Στις εκλογές συμμετέχουν 24 πολιτικά κόμματα και 151 ανεξάρτητοι υποψήφιοι που διεκδικούν έδρες στο 600μελές τουρκικό Κοινοβούλιο.
Στην Κωνσταντινούπολη προχθές ο Ερντογάν χαιρέτισε το τεράστιο πλήθος (παρόμοια συγκέντρωση είχε την προηγούμενη ημέρα ο αντίπαλός του) και υπενθύμισε τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του τα τελευταία 21 χρόνια. Τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι παρευρέθησαν στη μαζική συγκέντρωση της Κωνσταντινούπολης, δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος. Ο Ερντογάν είπε ότι η κυβέρνησή του τριπλασίασε το εθνικό εισόδημα τα τελευταία 21 χρόνια προσθέτοντας: «Μέσα σε 21 χρόνια, προσφέραμε θέσεις εργασίας και τρόφιμα σε 21 εκατομμύρια ανθρώπους που προστέθηκαν στον πληθυσμό μας. Κατασκευάσαμε 10,5 εκατομμύρια νέα σπίτια σε 21 χρόνια και τα παρέχουμε στις οικογένειες».
Επέκρινε την τουρκική αντιπολίτευση για την εχθρική ρητορική της για τα εγχώρια drones ως και τα μαχητικά drones, ενώ δεσμεύτηκε να ενισχύσει περαιτέρω την αμυντική βιομηχανία της χώρας. Σε ό,τι αφορά την ενέργεια, ο Ερντογάν υπενθύμισε τα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων που ανακαλύφθηκαν στη Μαύρη Θάλασσα και στη νότια περιοχή Γκαμπάρ της Τουρκίας και έχουν τεθεί στη διάθεση του τουρκικού έθνους. Ο Ερντογάν είπε επίσης ότι η κυβέρνησή του εφαρμόζει το Great Istanbul Tunnel Project, το οποίο επεσήμανε ότι «θα είναι ο τρίτος αγωγός που θα διέρχεται κάτω από τη Θάλασσα του Μαρμαρά». «Ετοιμάζουμε την Κωνσταντινούπολη για τον αιώνα της Τουρκίας και η Κωνσταντινούπολη θα είναι η ατμομηχανή για την άνοδο του αιώνα της Τουρκίας», πρόσθεσε.
Εντονη κριτική στην πολιτική Ερντογάν και την πολυετή επικυριαρχία του στα πολιτικά πράγματα της χώρας τoυ ασκούν μεταξύ άλλων oι κορυφαίες γερμανικές εφημερίδες, όπως η «FAZ» και η «Suddeutsche Zeitung» (Μόναχο), με άρθρα που επικρίνουν τη στάση του σε ζητήματα οικονομίας, ελευθεριών και σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ κάνουν αναφορές στην πολιτική των ισορροπιών ανάμεσα σε «δύο βάρκες», δηλαδή τη θέση του να «παίζει» με τη δυτική συμμαχία και τη Ρωσία του αυταρχικού Πούτιν στα ζητήματα της Ουκρανίας και στον αραβικό κόσμο.
Μεταξύ άλλων, τονίζεται ότι υπό τον Ερντογάν η Τουρκία έχει επιδείξει στρατιωτική ισχύ στη Μέση Ανατολή και πέραν αυτής (Αφρική) εξαπολύοντας τρεις εισβολές στη Συρία, διεξάγοντας συνεχείς επιθέσεις κατά των Κούρδων στο εσωτερικό της χώρας και στο Ιράκ, ενώ παρείχε στρατιωτική υποστήριξη στη Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν.
Για την αντιπολίτευση τονίζεται ότι τα δύο κύρια κόμματα το κοσμικό/Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό CHP και το κεντροδεξιό εθνικιστικό κόμμα IYI της Μεράλ Ακσενέρ έχουν συμμαχήσει με τέσσερα μικρότερα κόμματα, στο πλαίσιο μιας πλατφόρμας που σκοπό έχει να αντιστρέψει πολλές από τις πολιτικές που ακολουθεί εδώ και δύο δεκαετίες ο Ερντογάν.
Εχουν δεσμευτεί να αποκαταστήσουν την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας και να αντιστρέψουν τις ανορθόδοξες οικονομικές πολιτικές των επιτοκίων του Ερντογάν. Υποστηρίζουν ότι θα καταργήσουν την εκτελεστική του προεδρία υπέρ του προηγούμενου κοινοβουλευτικού συστήματος και ότι θα στείλουν πίσω (χωρίς να το διευκρινίζουν) τους Σύρους πρόσφυγες.
Στόχος τους είναι επίσης να βελτιώσουν τις σχέσεις με τους δυτικούς συμμάχους, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, και να επιστρέψει η Τουρκία στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35, από το οποίο αποκλείστηκε μετά την αγορά ρωσικών αντιπυραυλικών συστημάτων (αν και υπάρχουν αρκετές δυσκολίες).
Την ίδια ώρα, οι Αμερικανοί ζήτησαν από την Τουρκία να στείλει στην Ουκρανία το ρωσικής κατασκευής αντιπυραυλικό της σύστημα S-400, αλλά η Αγκυρα αρνήθηκε, όπως δήλωσε ο Τούρκος ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Η Ουάσιγκτον προ ημερών πρότεινε στην Τουρκία να δώσει τον έλεγχο του συστήματος στις ΗΠΑ ή σε άλλη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας, είπε ο Τσαβούσογλου στον ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό Haberturk, ωστόσο δεν διευκρίνισε πότε έγινε η πρόταση (σύμφωνα με πληροφορίες του υπογράφοντα, η πρώτη φορά ήταν προ διμήνου, κατά την επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ, Αντονι Μπλίνκεν, στην περιοχή και η δεύτερη προ τριών εβδομάδων). «Οι ΗΠΑ μας ζήτησαν να στείλουμε τους S-400 στην Ουκρανία και εμείς είπαμε όχι», ισχυρίστηκε, εξηγώντας ότι αυτές οι προτάσεις ήταν απαράδεκτες, καθώς προσπαθούσαν να παραβιάσουν την τουρκική κυριαρχία.