«Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση. Γίνεται για πρώτη φορά παγκοσμίως. Και ο κόσμος κοιτάζει τι συμβαίνει εδώ στην Αυστραλία», δήλωσε ο αυστραλός υπουργός Οικονομικών Τζος Φράιντενμπεργκ.
Ο ίδιος διευκρίνισε πως το νομοσχέδιο αυτό, που παρουσιάσθηκε τον Ιούλιο, θα κατατεθεί αύριο, Τετάρτη, στο κοινοβούλιο με στόχο να τεθεί σε ισχύ την ερχόμενη χρονιά.
Αυτός ο «υποχρεωτικός κώδικας συμπεριφοράς» προβλέπει «σημαντικές ποινές» σε περίπτωση παραβάσεων, πρόστιμα ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Θα βρει εφαρμογή στην προβολή των ειδήσεων από την Facebook και στις έρευνες της Google, δύο από τις πλουσιότερες και ισχυρότερες εταιρείες του κόσμου.
Οι γίγαντες του Ίντερνετ θα πρέπει να αποζημιώνουν τους ομίλους του αυστραλιανού Τύπου, όπως και τα αυστραλιανά τηλεοπτικά δίκτυα ABC και SBS, που είχαν αρχικά αποκλειστεί από το νομοσχέδιο.
Η κυβέρνηση αποφάσισε ωστόσο να εξαιρέσει τις πλατφόρμες YouTube και Instagram.
Πάντως, σε σχέση με την πρώτη μορφή του νομοσχεδίου, τα μέτρα έχουν αμβλυνθεί, ιδιαίτερα εκείνα που έχουν στόχο να υποχρεώσουν τους γίγαντες της τεχνολογίας να επιδεικνύουν διαφάνεια σχετικό με τους αλγορίθμους που χρησιμοποιούν για να εμφανισθούν οι ροές πληροφοριών στις πλατφόρμες και τα αποτελέσματα ερευνών.
Ο Φράιντενμπεργκ δήλωσε πως οι γιγάντιες αυτές εταιρείες του Ίντερνετ δεν θα είναι υποχρεωμένες να ενημερώνουν τους εκδοτικούς ομίλους για «τροποποιήσεις» αυτών των αλγορίθμων, παρά μόνο σε περίπτωση που οι τροποποιήσεις αυτές έχουν «σημαντικό αντίκτυπο» στην κατάταξη των ερευνών, με προειδοποίηση 14 ημερών, αντί των 28 ημερών που είχαν αρχικά προταθεί.
Στην αρχή η Αυστραλία είχε προτείνει έναν κώδικα συμπεριφοράς σε εθελοντική βάση, αλλά στη συνέχεια κατέστησε τη ρύθιση υποχρεωτική εξαιτίας της «ανισότητας» που υφίσταται στη διαπραγμάτευση ανάμεσα στα παραδοσιακα μέσα ενημέρωσης και τις ψηφιακές πλατφόρμες, κάτι που εμποδίζει τη σύναψη δίκαιων συμφωνιών.
Ο Τραμπ επέλεξε την Τάλσι Γκάμπαρντ για διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών
Ο Φράιντεμπεργκ δήλωσε πως τα δύο μέρη εξακολουθούν να ενθαρρύνονται να συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες, όμως, όταν δεν τα καταφέρνουν, το ζήτημα θα κρίνεται στο πλαίσιο διαιτησίας που θα έχει ισχύ νόμου.
Την αυστραλιανή πρωτοβουλία παρακολουθούν από κοντά σε όλον τον κόσμο σε μια περίοδο που τα μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζουν προβλήματα, καθώς στην ψηφιακή οικονομία τα διαφημιστικά έσοδα καρπώνονται όλο και περισσότερο η Facebook, η Google και άλλες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας.
Η Facebook προειδοποίησε πως ο νόμος αυτός, σε περίπτωση που τεθεί σε ισχύ, μπορεί να εμποδίσει τους χρήστες και τα αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης να μοιράζονται πληροφορίες.
Σε μήνυμα που είχε αναρτήσει τον Αύγουστο σε μπλογκ, ο γενικός διευθυντής της Facebook για την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία είχε υποστηρίξει πως ο νόμος αυτός «παραγνωρίζει τη δυναμική του Ίντερνετ».
Από την πλευρά της, η Google δήλωσε πως «ο τρόπος που οι Αυστραλοί χρησιμοποιούν το Google βρίσκεται σε κίνδυνο».
Μια αυστραλιανή μελέτη, στην οποία βασίσθηκαν αυτά τα μέτρα, έδειξε πως από τα 100 δολάρια που δαπανώνται για διαφήμιση στο Ίντερνετ, η Google λαμβάνει 53 δολάρια, η Facebook 28 δολάρια και τα υπόλοιπα κατανέμονται ανάμεσα στους άλλους γίγαντες του Ίντερνετ.
Η κρίση στα μέσα ενημέρωσης επιδεινώθηκε εξαιτίας της οικονομικής κατάρρευσης που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού. Στην Αυστραλία, δεκάδες εφημερίδες έκλεισαν και εκατοντάδες δημοσιογράφοι απολύθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων μηνών.
Κορωνοϊός – Ιστορική στιγμή στην Βρετανία: Μία 90χρονη η πρώτη στον κόσμο που έκανε το εμβόλιο