Τη χρονιά που πέρασε, ο κινεζικός πληθυσμός μειώθηκε για πρώτη φορά εδώ και 60 χρόνια, ενώ οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης του «Κόκκινου Δράκου» ήταν οι χαμηλότεροι εδώ και πολλές δεκαετίες. Εφτασαν μόλις το 3%, πολύ κάτω από τις πρόσφατες προβλέψεις της κυβέρνησης και του Κομμουνιστικού Κόμματος για μεγέθυνση της κινεζικής οικονομίας κατά 5,5% στο κλείσιμο του 2022.
Η μείωση του κινεζικού πληθυσμού άνετα μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορική, καθώς είναι η μεγαλύτερη από την τελευταία χρονιά του Μεγάλου Λιμού, το 1961, που είχε στοιχίσει τη ζωή σε εκατομμύρια ανθρώπους. Η τάση επιβεβαιώνει άλλωστε τις προβλέψεις ότι φέτος η Ινδία θα ξεπεράσει την Κίνα σε πληθυσμό, ανεβαίνοντας και τυπικά στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης. Σύμφωνα με το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής του Πεκίνου, οι Κινέζοι μετρήθηκαν κατά 850.000 λιγότεροι σε σχέση με το 2021, με το σύνολο του πληθυσμού να ανέρχεται σε 1,41175 δισεκατομμύρια κατοίκους. Σε μακροχρόνιο ορίζοντα, οι ειδικοί του ΟΗΕ προβλέπουν μάλιστα ότι το 2050 ο κινεζικός πληθυσμός θα έχει μειωθεί κατά 109 εκατομμύρια και το 2100 θα είναι πολύ κάτω από το 1 δισεκατομμύριο.
Κινέζοι αξιωματούχοι φοβούνται ότι η χώρα τους… γερνάει γρηγορότερα από ό,τι πλουταίνει, δεδομένου ότι η υπογεννητικότητα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις: τα εισοδήματα πέφτουν, η οικονομία επιβραδύνεται και το κρατικό χρέος διογκώνεται μέσω της αύξησης των δαπανών για την Υγεία και την Πρόνοια.
«Το δημογραφικό και οικονομικό μας προφίλ είναι πιο ζοφερό από ό,τι περιμέναμε. Θα πρέπει οπωσδήποτε να αναπροσαρμόσουμε την κοινωνική, οικονομική, αμυντική και εξωτερική μας πολιτική», τόνισε ο δημογράφος Γι Φουσιάν. Ο ίδιος πρόσθεσε πως η συρρικνούμενη εργατική δύναμη της Κίνας και η μείωση της βιομηχανικής παραγωγής
θα οξύνουν το πρόβλημα της ακρίβειας και του πληθωρισμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Το «καμπανάκι» ηχεί σαν συναγερμός στα αφτιά των αρμοδίων, καθώς πέρυσι ο δείκτης γεννητικότητας στην Κίνα έπεσε στα 6,77 παιδιά ανά 1.000 κατοίκους, έναντι 7,52 παιδιών το 2021. Οι γυναίκες «αναπαραγωγικής ηλικίας» (25-35) μειώθηκαν κατά 4 εκατομμύρια, ενώ ο ρυθμός των θανάτων εκτοξεύθηκε στους 7,37 ανά 1.000 κατοίκους, ήτοι στην υψηλότερη αναλογία από το 1974, όταν η χώρα βρισκόταν στη δίνη της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Η κατάσταση αυτή θεωρείται καρπός της πολιτικής του ενός παιδιού, που εφαρμόστηκε με αυστηρότητα στην Κίνα από το 1980 ως το 2015, με στόχο την αναχαίτιση του υπερπληθυσμού. Η πολιτική, όμως, αυτή εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ, καθώς πολλαπλασίασε τις από πεποίθηση άτεκνες οικογένειες, σε συνδυασμό με το αυξημένο κόστος της εκπαίδευσης των παιδιών τα χρόνια της ευμάρειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων, τα κινεζικά social media κατακλύστηκαν από μηνύματα υπέρ των μονογονεϊκών και άτεκνων οικογενειών, με το επιχείρημα ότι η μητρότητα και οι υποχρεώσεις της υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής των γυναικών ή ότι οι άνδρες δεν βοηθάνε στο σπίτι!
Στη μείωση των γεννήσεων συνέβαλε ο τριετής υποχρεωτικός εγκλεισμός της Covid-19, ενώ η στροφή 180 μοιρών που εγκαινίασε ο Σι Τζινπίνγκ το 2021, παρέχοντας φορολογικά, επιδοματικά και κοινωνικά κίνητρα στα ζευγάρια για να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά, δεν φαίνεται να αποδίδει καρπούς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πλατφόρμα Baidu η ζήτηση για παιδικά καροτσάκια μειώθηκε το 2022 κατά 17% και συνολικά 41% από το 2018, ενώ και οι έρευνες για μπιμπερό ελαττώθηκαν κατά 35%. Την ίδια στιγμή, μόνο μέσα στο 2022 οκταπλασιάστηκαν οι αναζητήσεις για… μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων.
Εντυπωσιακή είναι από αυτή την άποψη η αντίθεση με τη δημογραφικά σφύζουσα Ινδία, όπου πέρυσι οι αναζητήσεις για μπιμπερό αυξήθηκαν 15% στο Google και οι έρευνες για παιδικά κρεβατάκια σχεδόν πενταπλασιάστηκαν.
Η επικεφαλής οικονομολόγος του «Economist», Γιου Σούε, αποδίδει, μεταξύ άλλων, τη δημογραφική κατάρρευση της Κίνας στην υψηλή ανεργία των νέων και στις χαμηλές εισοδηματικές προσδοκίες των νέων γενεών, που πιστεύουν ότι θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους – όπως οι συνομήλικοί τους στη Δύση.
Κίνα: Η χειρότερη επίδοση της οικονομίας από το θάνατο του Μάο
Με εξαίρεση το «Ετος 1 της Covid» 2020, όταν το κινεζικό ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις κατά 2,2% λόγω του γενικού λουκέτου, η κινεζική οικονομία σημείωσε πέρυσι τη χειρότερη επίδοσή της μετά το θάνατο του Μάο Τσετούνγκ, το 1976! Με ανάπτυξη μόλις 3%, η οικονομία της Κίνας έχασε πανηγυρικά τον κυβερνητικό στόχο του «περίπου 5,5%», πατώντας απότομα φρένο μετά την εκτόξευση του ελατηρίου στο 8,4% το 2021.
«Το 2023 θα είναι εξαιρετικά δύσκολη χρονιά, καθώς το κινεζικό καράβι θα ταρακουνηθεί από τα νέα κύματα της Covid-19 κι επιπλέον η επιδεινούμενη κατάσταση στην κινεζική αγορά ακινήτων και η ελάττωση της ζήτησης για κινεζικά προϊόντα θα φρενάρουν την οικονομία», προειδοποίησε ο αναλυτής της Moody’s, Xάρι Μέρφι Κρουζ.
Ειδήσεις σήμερα