Κάποιοι, πάντως, στην Αθήνα δεν θα εκπλήσσονταν αν η Γερμανία δεν έπραττε ούτε καν αυτό, με κριτήριο την έως τώρα στάση της στις ελληνοτουρκικές κρίσεις. «Οι Γερμανοί», κυκλοφορεί μεταξύ σοβαρού και αστείου σε πολιτικούς κύκλους, «θα ήταν ικανοί να καλέσουν Αθήνα και Αγκυρα σε διάλογο ακόμη και ύστερα από την κατάληψη ενός ελληνικού νησιού στο Αιγαίο». Αλλωστε, έχουν επιβεβαιώσει επανειλημμένα πως αυτό το ανέκδοτο των «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα στον επιτιθέμενο και τον αμυνόμενο, ανάμεσα στον διεθνώς παρανομούντα και το θύμα της παρανομίας, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια απροκάλυπτα μεροληπτική στάση εις βάρος της Αθήνας και υπέρ της Αγκυρας.
Το πρόσφατο παρελθόν
Τα τελευταία χρόνια των ελληνοτουρκικών κρίσεων το Βερολίνο έδωσε πολλά δείγματα γραφής επί καγκελαρίας της Χριστιανοδημοκράτισσας, Ανγκελα Μέρκελ, τα οποία συνεχίζει επί του Σοσιαλδημοκράτη, Ολαφ Σολτς, και της πολυπράγμονος, Πράσινης υπουργού Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ. Ως αυτόκλητοι μεσολαβητές στην κρίση του «Ορούτς Ρέις», το καλοκαίρι του 2020, οι Γερμανοί ζητούσαν διαρκώς «αποκλιμάκωση» χωρίς να καταδικάζουν επί της ουσίας την παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ (ενός κράτους-μέλους της Ε.Ε.) και το κυριότερο μπλοκάροντας κάθε απόπειρα επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία. Τα περίφημα ταξίδια του τότε υπουργού Εξωτερικών, Χάικο Μάας, σε Αθήνα και Αγκυρα εξελίχθηκαν σε ένα αμήχανο και ατελέσφορο πηγαινέλα. (Για να μη γινόμαστε άδικοι, με τους Γερμανούς συντάχθηκαν και χώρες έως τότε «υπεράνω υποψίας», όπως η «σοσιαλιστική» Ισπανία του Πέδρο Σάντσεθ, λόγω των μεγάλων τουρκικών στρατιωτικών παραγγελιών σε ισπανικά ναυπηγεία.)
Για να μην αφήσουμε ακάλυπτο κανένα κομμάτι του παζλ, να θυμίσουμε πως η Γερμανία όχι μόνο δεν στήριξε έναν βαλλόμενο εταίρο της στην περίπτωση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου τον Νοέμβριο του 2019, αλλά στη συνέχεια απέκλεισε «με το έτσι θέλω» την Ελλάδα από τις διεθνείς διασκέψεις με τη Λιβύη τον Ιανουάριο και τον Ιούνιο του επόμενου έτους. Απαντώντας στις διαμαρτυρίες του Ελληνα υπ. Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, ο Γερμανός πρέσβης, Ερνστ Ράιχελ, υποστήριξε ότι προσκλήθηκαν «μόνο οι χώρες που εμπλέκονται στρατιωτικά στη Λιβύη». Αυτό, βέβαια, δεν εμπόδισε τον Εμανουέλ Μακρόν να προσκαλέσει την Ελλάδα σε μια ανάλογη διάσκεψη μερικούς μήνες αργότερα, στην οποία -ω της συμπτώσεως!- δεν είχαν το πάνω χέρι οι Γερμανοί.
Ειδικό κεφάλαιο των διαχρονικών γερμανο-τουρκικών σχέσεων αποτελεί η περίπτωση των Πρασίνων, οι οποίοι άλλα έλεγαν προεκλογικά και άλλα πράττουν τώρα. Μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης τον Δεκέμβριο του 2021, η νέα φέρελπις υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ -την οποία θα υποδεχθούμε στις 9 Ιουνίου στην Αθήνα-, άφησε χαραμάδα μπλοκαρίσματος των πωλήσεων γερμανικών όπλων στην Τουρκία (και στη Σαουδική Αραβία) λέγοντας ότι τα κριτήρια σε τέτοιου είδους συναλλαγές «δεν πρέπει να είναι μόνο οικονομικά». Κάποιοι στην Αθήνα βιάστηκαν να πανηγυρίσουν για να προσγειωθούν απότομα λίγες μέρες μετά. Προτού καν μπει το 2022, η Μπέρμποκ «τα γύρισε» κανονικότατα, απορρίπτοντας την επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, με το πρόσχημα ότι «δεν έχει προλάβει να μελετήσει τον σχετικό φάκελο»! Για «δευτερεύοντα» θέματα, όπως η καταδίκη του Τούρκου επιχειρηματία Οσμάν Καβαλά και η κακομεταχείριση των γυναικών στην Τουρκία, η Πράσινη ηγέτις ήταν και παραμένει έτοιμη να εξαπολύσει μύδρους κατά του Ερντογάν. Στα ζητήματα όμως σκληρής πολιτικής ποιεί την νήσσαν και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιδράσει με την επικείμενη νέα τουρκική εισβολή στη Συρία, η οποία θα προκαλέσει νέα δεινά στους προσφιλείς της Κούρδους.
Κάρολαϊν Λίβιτ: Η νέα εκπρόσωπος Τύπου του Τραμπ είναι μόλις 27 ετών - Το εντυπωσιακό βιογραφικό της
Ισχυροί οικονομικοί δεσμοί με ιστορικές ρίζες
Μιλώντας διαρκώς για την ανισοβαρή εταιρική σχέση Γερμανίας-Ελλάδας στο πλαίσιο της Ε.Ε. (μιας ένωσης που κλυδωνίζεται εκ θεμελίων λόγω του πολέμου στην Ουκρανία) δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι Γερμανοί έχουν ακόμη ισχυρότερη εταιρική σχέση με τους Τούρκους, και μάλιστα με ιστορικές, γεωστρατηγικές ρίζες.
Μέσω του σιδηροδρόμου της Βαγδάτης στα τέλη 19ου-αρχές 20ού αιώνα, οι Γερμανοί επεκτάθηκαν στη Μέση Ανατολή, βοηθώντας με στρατιωτικούς συμβούλους και όπλα στη Γενοκτονία Αρμενίων-Ποντίων και στην εκδίωξη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Από το αντιδυτικό τους μένος οι Τούρκοι εξαιρούν ρητά τους Γερμανούς, οι οποίοι όχι μόνο δεν συνυπέγραψαν τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920, αλλά υπέστησαν κάτι χειρότερο με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών του 1919, η οποία και εφαρμόστηκε με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.
Ωστόσο, θα λέγαμε ότι το δόγμα που κυριαρχεί στις γερμανοτουρκικές σχέσεις είναι «Wirtschaft uber alles» («η οικονομία υπεράνω όλων»), με αρκετή δόση δημογραφίας.
Σήμερα ζουν στη Γερμανία περισσότεροι από 3 εκατομμύρια πολίτες τουρκικής καταγωγής και η επιρροή που τους ασκεί η Αγκυρα είναι κάτι που δεν μπορεί να αγνοήσει το Βερολίνο. Σε γερμανικό έδαφος βρίσκονται, επίσης, 80.000 τουρκογερμανικές επιχειρήσεις, που απασχολούν 500.000 εργαζομένους σε 50 διαφορετικούς κλάδους, με ετήσιο τζίρο περίπου 55 δισ. ευρώ. Το 2019 περισσότεροι από 5 εκατομμύρια Γερμανοί τουρίστες επισκέφθηκαν την Τουρκία, ενώ ισχυρή είναι και η παρουσία γερμανικών επιχειρήσεων στη γειτονική χώρα. Υπολογίζεται ότι περίπου 7.500 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε τουρκικό έδαφος, επενδύοντας πάνω από 13 δισ. σε παραγωγή και υπηρεσίες. Ξεχωρίζουν οι κολοσσοί Volkswagen, Siemens και BASF. H Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην Τουρκία και ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της. Το διμερές εμπόριο το 2020 ανήλθε στα 36,6 δισ. ευρώ, με τη Γερμανία να εμφανίζει πλεόνασμα σχεδόν 4 δισ. ευρώ.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει, τέλος, η ύπαρξη 3,7 εκατομμυρίων Σύρων και άλλων προσφύγων στην Τουρκία, με τους οποίους η Γερμανία εκβιάζει τη Γερμανία και την Ευρώπη.