Ο συνολικός αριθμός των νεκρών ξεπερνά πλέον τις 46.000 – περισσότεροι από 40.000 εντοπίζονται στην Τουρκία. Ορισμένες πόλεις και κωμοπόλεις έχουν καταστραφεί και τουλάχιστον δύο εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τα σπίτια τους, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να δημιουργήσει ένα αυτοσχέδιο δίκτυο σκηνών και προσωρινών κατοικιών σε κοντέινερ. Το περασμένο δε Σάββατο (18/2), η Τουρκία ανακοίνωσε ότι τερμάτισε τις προσπάθειες διάσωσης σε όλες τις επαρχίες εκτός από δύο που επλήγησαν περισσότερο, σε Αντάκια και Καχραμανμαράς.
Πριν από λίγο 3 νέοι σεισμοί 6,4, 5,8 και 5,2 Ρίχτερ ταρακούνησαν εκ νέου την Τουρκία και τη Συρία ενώ υπάρχουν και αναφορές για τραυματίες.
Μέσα λοιπόν σε μια ισοπεδωμένη περιοχή που δεξιά και αριστερά βλέπει κανείς μόνο γκρεμισμένα σπίτια και διάσπαρτα τούβλα με τον θόρυβο των σκαπτικών μηχανημάτων να αντηχεί και τους ανθρώπους να προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν τι τους έχει συμβεί τίθεται σοβαρά το ερώτημα του αντίκτυπου αυτής της τραγωδίας στο πολιτικό μέλλον του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Οι άνθρωποι αναζητούν απαντήσεις για την τραγωδία που βίωσαν από τους φονικούς σεισμούς
Σχεδόν δύο εξαντλητικές εβδομάδες μετά την καταστροφή που έπληξε τη νοτιοανατολική Τουρκία και τη Συρία, το σοκ των ανθρώπων και η απελπισία σιγά-σιγά κατακλύζονται από την αναζήτηση επί της ουσίας απαντήσεων από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για το τι έφταιξε και έπεσαν τα κτίσματα σαν τραπουλόχαρτα και τους 46.000 νεκρούς. Πρώτο ερώτημα που φωλιάζει στη ψυχή των Τούρκων πολιτών είναι ένα μεγάλο «γιατί» καθώς και το κατά πόσο μπορούσε να αποφευχθεί αυτή η εθνική τραγωδία που συγκλόνισε όλον τον κόσμο.
Με τις μέρες να περνούν, το σοκ διακατέχεται ο θυμός και η απογοήτευση, με τους Τούρκους πολίτες να κατηγορούν ευθέως την κυβέρνηση ότι απέφυγε να λογοδοτήσει για τα κάκιστα οικοδομικά πρότυπα, σύμφωνα με την πρωινή ενημέρωση του Guardian και της Νίμο Ομέρ. Επίσης, η καθυστερημένη και αποδιοργανωμένη αντίδραση του μηχανισμού έκτακτης ανάγκης δεν συνέβαλε θετικά, θέτοντας τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε ολοένα και πιο επισφαλή θέση, καθώς η χώρα οδεύει προς τις επόμενες γενικές εκλογές που όπως διαφαίνεται θα τον ρίξουν στα τάρταρα.
Ο Guardian επικοινώνησε με τον δρα Καραμπεκίρ Ακογιουνλού, ειδικό στην τουρκική πολιτική με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο και λέκτορα στο Πανεπιστήμιο SOAS του Λονδίνου, σχετικά με τον αντίκτυπο που είχε ο σεισμός στις πιθανότητες του Ερντογάν να επανεκλεγεί.
H θέση του Ερντογάν πριν από τον σεισμό
Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πνέει τα λοίσθια πολιτικά. «Αν και προσπαθεί να έχει «με νύχια και με δόντια» τον έλεγχο του δικαστικού σώματος, των μέσων ενημέρωσης και της εκτελεστικής εξουσίας, η αντιπολίτευση κατάφερε να σχηματίσει συμμαχίες που λειτουργούν αρκετά αποτελεσματικά σε καίριες στιγμές που τον έχουν ζημιώσει πολιτικά», λέει ο Ακογιουνλού. «Για παράδειγμα, στις τοπικές εκλογές του 2019, κατάφεραν να “αρπάξουν” τους δήμους της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας από τα χέρια του κυβερνώντος κόμματος έπειτα από 24 χρόνια, κάτι που ήταν ένα τεράστιο πισωγύρισμα για το ΑΚΡ».
Η πτώση της δημοτικότητας του Ερντογάν λόγω της αποδυναμωμένης οικονομίας
Η πτώση της δημοτικότητας του Ερντογάν οφείλεται, σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, στην αποδυνάμωση της οικονομίας της Τουρκίας καθώς η τουρκική λίρα καταρρέει, φτάνοντας πρόσφατα σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ έναντι του δολαρίου. Και ενώ ο πληθωρισμός μειώθηκε τους τελευταίους δύο μήνες, ο μέσος άνθρωπος στην Τουρκία είναι απίθανο να νιώσει πως γεμίζει το πορτοφόλι του, καθώς η χώρα είχε σταθερά από τους υψηλότερους ρυθμούς πληθωρισμού στην Ευρώπη. Να σημειωθεί πως τον Οκτώβριο έφτασε στο υψηλό 24 ετών του 85,5%.
Για να καταπολεμήσει τις δυσοίωνες δημοσκοπήσεις, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν άρχισε να ανακοινώνει τα «τελευταία λαϊκιστικά μέτρα», λέει ο Ακογιουνλού, τα οποία μπορεί να μην είναι σε θέση να τα φέρει εις πέρας. Τον Οκτώβριο αποκάλυψε αυτό που αποκάλεσε «το μεγαλύτερο έργο κοινωνικής στέγασης στην ιστορία της τουρκικής δημοκρατίας», υποσχόμενος να χτίσει 500.000 νέες κατοικίες. «Άρχισε να βγάζει αυτές τις πολιτικές από το σακούλι, παρότι προφανώς θα έχουν τεράστιο κόστος για τα ήδη άδεια κρατικά ταμεία της Τουρκίας», λέει ο Ακογιουνλού.
Ερντογάν: Τι πιστεύουν τώρα οι πολίτες;
Καθώς τα κτίρια που θα έπρεπε να ήταν σε θέση να αντέξουν τον σεισμό κατέρρευσαν, η κυβέρνηση αντιμετώπισε σφοδρή κριτική για την έλλειψη εποπτείας των κατασκευαστικών εταιρειών που μπορούσαν να παραβιάσουν τους κανονισμούς ασφαλείας για χάρη της ταχύτητας και του κόστους, λέει ο Guardian. «Κανένα από αυτά δεν ήταν κρυφό, επισημάνθηκαν από ομάδες της κοινωνίας των πολιτών, ακτιβιστές και πολιτικούς συνασπισμούς στο παρελθόν, αλλά συχνά αγνοήθηκαν ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, φυλακίστηκαν λόγω του ακτιβισμού τους», λέει ο Ακογιουνλού. Τώρα, με μια σειρά από τουρκικές πόλεις να έχουν μετατραπεί σε ερείπια, το ενδιαφέρον έχει επιστρέψει σε αυτό που πολλοί αποκαλούν «συστημική διαφθορά».
Ενώ η κοινή γνώμη θα μπορούσε αρχίζει να ξεχνά και να αλλάζει σταδιακά γνώμη καθώς η χώρα θα αρχίζει να ανοικοδομείται η κυβέρνηση του Ερντογάν δεν θα μπορέσει να αποτινάξει αυτήν την κρίση, όπως συνέβη στο παρελθόν. «Από αυτή την πλεονεκτική θέση, λιγότερο από δύο εβδομάδες από την καταστροφή, νομίζω ότι η κυβέρνηση δεν θα βγει αλώβητη από την άποψη της κοινής γνώμης. Πιστεύω ότι θα οδηγήσει σε μεγάλη απώλεια στην υποστήριξη των πολιτών», λέει ο Ακογιουνλού.
Ποιο είναι το μέλλον του Ερντογάν μετά τον σεισμό- Οι εκλογές
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει την πολιτική και θα κάνει ό,τι μπορεί για να παραμείνει στην εξουσία, και αυτό μπορεί να μην είναι πάντα στο πλαίσιο της δημοκρατικής διαδικασίας, υποστηρίζει ο Guardian. Επί του παρόντος και όπως διαφαίνεται οι εκλογές θα διεξαχθούν τον Μάιο ή το αργότερο τον Ιούνιο και, αν συμβεί αυτό, οι προοπτικές του Ερντογάν δεν φαίνονται ευοίωνες. Αυτός είναι ίσως ο λόγος που προωθεί αντισυνταγματικές κινήσεις για καθυστέρηση των εκλογών, λέγοντας ότι η Τουρκία δεν μπορεί να πραγματοποιήσει εκλογές υπό αυτές τις τραγικές συνθήκες.
«Έχουμε περίπου τέσσερις μήνες μέχρι τον Ιούνιο και οι εκλογές έχουν οργανωθεί κανονικά σε αυτή τη χώρα σε πολύ αντίξοες συνθήκες, επομένως αυτή είναι μια σαφής προσπάθεια αποφυγής λογοδοσίας», λέει ο Ακογιουνλού.
Καθώς πλησιάζει η εκατονταετηρίδα της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι επερχόμενες εκλογές είναι μια κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα. Ακόμα πέντε χρόνια διακυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα σήμαιναν περαιτέρω διολίσθηση προς τον αυταρχισμό και την ευνοιοκρατία. «Αυτές οι εκλογές θα καθορίσουν εάν υπάρχει μια τελευταία ευκαιρία για τη διάσωση της τουρκικής δημοκρατίας».
Ο Ακογιουνλού σημειώνει επίσης ότι είναι σημαντικό να τοποθετηθεί η Τουρκία στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. «Πολλοί διεθνείς οργανισμοί έχουν επαινέσει την ώθηση της τουρκικής οικονομίας προς την ανάπτυξη και ο κατασκευαστικός τομέας βρέθηκε στο επίκεντρο της οικονομικής άνθησης της Τουρκίας». Ο Ακογιουνλού προσθέτει ότι «η Τουρκία είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση του τι συμβαίνει όταν ο νεοφιλελευθερισμός και η διάβρωση της δημοκρατίας ενώνονται».
Ο ρόλος της αντιπολίτευσης στην εκλογική μάχη
Η αντιπολίτευση που αποτελείται από έναν εξακομματικό συνασπισμό έχει να δώσει τη δική της δύσκολη μάχη για να ανέλθει στην εξουσία και δεν έχει ακόμη ανακοινώσει επίσημα ποιος θα είναι ο προεδρικός υποψήφιός της. Εάν κερδίσει, οι δημόσιοι θεσμοί θα μπορούσαν εύκολα να παραμείνουν στελεχωμένοι με πιστούς του Ρετζέπ Ερντογάν, κάτι που θα δυσκόλευε τη διακυβέρνησή τους. Επίσης, μπορεί να κληρονομήσουν κενά κυβερνητικά τμήματα που απλώς δεν είναι λειτουργικά. Ο Ακογιουνλού αναφέρει στον Guardian ότι αυτό έχει λιγότερο να κάνει «με το πόσο τέλεια μπορεί να γίνουν τα πράγματα και περισσότερο με το να κάνουμε ένα βήμα για να αποσοβήσουμε τα χειρότερα».
Η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήρθε στην εξουσία πριν από δύο δεκαετίες υποσχόμενη μια νέα Τουρκία, έπειτα από μια σειρά από σκάνδαλα διαφθοράς, οικονομικές κρίσεις και έναν καταστροφικό σεισμό που είχε ταλανίσει τη χώρα. «Νομίζω ότι αυτό που βλέπουμε είναι μια πολύ τραγική εικόνα», προσθέτει ο Ακογιουνλού. «Φαίνεται ότι η Τουρκία έχει κάνει τον κύκλο της και κατά κάποιον τρόπο, όσον αφορά τη δημοκρατία, έχει κάνει βήματα πίσω».
Πηγή: Guardian