«Δηλώνουν ένοχοι», είπε ο δικηγόρος των Τζορτζ και Άλφρεντ Ντετζόρτζιο, ο Σάιμον Μικάλεφ Σταρφέις. Οι δύο κατηγορούμενοι είχαν αρχικά δηλώσει «αθώοι» στην κατηγορία ότι κατασκεύασαν, τοποθέτησαν και πυροδότησαν τη βόμβα που σκότωσε τη δημοσιογράφο η οποία κατήγγειλε μέσω του μπλογκ Running Commentary την ενδημική διαφθορά στο νησί. Έπειτα από μια πρώτη διακοπή της δίκης ωστόσο, άλλαξαν τη δήλωσή τους και παραδέχτηκαν την ενοχή τους, σε αντάλλαγμα για την επιείκεια του δικαστηρίου.
Αυτό δεν τους εξασφάλισε ωστόσο ευνοϊκή μεταχείρηση, καθώς τα δύο αδέρφια καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 40 ετών έκαστος.
Ο Πολ Καρουάνα Γκαλιζία, ο ένας από τους τρεις γιους της δημοσιογράφου, χαιρέτισε τη δήλωση ενοχής, χαρακτηρίζοντάς την «αχτίδα φωτός ανάμεσα στα σύννεφα».
Ο θάνατος της 53χρονης δημοσιογράφου, στις 16 Οκτωβρίου 2017, συγκλόνισε τη μικρότερη χώρα της ΕΕ και προκάλεσε αποτροπιασμό σε όλη την Ευρώπη.
Ο αντεισαγγελέας Φίλιπ Γκαλέα Φαρούτζια ζήτησε από τους εννέα ενόρκους να παραμείνουν αμερόληπτοι. «Ό,τι και αν πιστεύετε, δεν θα πρέπει να επηρεάσει την απόφασή σας», τόνισε.
Στη δίκη είναι παρόντες πολλοί εκπρόσωποι ενώσεων για την προάσπιση της ελευθεροτυπίας, όπως των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF) και του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ελευθερία του Τύπου και των Μέσων Ενημέρωσης.
Η δημοσιογράφος δολοφονήθηκε μέσα στο αυτοκίνητό της, κοντά στο σπίτι της, λίγες ώρες αφότου είχε αναρτήσει το ακόλουθο μήνυμα: «Υπάρχουν διεφθαρμένοι παντού. Η κατάσταση είναι απελπιστική».
Τηλεφώνημα Σολτς - Πούτιν για την Ουκρανία: Τι είπαν καγκελαρία και Κρεμλίνο
Πέρσι, οι αδελφοί Ντετζόρτζιο δήλωναν έτοιμοι να εμπλέξουν στην υπόθεση έναν πρώην υπουργό, εφόσον τους δινόταν χάρη, κάτι που τελικά δεν έγινε.
Ο Τζορτζ Ντετζόρτζιο είχε ομολογήσει τη δολοφονία τον Ιούλιο, κατά τη διάρκεια της ανάκρισής του, χαρακτηρίζοντάς την «απλώς μπίζνες». Ένας τρίτος κατηγορούμενος, ο Βίνσεντ Μούσκατ, δήλωσε ένοχος πέρσι και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών. Ο αντεισαγγελέας είπε σήμερα ότι ο Μούσκατ θα καταθέσει στη δίκη των δύο αδελφών.
Ο πάμπλουτος επιχειρηματίας Γιόργκεν Φένεκ, που φέρεται ότι διέταξε τον φόνο της δημοσιογράφου, παραμένει προφυλακισμένος αλλά δεν έχει δικαστεί ακόμη και αρνείται κάθε ανάμιξή του στην υπόθεση.
Ο θάνατος της Ντάφνι Καρουάνα Γκαλιζία προκάλεσε σκάνδαλο στη χώρα και οδήγησε στην παραίτηση, τον Ιανουάριο του 2020, του πρωθυπουργού Τζόζεφ Μούσκατ, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να καλύψει τους φίλους και πολιτικούς συμμάχους του που εμπλέκονταν στην υπόθεση. Σύμφωνα με μια έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιοποιήθηκαν το 2021, το κράτος φέρει ένα μέρος της ευθύνης για τη δολοφονία της δημοσιογράφου, κυρίως επειδή δημιούργησε ένα «κλίμα ατιμωρησίας» για εκείνους που ήθελαν να την φιμώσουν.
Ένα μεγάλο μέρος της υπόθεσης βασίζεται στη μαρτυρία και τις καταγραφές τηλεφωνικών συνομιλιών που είχε ο «μεσάζοντας» των αυτουργών, ο Μέλβιν Θέουμα, στον οποίο δόθηκε προεδρική χάρη σε αντάλλαγμα για τις πληροφορίες που αποκάλυψε. Υποστηρίζει ότι η δολοφονία της δημοσιογράφου διατάχθηκε από τον Φένεκ, ο οποίος ήταν επικεφαλής μιας κοινοπραξίας στην οποία δόθηκε μια κρατική σύμβαση για την κατασκευή ενός σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το 2015. Ο Φένεκ συνελήφθη τον Νοέμβριο του 2019.
Η Καρουάνα Γκαλιζία είχε αποκαλύψει την ύπαρξη μιας «μυστικής» εταιρείας, η οποία υποτίθεται ότι θα διοχέτευε κεφάλαια σε άλλες εταιρείες με έδρα τον Παναμά που ανήκαν στον τότε υπουργό Ενέργειας Κόνραντ Μίτζι και τον προσωπάρχη του πρωθυπουργού Κιθ Σκέμπρι.
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι χρήματα άλλαξαν χέρια, όμως μια έρευνα του πρακτορείου Reuters μετά τον θάνατό της δημοσιογράφου απέδειξε ότι η εταιρεία ανήκε στον Φένεκ.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ – AFP – Reuters.