Ο Πούτιν δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο τέλος της συνόδου κορυφής στο Καζακστάν ότι η επιστράτευση Ρώσων εφέδρων θα ολοκληρωθεί εντός των ερχόμενων δύο εβδομάδων και πως δεν υπάρχουν σχέδια για περαιτέρω επιστράτευση. Σύμφωνα με τον ίδιο, έχουν στρατολογηθεί 222.000 άνδρες από τους 300.000 που είχαν προγραμματιστεί, εκ των οποίων οι 16.000 βρίσκονται ήδη σε “μονάδες που εμπλέκονται σε μάχες”.
Επανέλαβε επίσης τη θέση του Κρεμλίνου ότι η Ρωσία είναι πρόθυμη να διεξαγάγει συνομιλίες, αν και τόνισε ότι αυτές θα απαιτούσαν διεθνή μεσολάβηση εάν η Ουκρανία είναι πρόθυμη να λάβει μέρος σε αυτές.
Παραδεχόμενος για πρώτη φορά ότι οι εταίροι της Μόσχας στην πρώην Σοβιετική Ένωση “ανησυχούν” για τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τις δηλώσεις του ο Πούτιν φάνηκε να υιοθετεί έναν ηπιότερο τόνο καθώς ο πόλεμος φτάνει στο τέλος του όγδοου μήνα του, έπειτα από εβδομάδες ουκρανικής προέλασης και σημαντικές ήττες του ρωσικού στρατού.
Εντούτοις, οι σημερινές του δηλώσεις έρχονται μερικές ημέρες μετά τους πιο σφοδρούς ρωσικούς βομβαρδισμούς στο Κίεβο και σε άλλες ουκρανικές πόλεις μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στις 24 Φεβρουαρίου – βομβαρδισμούς που ο Πούτιν τόνισε ότι ήταν αντίποινα για μια επίθεση που κατέστρεψε μια ρωσική γέφυρα στην κατεχόμενη Κριμαία.
“Δεν έχουμε θέσει ως στόχο να καταστρέψουμε την Ουκρανία. Όχι, φυσικά όχι”, είπε ο Πούτιν.
Όπως ανέφερε, “δεν υπάρχει ανάγκη για μαζικά πλήγματα” τώρα επειδή οι περισσότεροι καθορισμένοι στόχοι έχουν πληγεί.
Από την άλλη, ο ηγέτης του Κρεμλίνου υποστήριξε ότι η Ρωσία “έκανε τα πάντα σωστά” στην Ουκρανία.
“Δεν είναι ωραίο αυτό που συμβαίνει τώρα, αλλά (αν η Ρωσία δεν είχε επιτεθεί στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου), θα ήμασταν στην ίδια κατάσταση λίγο αργότερα, απλώς οι συνθήκες θα ήταν χειρότερες για εμάς. Επομένως, κάνουμε τα πάντα σωστά”, τόνισε.