της Δρος. Άννας Κωνσταντινίδου*
Η Αίγυπτος “συμπεριφέρθηκε” ως η χώρα που εκπροσώπησε τόσο τον Αραβικό Κόσμο όσο κυρίως τη Δύση (ΗΠΑ και δευτερευόντως, ΕΕ), ώστε με κατευναστικό τρόπο να συνομιλήσει με μία Τουρκία που τη δεδομένη στιγμή βρίσκεται και έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης τόσο σε όσα συμβαίνουν στην μεσανατολική περιοχή όσο και σε αυτό που ονομάζει η Διεθνής Κοινότητα, Ισλαμική Τρομοκρατία.
Γιατί επιλέχθηκε (από τις ΗΠΑ) η Αίγυπτος να φέρει το ρόλο διαύλου ανάμεσα στη Διεθνή Διπλωματία και την Τουρκία; Διότι πολύ απλά, η Αίγυπτος και ανατρέχοντας στην Ιστορία (Πολιτική και Διπλωματική) ήταν το αραβικό αυτό Κράτος που αφενός αποτελούσε το φιτίλι που σε πολιτικό -κοινωνικό επίπεδο δημιουργούσε ζητήματα στο τουρκικό κράτος (και πριν το 1923 στην Υψηλή Πύλη) αφετέρου οι σχέσεις Αιγύπτου με Τουρκία είναι τόσο περίπλοκες και πολύπλοκες που η δεύτερη φοβάται την πρώτη, καθώς εκτός των άλλων το αιγυπτιακό κράτος φέρει ιστορικές και σε στιβαρό επίπεδο σχέσεις με τις χώρες που το τουρκικό κράτος θεωρεί εχθρικές, την Ελλάδα και την Κύπρο. Αλλά κυρίως σήμερα, η Αίγυπτος αποτελεί το κράτος αυτό που φέρει ανοιχτά θέματα γεωπολιτικής και νομικής φύσης με την Τουρκία που περνούν από τον Ελληνισμό.
Όπως αναφέρει σε χθεσινό άρθρο του το αιγυπτιακό δίκτυο ahram.org με τίτλο “Αίγυπτος- Κύπρος: Μία σανίδα σωτηρίας για τη Γάζα”, “η Αίγυπτος αναβάλλει την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με το τουρκικό κράτος, εάν προηγουμένως αυτό δεν λύσει το ανάλογο ζήτημα που φέρει με Ελλάδα και Κύπρο”.
Αυτή είναι μία σημαντική παράμετρος για να κατανοηθούν οι διπλωματικές προτεραιότητες που θέτει το αιγυπτιακό κράτος στην εξωτερική πολιτική του και κυρίως σε σχέση με τους γείτονές του, Ελλάδα και Τουρκία. Η Ελλάδα για την Αίγυπτο είναι μία αξιόπιστη εταίρος και κυρίως ιστορική φίλη.
Σε ότι αφορά τώρα τη συνάντηση των δύο ηγετών, για να κατανοηθεί ότι η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στο Κάιρο ήταν ετεροβαρής ως προς την εμβάθυνση των ζητημάτων που συζητήθηκαν, τα φλέγοντα διμερή θέματα συνεργασίας μπήκαν σε πλαίσιο μελλοντικό, όταν ο Σίσι επισκεφθεί την Άγκυρα κι εφόσον το τουρκικό κράτος φανεί αξιόπιστο. Αυτό θα έλεγα, είναι μία “παγίδα” για την τουρκική πλευρά, καθώς θυμόμαστε ότι η ανάλογη επίσκεψη του Αιγύπτιου προέδρου Σίσι στην Άγκυρα, που είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Οκτώβριο ακυρώθηκε, μετά την επίθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς εναντίον του ισραηλινού κράτους, που μας αφήνει σοβαρά περιθώρια να σκεφτούμε τον λόγο της ακύρωσης.
Στη χθεσινή συνάντηση, συζητήθηκαν ζητήματα περιφερειακά που όμως για την Αίγυπτο είναι φυσικό να έχουν σημασία και μάλιστα δεσπόζουσα. Αρχικά, ο πόλεμος στο ισραηλινό έδαφος ήταν το βασικότερο θέμα συζήτησης, και πώς άλλωστε θα μπορούσε να είναι κάτι διαφορετικό, αφού το Παλαιστινιακό είναι εθνικό ζήτημα των Αράβων, που παντοιοτρόπως “διεκδικεί” η Τουρκία. Όμως και οι παράμετροι Λιβύη, Σουδάν και Σομαλία που το τουρκικό κράτος διατηρεί θύλακες τρομοκρατίας μέσω των μισθοφορικών στρατευμάτων που διαθέτει, αποτελούν τα ζητούμενα που θα καθορίσουν τόσο τις τουρκο-αιγυπτιακές σχέσεις σε δεύτερο επίπεδο όσο και τις σχέσεις Τουρκίας με Δύση και εν γένει με τα αραβικά κράτη, για αυτό άλλωστε τέθηκαν επί τάπητος.
Όπως διαφαίνεται από τον σχολιασμό του εκπροσώπου τύπου της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης προς τους δημοσιογράφους για την επίσκεψη Ερντογάν, και όπως φαίνεται και από τη νύξη του Ερντογάν για αμυντική συνεργασία, το σκέλος αυτό μπήκε στις καλένδες, καθώς ούτε σχολιάστηκε από τον Αιγύπτιο ομόλογό του ούτε αναφέρθηκε ως στοιχείο στην κοινή δήλωση που υπόγραψαν για τις συναντήσεις που έχουν τη βούληση τα δύο μέρη να πραγματοποιήσουν, προκειμένου να επανατοποθετήσουν σε νέες βάσεις τις σχέσεις τους.
Το συγκεκριμένο κείμενο, “αναδιάρθρωσης κοινής, στρατηγικής συνεργασίας” δεν έχει νομικό αντίκτυπο, αλλά αποτελεί κείμενο προθέσεων και μόνο, κάτι ανάλογο με αυτό που υπόγραψε Μητσοτάκης με Ερντογάν στην Αθήνα τον Δεκέμβριο. Είναι δηλαδή ένας μπουσουλας που θα χρησιμοποιηθεί, εφόσον τα δύο μέρη κάνουν πράξη τις μεταξύ τους δεσμεύσεις.
Οι δύο χώρες, Αίγυπτος με Τουρκία έχουν τόσο μακρύ δρόμο να διανύσουν στις μεταξύ τους σχέσεις, όσο δρόμο έχουν Ελλάδα – Κύπρος με Τουρκία να διανύσουν μεταξύ τους. Και ο Σίσι, ως γνήσιος Άραβας που έχει ιστορική μνήμη, με εύσχημο τρόπο, μιλώντας για κοινή πολιτιστική κληρονομιά με την Τουρκία, υπενθύμισε στην πραγματικότητα στον Ερντογάν τα ιστορικά μεταξύ τους “καρφώματα”, ιδίως μετά τη Λοζάνη του 1923.
*Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).
Ειδήσεις σήμερα
Ποσοστό ρεκόρ περιστατικών αντισημιτισμού στη Βρετανία – «Δεν έχει προηγούμενο»
Βροχή οι σφαίρες εν ώρα περιπολίας για… ένα βελανίδι – Τι συνέβη [βίντεο]