της Δρος. Άννας Κωνσταντινίδου*
Και ακόμα και εάν υποθέσουμε ότι η ουκρανική πλευρά διαθέτει κινεζικά όπλα, όπως άλλωστε και τουρκικά, αυτό που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα, δεν είναι απλά ότι οι Ρώσοι ένεκα του πολέμου εστίασαν στην Ουκρανία για την εκτέλεση της επίθεσης, που είναι αναμενόμενο και φυσιολογικό, αλλά ότι εμφάνισαν στοιχεία που έβαλαν επί της ουσίας στο κάδρο της Ρωσο-Ουκρανικής αντιπαράθεσης και την Κίνα!
Και αναφέρομαι στην Κίνα, η οποία πλέον θεωρείται μια από τις συμμάχους (ή άσπονδες φίλες, όπως διαρκώς τονίζουμε) της Ρωσίας, αλλά και ένα κράτος που από τη στιγμή της έναρξης του πολέμου στην Ουκρανία στην ουσία διατηρεί στάση εξισορρόπησης. Και όχι μόνο αυτό, αλλά είναι και από τις πλέον ωφελημένες χώρες του πολέμου, αφενός οικονομικά από τις ενεργειακές συμφωνίες που έχει συνάψει με τη Ρωσία, αφετέρου διότι η Δύση εμμέσως πλην σαφώς την χρησιμοποιεί ως «δίαυλο επικοινωνίας» με το Κρεμλίνο.
Και αξίζει να επισημάνω εδώ κάτι που ακόμα και παρωπίδες να θέλαμε να βάλουμε, καθίσταται ηλίου φαεινότερο. Και αυτό είναι ότι οι χαμένοι του πολέμου στην Ουκρανία είναι ουσιαστικά δύο, η Ρωσία και η Τουρκία. Και η συνέπεια αυτού είναι ότι η Ρωσία αυτή τη στιγμή φοβάται και την σκιά της, μία παράμετρος ιδιαίτερα επικίνδυνη στη γεωπολιτική σκακιέρα διότι δημιουργεί συγκρουσιακές συνθήκες ανά πάσα στιγμή και δευτερόλεπτο που λέει ο λόγος, ειδικά και πολλώ δε μάλλον όταν γύρω της έχει κράτη της πρώην σοβιετικής εποχής που φλερτάρουν μέχρι και με άσπονδους εχθρούς της τόσο περισσότερο όσο πιο αδύναμη την αντιλαμβάνονται.
Περνώντας τώρα στο Ιράν, δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε ότι συνιστά τον διαχρονικό κρυφό πόθο των ΗΠΑ, οι οποίες δεν θα συγχωρέσουν ποτέ στη Διπλωματία τους ότι το έχασε μέσα από τα χέρια της, μέχρι φυσικά να το ξανακερδίσουν. Και εάν μπούμε στον πειρασμό να κάνουμε προβλέψεις, αυτό που θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι θα μας συμβεί στη συγκεκριμένη περιοχή, είναι να ξαναζήσουμε την 20ετία 1979-1999, αλλά κάπως αλλιώς, δηλαδή με ένα Ιράν που θα μπορούσε να επανακάμψει τουλάχιστον αρχικά στα βήματά του της περιόδου 1941-1946, καθώς επίσης το ρόλο της πρώην Γιουγκοσλαβίας να τον αναλαμβάνει αυτήν τη φορά η Τουρκία!
Ευσεβής πόθος θα πούνε πολλοί, όπως και ότι αυτά δεν γίνονται διότι η Τουρκία ανήκει στη Δύση και στη Συμμαχία! Αλλά θα προσθέσω, ότι εδώ έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο, με ένα μέλος της Συμμαχίας να καταλήγει ουσιαστικά να επιτίθεται σε ένα άλλο, πόσω μάλλον που στις μέρες μας εν προκειμένω για τη Συμμαχία το μόνο χρήσιμο τμήμα της Τουρκίας για τα συμφέροντα της Δύσης είναι αυτό που χαρακτηρίζουμε «ευρωπαϊκό», για να μην πω ότι αυτό περιορίζεται ουσιαστικά στην περιοχή της Προποντίδας και δεν αφορά ούτε καν τα μικρασιατικά παράλια, τα οποία είναι χρήσιμα μόνο ως προς την ύπαρξη της 4ης Στρατιάς απέναντι από τα ελληνικά νησιά. Και ίσως για αυτό να ακούμε αυτές τις ημέρες ότι ο Ερντογάν εξετάζει και εισάγει στην προεκλογική αντιπαράθεση την συζήτηση περί αλλαγής της πρωτεύουσας της Τουρκίας με επαναφορά της από την Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο εάν συμβεί, αλλάζει το τουρκικό πολιτικό αφήγημα και το επαναφέρει στην προ Κεμάλ εποχή οριστικά και αμετάκλητα.
Τούτων λεχθέντων και λαμβάνοντας υπόψη την προ ημερών δημόσια τοποθέτηση του εν αποστρατεία Τούρκου Ναυάρχου και εμπνευστή της “γαλάζιας πατρίδας’, Τζεμ Γκιουρντενίζ ότι η Τουρκία ουσιαστικά εξαναγκάζεται να εξετάσει ακόμα και την έξοδό της από το ΝΑΤΟ, κρίνω σκόπιμο να προσθέσω αυτό που είπε αξιωματούχος του αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας στο Sky News Arabia τηρώντας την ανωνυμία του, ότι τα F-35 δίνονται στην Ελλάδα για την διασφάλιση της τεχνολογικής υπεροχής της μεταξύ άλλων και ως τιμωρία έναντι της Τουρκίας λόγω της ευρύτερα επαμφοτερίζουσας στάσης της έναντι των αμερικανικών συμφερόντων. Και για αυτό το λόγο καθίσταται για εμένα προφανές, ότι η σημασία του τουρκικού κράτους για τις ΗΠΑ συνδέεται μεταξύ άλλων ακόμα και με το κατά πόσον δύναται να συνεισφέρει στην δυνητική επαναφορά του Ιράν στην αγκαλιά της Δύσης.
Αν και η Ιστορία δεν γράφεται με «εάν» και τα «μήπως» και παρότι η Επανάσταση στο Ιράν έγινε πέντε χρόνια μετά την Εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, στο ερώτημα ποιες θα ήταν οι πιθανότητες να της επιτραπεί αυτή η κίνηση εάν οι Ιρανοί είχαν ήδη φύγει από την αγκαλιά των ΗΠΑ, η απάντηση για εμένα είναι μηδαμινές. Και για να ενισχύσω το επιχείρημά μου, υπενθυμίζω ότι το 1975 και ένα χρόνο μετά την εισβολή στην Κύπρο, οι Αμερικανοί ήταν πανέτοιμοι να «τιμωρήσουν» την Τουρκία που αυθαδίασε απέναντί τους όταν βγήκε μπροστά στο Παλαιστινιακό σε ψήφισμα στον ΟΗΕ που κατατέθηκε από τον Αραβικό Κόσμο και υιοθετήθηκε από 39 κράτη, με το τουρκικό κράτος να κρατάει την παντιέρα της αποβολής του Ισραήλ από τα παλαιστινιακά εδάφη. Και βάσιμα πάλι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι εάν η Ελλάδα δεν είχε φύγει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, ενδεχομένως η εξελίξεις στο Κυπριακό να ήταν διαφορετικές, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ έχοντας και το Ιράν ακόμα στις αγκάλες τους, τράβηξαν το αυτί στην Τουρκία σε τέτοιο σημείο, που ο πρέσβης της στον ΟΗΕ μαζεύτηκε κακήν κακώς, αφού απειλήθηκε από τις ΗΠΑ ευθέως για να αλλάξει στάση άμεσα.
Έχοντας λοιπόν υπόψη μας, ότι αυτή την στιγμή η Δύση «μαζεύει» τους Άραβες, σύντομα ως φαίνεται, θα προσπαθήσει να συμμαζέψει και το Ιράν που αλληθωρίζει επικίνδυνα προς διάφορες κατευθύνσεις, αφήνοντας τη Ρωσία να του τα «ψέλνει», φορώντας όμως «ωτοασπίδες» εσχάτως ειδικά σε ό,τι αφορά στις εξελίξεις στην Συρία που το απασχολούν άμεσα.
Εν κατακλείδι όμως, η Ρωσία είναι ένα κράτος που θεωρώ ότι δεδομένων των εξελίξεων θα συνεχίσει να «τσαλαβουτάει» στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, απλά και μόνο γιατί διαθέτει το πολύ σημαντικό «βραχιόλι» που ονομάζεται Χριστιανισμός και είναι το μόνο ισχυρό κράτος της περιοχής ενδιαφέροντος της Δύσης με χριστιανικό δόγμα, που μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως αντίβαρο έναντι της Ανατολικής Ασίας αλλά και ευρύτερα στον ασιατικό χώρο.
Αντίστοιχα, τίθεται το ερώτημα εάν σε μία τέτοια κατάσταση η Τουρκία είναι χρήσιμη πλέον και υπάρχει τελικά σοβαρός ρόλος για αυτήν, ενώ μετεξελίσσεται ταυτόχρονα σε κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό για το οποίο προοριζόταν από τη Δύση και τελικά σε ένα πολύ μεγάλο μπελά, καθόσον είναι σαφές ότι δεν την νοιάζει ιδιαίτερα να εξυπηρετήσει και υποστηρίξει ειδικά τα συμφέροντά των ΗΠΑ. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει, είναι τι θα συνέβαινε εάν επέστρεφε το Ιράν στην αγκαλιά της Δύσης με κάποιο τρόπο; Με τα «εάν» φυσικά δεν γράφεται η Ιστορία, παρόλα αυτά επαναλαμβάνεται ΠΑΝΤΟΤΕ και επ’ αυτού υπενθυμίζω ότι το Ισραήλ κάποτε ήταν σύμμαχος με το Ιράν!
* Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).