Η γλαφυρή της περιγραφή περιελάμβανε όπλα, εξάσκηση σφαγής σε αμνοερίφια, νυχτερινές αναρριχήσεις και ξυλοδαρμούς, προκαλώντας ανατριχίλα στο ακροατήριο.
Η εμπειρία της διήρκεσε έξι χρόνια και έληξε το 2010, όταν αποφάσισε να αφήσει σπίτι και δουλειά για να μην την εντοπίσουν μέλη της οργάνωσης, καθώς, όπως είπε στο δικαστήριο, κινδύνευε με άγριο ξυλοδαρμό. Για σταδιακά κλιμακούμενη βίαιη συμπεριφορά από το 2006 και έπειτα έκανε λόγο στην κατάθεσή της, τονίζοντας ότι «από το 2010 άρχισαν να τραβάνε επισήμως μαχαίρια».
Νυχτερινές πεζοπορίες γύρω από την Αθήνα, αναρριχήσεις και «μαθήματα σφαγής και εξουδετέρωσης του εχθρού» αποτελούσαν τις δραστηριότητες των μελών της οργάνωσης, στις οποίες η ίδια δεν συμμετείχε «λόγω της φύσης της» και επειδή «δεν το επιτρέπει η ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού», όπως της είχαν αναφέρει.
Έρχεται ο «Φροντιστής της Γειτονιάς» - Τι θα περιλαμβάνει το νέο πρόγραμμα
«Ημουν στα γραφεία της οργάνωσης όταν ο Νίκος Μίχος ακύρωσε ένα μάθημα σφαγής, όπου θα τους έδειχνε πώς θα χρησιμοποιούν μαχαίρια για να βρίσκουν και να χτυπούν αρτηρίες», ανέφερε στο δικαστήριο. Απαραίτητο αξεσουάρ των μελών ήταν τα όπλα, καθώς τους έλεγαν πως «κινδυνεύουν», ενώ περιέγραψε ότι ο ίδιος βουλευτής του κόμματος της είχε προτείνει να της πουλήσει όπλο και σφαίρες.
Μετά την απόφασή της να αποχωρήσει από την οργάνωση η μάρτυρας ξεκαθάρισε στο δικαστήριο πως είχε δοθεί «εντολή ξυλοδαρμού». Μάλιστα, αναφέρθηκε σε περιστατικό κατά το οποίο ο αδελφός του υπόδικου βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη καθόταν έξω από το σπίτι της «να κοιτάει με σταυρωμένα χέρια», ενώ έκανε λόγο για «επιτηρήτρια» που της είχαν επιβάλει, την οποία έπρεπε να ενημερώνει για τα πάντα. «Η εντολή ξυλοδαρμού δεν φεύγει. Οποιοσδήποτε μικρότερος ξέρει πως όπου με βρει θα πρέπει να μου σπάσει τα πόδια», είπε χαρακτηριστικά.
Σοκαριστική ήταν και η περιγραφή περιστατικού σε αντισυγκέντρωση της Χρυσής Αυγής στη «Βίλα Αμαλία», στην οποία πήγε η ίδια μετά από τηλεφώνημα του κατηγορούμενου Ηλία Κασιδιάρη.
«Εκεί βρήκα τον Κασιδιάρη με περίπου 15 νεαρούς που αποχωρούσαν γιατί η συγκέντρωση αντιεξουσιαστών αριθμούσε 5 χιλιάδες. Μου έδωσαν ρόλο επικεφαλής της ομάδας, με μέλη έναν ανήλικο και έναν μεγαλύτερο. Μας έδωσαν κράνη και ρόπαλα και μας ανέθεσαν να “βαστήξουμε ένα στενό”. Εκεί κατάλαβα πως ήταν τρόπος να με φάνε. Οταν συνειδητοποίησα πως ήμουν με δύο μικρούς αποφάσισαν να εξαφανιστώ. Τους διέταξα να πετάξουν τα ρόπαλα, βάλαμε τον μικρό σε ένα ταξί να φύγει και με τον άλλον κάναμε το ζευγάρι και φιλιόμασταν για να μπορέσουμε να περάσουμε ανάμεσα από τους αναρχικούς», κατέληξε.
Γεωργία Σωτηρίου
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου