«Είναι πεπεισμένη πως ακόμη και στο πλαίσιο της αναγκαίας μάχης κατά της τρομοκρατίας δεν δικαιολογείται να τίθενται υπό γενικευμένη υποψία οι άνθρωποι ανάλογα με τον τόπο καταγωγής ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους», δήλωσε ο εκπρόσωπος, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων DPA.
«Η καγκελάριος λυπάται για την απαγόρευση εισόδου (στις Ηνωμένες Πολιτείες) που επέβαλε η αμερικανική κυβέρνηση στους πρόσφυγες και στους πολίτες ορισμένων χωρών», πρόσθεσε σε ανακοίνωσή του ο Στέφεν Ζάιμπερτ.
Η γερμανική κυβέρνηση «πρόκειται τώρα να εξετάσει τις συνέπειες» που θα έχει αυτή η απαγόρευση για τους γερμανούς πολίτες που έχουν διπλή υπηκοότητα και πλήττονται από τα αμερικανικά μέτρα, διευκρίνισε.
Η αντίδραση της γερμανικής κυβέρνησης σημειώνεται την επομένη της τηλεφωνικής συνομιλίας που είχαν ο Ντόναλντ Τραμπ με την Άνγκελα Μέρκελ. Οι ανακοινώσεις που εκδόθηκαν μετά την τηλεφωνική συνομιλία στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γερμανία δεν έκαναν αναφορά στους νέους περιορισμούς για τη μετανάστευση στο αμερικανικό έδαφος.
«Οι Συνθήκες της Γενεύης για τους πρόσφυγες καλούν τη διεθνή κοινότητα να υποδέχεται τα πρόσωπα που φεύγουν προκειμένου να γλιτώσουν από τον πόλεμο για ανθρωπιστικούς λόγους» και «η καγκελάριος έδωσε έμφαση» σε αυτό κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνομιλίας της με τον Ντόναλντ Τραμπ, διευκρίνισε ο εκπρόσωπος.
Το αμερικανικό διάταγμα για «την προστασία του έθνους κατά της εισόδου ξένων τρομοκρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες», που τέθηκε σε ισχύ την Παρασκευή (προχθές), απαγορεύει για 90 ημέρες την είσοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες πολιτών επτά χωρών οι οποίες κρίνονται επικίνδυνες για την Ουάσινγκτον: του Ιράκ, του Ιράν, της Υεμένης, της Λιβύης, της Συρίας, του Σουδάν και της Σομαλίας.