Στις 19 Απριλίου, η Κίνα και οι Νήσοι του Σολομώντος επικύρωσαν μια συμφωνία ασφαλείας που επιτρέπει στα κινεζικά πολεμικά πλοία να ελλιμενίζονται στο νησιωτικό κράτος για εφοδιασμό και επισκευές. Η συμφωνία επιτρέπει, επίσης, στις κινεζικές στρατιωτικές δυνάμεις να διεξάγουν επιχειρήσεις ασφαλείας στις Νήσους του Σολομώντος και στην κινεζική Αστυνομία να εκπαιδεύει τις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις.
Ολα αυτά αποτελούν σοβαρή ανησυχία για την ασφάλεια της Αυστραλίας, καθώς οι Νήσοι του Σολομώντος βρίσκονται στα βορειοανατολικά της. Το νησιωτικό κράτος μπορεί να αποτελέσει στρατηγική τοποθεσία για την Κίνα, ώστε να παρακολουθεί την περιφερειακή θαλάσσια κυκλοφορία, ενώ ενδέχεται να χρησιμεύσει ως σημείο στάσης για τις κινεζικές ναυτικές δυνάμεις που απειλούν τα αυστραλιανά ύδατα.
Η ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ επιδιώκει τη γρήγορη ανάπτυξη νέων στρατιωτικών δυνατοτήτων της για να επιβεβαιώσει την παρουσία της στην περιοχή και, με τη σειρά της, να μετριάσει τις τρέχουσες και μελλοντικές κινεζικές απειλές. Στις 5 Απριλίου, η αυστραλιανή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προχώρησε στην επίσπευση της αυτοεπιβαλλόμενης προθεσμίας για τον επανεξοπλισμό του στόλου των μαχητικών αεροσκαφών και των πολεμικών πλοίων της χώρας με πυραύλους κρούσης μεγάλου βεληνεκούς από το 2027 στο 2024.
Την επόμενη ημέρα, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Σκοτ Μόρισον (φωτό), δήλωσε, επίσης, ότι μέχρι το 2040 η Καμπέρα θα ενισχύσει τα αμυντικά στρατεύματα της Αυστραλίας κατά περίπου 30% σε 80.000 άτομα προσωπικό. Αυτή η ώθηση για την ταχεία αύξηση των πυραυλικών δυνατοτήτων και του ανθρώπινου δυναμικού του στρατού δείχνει ότι η Αυστραλία προβλέπει την ανάγκη για μεγαλύτερες συμβατικές αμυντικές δυνάμεις στο εγγύς μέλλον. Και ακόμη και αν οι βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου ανατρέψουν τον κυβερνώντα συνασπισμό Φιλελευθέρων-Εθνικών του Μόρισον, η Καμπέρα παραμένει εξαιρετικά απίθανο να αντιστρέψει την πορεία της συγκεκριμένης πολιτικής, καθώς και το κύριο κόμμα των Εργατικών της Αυστραλίας που βρίσκεται στην αντιπολίτευση αναγνωρίζει την ανάγκη ταχείας ανάπτυξης των εσωτερικών στρατιωτικών δυνατοτήτων.
ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ, η Αυστραλία ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να αποκτήσει πυρηνικά υποβρύχια από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο στο πλαίσιο της νέας τριμερούς συμφωνίας ασφαλείας AUKUS των τριών χωρών. Η κίνηση αυτή προκάλεσε αναστάτωση στη Γαλλία, καθώς υπονόμευσε τη συμφωνία που είχε συνάψει η Καμπέρα με το Παρίσι για την αγορά συμβατικών υποβρυχίων γαλλικής κατασκευής.
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Η συμφωνία AUKUS, ωστόσο, ευθυγραμμίζεται πολύ περισσότερο με τους στρατηγικούς στόχους της Αυστραλίας, καθώς τα υποβρύχια με πυρηνική ισχύ έχουν μεγαλύτερη εμβέλεια και ικανότητα οπλισμού από τα υποβρύχια με ντίζελ. Το νέο τριμερές αμυντικό σύμφωνο επικεντρώνεται, επίσης, πρωτίστως στη διασφάλιση της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού και, εκτός από τα πιο προηγμένα υποβρύχια, παρέχει στην Αυστραλία πρόσβαση σε νέα ανταλλαγή πληροφοριών, υποστήριξη και συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις 30 Μαρτίου, η αυστραλιανή κυβέρνηση ανακοίνωσε προϋπολογισμό 9,9 δισ. δολαρίων για δέκα χρόνια για την καταπολέμηση των εξωτερικών απειλών στον Κυβερνοχώρο, την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης και τη δημιουργία ενός ισχυρού δικτύου πληροφοριών στον Κυβερνοχώρο για την καταπολέμηση των σημερινών και μελλοντικών κινεζικών κυβερνο-απειλών.
ΚΑΘΩΣ ΥΙΟΘΕΤΕΙ μια πιο αποφασιστική στάση απέναντι στις κινεζικές παραβιάσεις, η προσήλωση της Αυστραλίας στη διασφάλιση των υδάτων του Ινδο-Ειρηνικού κινδυνεύει να παραβλέψει τις άλλες, λιγότερο συμβατικές ανησυχίες των νησιωτικών γειτόνων της (όπως η κλιματική αλλαγή), οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν άλλη μία οδό για το Πεκίνο να αποκτήσει επιρροή στην περιοχή.
Η Αυστραλία είναι πιθανό να χρησιμοποιήσει τις νέες δυνατότητες και το προσωπικό της για να αντιμετωπίσει τις παραδοσιακές απειλές ασφαλείας που ενδιαφέρουν τη Δύση, συμπεριλαμβανομένων της προστασίας της εμπορικής ναυτιλίας, της ελευθερίας θαλάσσιας μετακίνησης και της θαλάσσιας εδαφικής ασφάλειας. Ωστόσο, πολλά νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα σε μη παραδοσιακές ανησυχίες για την ασφάλεια, όπως η κλιματική αλλαγή και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, η παράνομη αλιεία και η πειρατεία.
Τα στρατιωτικά σχέδια της Καμπέρα μπορούν να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα ορισμένες από αυτές τις ανησυχίες, όπως η παράνομη αλιεία ή η πειρατεία. Αλλά άλλες, όπως η κλιματική αλλαγή, απαιτούν διαφορετικές λύσεις τις οποίες η Αυστραλία δεν θέτει σε προτεραιότητα με την προσήλωσή της στην παραδοσιακή θαλάσσια ασφάλεια. Αν η Καμπέρα παραμελήσει αυτά τα συμφέροντα, δίνει την ευκαιρία στην Κίνα να παρέμβει, ιδίως αν το Πεκίνο μπορέσει να παρουσιαστεί ως πιο ικανός ηγέτης στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, την οποία πολλές νησιωτικές χώρες θεωρούν υπαρξιακή απειλή.
Η πρόσφατη παρουσίαση του νέου Κέντρου Συνεργασίας για την Κίνα και τις Νησιωτικές Χώρες του Ειρηνικού για την Κλιματική Αλλαγή, το οποίο στοχεύει στον συντονισμό της δράσης για το κλίμα μεταξύ της Κίνας και των νησιωτικών χωρών του Ειρηνικού, θα μπορούσε να υποστηρίξει αυτήν τη στρατηγική.