλά θέλω να είσαι ψύχραιμος όταν θα φτάσεις». Εκεί κατάλαβα οτι κάτι κακό έχει συμβεί. Ο πεθερός μου βρήκε τη Μαργαρίτα μέσα στη θάλασσα μαζί με το μωρό και ο πεθερός μου την έβγαλε έξω. Εγώ τη βρήκα στην παραλία να κάθεται και ο μπέμπης ήταν στα χέρια δυο ανθρώπων όπου προσπαθούσαν να του δώσουν τις πρώτες βοήθειες. Εγώ πήρα στην αγκαλιά τη Μαργαρίτα, προσπάθησα να ακολουθήσω το δρομολόγιο που είχα κάνει λίγες ώρες νωρίτερα και πραγματικά δεν περίμενα να βρω κάποιο ασθενοφόρο.
Η Μαργαρίτα ήταν σε κατάσταση σοκ αλλά παρόλα αυτά είχε τις αισθήσεις της. Της είπα: «Μαργαρίτα, εγώ φταίω» κι εκείνη μου είπε: «Μην το ξαναπείς αυτό. Ο Θεός είναι μεγάλος και θα μας βοηθήσει». Της είπα ότι φταίω γιατί εκείνη την ημέρα πριν φύγω για να πάω στην υπηρεσία, θα πηγαίναμε να δούμε τα ρούχα που θα φορούσε ο μικρός στη βάφτιση, όπου είχαμε προγραμματίσει να τον βαφτίσουμε το μήνα Σεπτέμβριο. Και τότε θυμάμαι που μου είχε πει η γυναίκα μου: «Αντρέα, πάμε πρώτα να δούμε τα ρούχα του παιδιού και μετά πήγαινε στην υπηρεσία. «Εγώ τότε της αρνήθηκα. Αν όμως την είχα ακούσει, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα».
Οι άνθρωποι που είχαν το μωρό, είχαν το σθένος να προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες στο μπέμπη και ενώ με ακολουθούσαν, όσο εγώ κρατούσα αγκαλιά τη Μαργαρίτα κατάφεραν και βρήκαν ένα πυροσβεστικό εθελοντικό όχημα και έφυγαν για το Παίδων. Το παιδί μου ήταν ακόμα ζωντανό.Στη συνέχεια βρήκαμε ασθενοφόρο για τη Μαργαρίτα όπου την έδιωξα κατευθείαν για τον Ευαγγελισμό.
Μιχάλης Μητρούσης για το τροχαίο: «Είμαι τυχερός μες στην ατυχία μου»
Εγώ πήγα αμέσως στο Παίδων για να δω από κοντά τον μπέμπη. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο κατάλαβα οτι το μωρό μας ήταν νεκρό.
Όταν αποχαιρέτησα το γιο μας προσπάθησα να «κρατηθώ» για τη Μαργαρίτα. Βλέποντας την εικόνα της Μαργαρίτας στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας κατάλαβα ότι αυτή η γυναίκα έδωσε μάχη για να προστατέψει το παιδί μας. Δυστυχώς η Μαργαρίτα «έφυγε» 12 μέρες μετά το θάνατο του μωρού μας. Έχασα τα πάντα μέσα σε μια στιγμή. Ήμασταν μαζί 18 ολόκληρα χρόνια και την έχασα πολύ γρήγορα.
Κάθε βράδυ ψάχνω τα «αν», αλλά δεν καταλήγω πουθενά.
Εξακολουθώ να μένω στο σπίτι που έζησα με τη Μαργαρίτα και το μωρό μας.
Το γράμμα της Μαργαρίτας, με τα τελευταία λόγια
«Μέρες μετά όταν πήγα στο νοσοκομείο, αφού είχε “φύγει” η Μαργαρίτα, μαζί με τα άλλα τα χαρτιά που μου έδωσαν που ήταν απαραίτητα για να γίνει η ταφή της, μου έδωσαν κι ένα γράμμα που είχε αφήσει χωρίς να το ξέρω. Μου έδωσαν ένα γράμμα, το οποίο το είχε υπαγορεύσει στον διασώστη. Και το οποίο ήταν ένα γράμμα αποχαιρετισμού με κάποιο τρόπο. Μέσα αναφέρει εμένα και τους γονείς της, δεν αναφέρει πουθενά τον μπέμπη. Δεν ξέρω αν σημαίνει κάτι αυτό, δεν ξέρω αν μπορεί να ερμηνευτεί κάπως αυτό. Το υπαγόρευσε όσο ήταν στο ασθενοφόρο γιατί μετά την διασωληνώσανε και την βάλανε σε καταστολή. Το γράμμα ήταν τα τελευταία της λόγια προς εμένα», είπε ο Ανδρέας Δημητρίου.
https://www.youtube.com/watch?time_continue=2&v=1YSHpuQg8dg
«Θα καταθέσουμε αγωγή κατά του κράτους»
Ο δικηγόρος του Ανδρέα Δημητρίου, Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος, οι οποίοι μίλησαν για πρώτη φορά στην εκπομπή «Μετά τα Μεσάνυχτα» του Αlpha, σε λίγο καιρό πρόκειται να καταθέσουν μήνυση και αγωγή κατά του κράτους.
«Δυστυχώς, η Μαργαρίτα είχε χάσει τον αδερφό της σε τροχαίο πριν από χρόνια στην ίδια περιοχή στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Έτσι, λοιπόν οι γονείς της Μαργαρίτας έχασαν τα δυο παιδιά τους και το εγγονάκι τους. Σε λίγο καιρό θα καταθέσουμε μήνυση και αγωγή κατά του κράτους. Η ληξιαρχική πράξη του μπέμπη γράφει 22.36. Στο νοσοκομείο το μωρό είχε φτάσει από τις 21.00 ή και νωρίτερα. Εάν το βρέφος είχε μεταφερθεί έγκαιρα από ένα σκάφος, πλοίο του Λιμενικού στη Ραφήνα, τότε το μωρό σύμφωνα με τη δική μου γνώμη θα είχε σωθεί. Προφανώς το μωρό πέθανε από αναπνευστικά προβλήματα. Για αυτό και οι δυο άνθρωποι που βρήκαν τον μπέμπη προσπάθησαν να του δώσουν πνοή και τον κράτησαν στη ζωή, όπως τον κράτησε στη ζωή μέχρι τις 22.36 και το γάλα που του έδινε η Μαργαρίτα γιατί τον θήλαζε μέσα στη θάλασσα. Επομένως είμαι βέβαιος ότι ο μικρός θα ζούσε. Εμείς περιμένουμε να πάρουμε τις ιατροδικαστικές εκθέσεις για να συνδέσουμε το θάνατο με τις συγκεκριμένες αμέλειες συγκεκριμένων ανθρώπων».
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]