Οι κληρονόμοι του έκπτωτου συνεργάτη του Μουσολίνι και του φασιστικού καθεστώτος, βασιλιά Βιτόριο Εμανουέλε, από τους οποίους έχει αφαιρεθεί η ιθαγένεια και έως το 2003 τούς είχε απαγορευθεί η είσοδος στην Ιταλία, προσέφυγαν στα ιταλικά δικαστήρια για να διεκδικήσουν τον περίφημο «θησαυρό του στέμματος». Δηλαδή, μια συλλογή πολύτιμων κοσμημάτων, διαδημάτων και άλλων αντικειμένων που αποτελούσαν το πετράδι της βασιλικής περιουσίας. Αυτά φυλάσσονται στην Τράπεζα της Ιταλίας από τις 5 Ιουνίου 1946, τρεις μέρες μετά το δημοψήφισμα που κατάργησε τη μοναρχία, όταν ο ίδιος ο τότε βασιλιάς, Ουμπέρτο Β’ (που κάθισε στον θρόνο μόλις έναν μήνα, από τον Μάιο έως τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς), τα δώρισε στο ιταλικό κράτος προτού εγκαταλείψει τη χώρα.
Ιστορική διαμάχη
Η πρώτη δικάσιμος έχει οριστεί στις 7 Ιουνίου και πρόκειται για μια ιστορική διαμάχη, δεδομένου ότι η υπερασπιστική ομάδα των «Σαβόια» θα ξεδιπλώσει ολόκληρο το νομικό της οπλοστάσιο. Μια σειρά διαταγμάτων, νόμων και άλλων διατάξεων που ανάγονται στις απαρχές του ενοποιημένου ιταλικού κράτους, γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα.
Κανείς δεν γνωρίζει την ακριβή αξία του «βασιλικού θησαυρού», καθώς δεν υπάρχει επίσημη αποτίμηση από πλευράς της Τράπεζας της Ιταλίας. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι οι κληρονόμοι του βασιλικού τίτλου (επιχειρηματίες στο Λονδίνο, στην Ελβετία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι περισσότεροι, με ανάμιξη σε οικονομικά σκάνδαλα) τη χρησιμοποίησαν συχνά στο παρελθόν ως διαπραγματευτικό χαρτί για να ανακτήσουν την ιταλική ιθαγένεια και να μπορέσουν να επιστρέψουν νόμιμα στη χώρα.
Το νομικό επιχείρημα των κληρονόμων της δυναστείας βασίζεται σε μια υποσημείωση της συνοδευτικής επιστολής του υπουργού Βασιλικού Ταμείου, Φαλκόνε Λουτσίφερο, προς τον τότε διοικητή της κεντρικής τράπεζας στις 5 Ιουνίου 1946: «Η Αυτής Μεγαλειότης μάς εξουσιοδότησε να εμπιστευθούμε στην Τράπεζα της Ιταλίας τη φύλαξη των κοσμημάτων του Θρόνου του Βασιλείου της Ιταλίας, ώστε να βρίσκονται στη διάθεση όποιου τα δικαιούται». Η τελευταία φράση αφήνει ανοιχτό το θέμα της κυριότητας του κινητού βασιλικού θησαυρού. Αλλωστε, ο ίδιος ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Λουίτζι Εϊνάντι, είχε γράψει στο ημερολόγιό του πως η «ασαφής διατύπωση του δίνει την εντύπωση ότι τα κοσμήματα μπορεί να μην ανήκουν στην κυριότητα του κράτους, αλλά της βασιλικής οικογένειας».
Στην Ελλάδα έχουμε ζήσει ανάλογες καταστάσεις με τη βασιλική περιουσία των Γλίξμπουργκ τη δεκαετία του 1990, με το ζήτημα να τακτοποιείται υπέρ της Ελληνικής Δημοκρατίας στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Εκεί σκοπεύουν να προσφύγουν και οι απόγονοι του Βιτόριο Εμανουέλε σε περίπτωση ατυχούς έκβασης της δίκης.
Το πιθανότερο, άλλωστε, είναι να βγουν ηττημένοι από τη διαδικασία, καθώς τo Βασιλικό Διάταγμα 1004 του 1850 αναφέρει με σαφήνεια ότι τα αντικείμενα (κοσμήματα, πέρλες, διαδήματα και πολύτιμοι λίθοι) ανήκουν κατά νομή (σ.σ.: και όχι κατά κυριότητα) στους βασιλείς ενόσω ασκούν τα καθήκοντά τους. Κατά καιρούς υπήρξαν καταγραφές αυτών των αντικειμένων το 1850, το 1868, το 1886 και το 1913.
Καταγγελίες
Το 1976 έφτασαν υπόψη του εισαγγελέα Αντόνιο Σκοπελίτι καταγγελίες ότι δώδεκα σφραγίδες και άλλα αντικείμενα του «βασιλικού θησαυρού» εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς κι εκείνος επί τη ευκαιρία αποφάνθηκε ότι «ανήκουν οριστικά στο κράτος». Επίσης, το 1976 ο γνωστός -ελληνικής καταγωγής- Τζιάνι Μπούλγκαρι (έναν χρόνο μετά τη μυθιστορηματική απαγωγή του από τη Μαφία) εξέφρασε επιφυλάξεις για το ύψος της αξίας του θησαυρού, κυρίως λόγω της έλλειψης συντήρησης. Ανάλογες σκέψεις διατύπωσε, το 2003, στη «La Stampa» o Bιτόριο Εμανουέλε, ειδικά σε ό,τι αφορά τη συλλογή μαργαριταριών. Ο 85χρονος σήμερα Βιτόριο Εμανουέλε φέρει τον (ανούσιο) τίτλο του «πρίγκιπα της Νάπολης» και είναι ο μοναδικός γιος του Ουμπέρτο Β’ και εγγονός του «μουσολινικού» βασιλιά. Το κύριο βάρος της διεκδίκησης των κοσμημάτων σηκώνει πλέον ο 50χρονος γιος του, Εμανουέλε Φιλιμπέρτο.
Ενας ξεπεσμένος γαλαζοαίματος που ζει μόνιμα στην Ελβετία, αλλά διέπρεψε σαν μαϊντανός στο ιταλικό «Dancing with the Stars», στο φεστιβάλ τραγουδιού του Σαν Ρέμο και σε διαφημιστικά σποτ. Φυσικά, κανείς δεν αναγνωρίζει τον τίτλο του «πρίγκιπα της Βενετίας και του Πεδεμοντίου», που έχει απονείμει στον εαυτό του.
Σε αλλεπάλληλες συνεντεύξεις από το 2003, που τους επιτράπηκε η είσοδος στη χώρα, έως το 2007, πατέρας και γιος τόνισαν ότι «χαρίζουν τα κοσμήματα στο Ιταλικό Δημόσιο και δεν διεκδικούν τίποτα, αρκεί να τερματιστεί η θεσμική απαξίωσή τους». Στην πορεία άλλαξαν γνώμη και πρότειναν έναν συμβιβασμό 260 εκατομμυρίων ευρώ (170 εκατ. για τον Βιτόριο Εμανουέλε και 90 για τον Φιλιμπέρτο) προκειμένου να αποσύρουν κάθε περιουσιακή αξίωση κατά του Ιταλικού Δημοσίου.
Η πολιτική τους υποστήριξη περιορίζεται σε κάποιους βουλευτές της «Forza Italia» και των «Αδελφών της Ιταλίας». Ωστόσο, η στάση τους δεν εκτιμάται καθόλου από τη συντριπτική πλειονότητα των Ιταλών, που βλέπουν μια «δράκα από κηφήνες» να διεκδικεί την παράταση της ευζωίας τους, ενόσω η χώρα δοκιμάζεται από την ενεργειακή, την οικονομική και την υγειονομική κρίση.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr