Γράφει ο Michael Monderer, Ανώτερος αναλυτής του Stratfor για τα παγκόσμια οικονομικά
Ωστόσο, δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της οικονομικής σχέσης Ηνωμένων Πολιτειών-Κίνας, η οποία ανέρχεται συνολικά σε 4 τρισ. δολάρια (ή 11% του συνολικού ΑΕΠ και των δύο χωρών), αυτές οι προσπάθειες θα έχουν περιορισμένη επιτυχία – διατηρώντας τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου συνδεδεμένες για το άμεσο μέλλον.
ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ της ενίσχυσης της προστασίας των επενδυτών, η αμερικανική κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε πρόσφατα προθεσμία έως τον Ιανουάριο του 2022 για τις κινεζικές εταιρίες που είναι στα αμερικανικά χρηματιστήρια να συμμορφωθούν με τους κανόνες που επιβάλλονται από το ελεγκτικό σώμα της αμερικανικής αγοράς, το Συμβούλιο Λογιστικής Εποπτείας των Εταιριών Δημόσιου Ενδιαφέροντος (PCAOB). Σε αντίθετη περίπτωση, θα βγουν (από τα χρηματιστήρια) και θα απαγορεύονται οι πωλήσεις τίτλων (στοιχεία ενεργητικού) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη συνέχεια, η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) δήλωσε ότι θα ανταποκριθεί με την κατάλληλη λήψη κανόνων για να καταστούν λειτουργικές οι προτάσεις.
- Οι συστάσεις του Λευκού Οίκου, οι οποίες ακολουθούν τις πρόσφατες απειλές του Τραμπ για… αποσύνδεση των οικονομιών ΗΠΑ και Κίνας, θέτουν ζητήματα «μοναδικά για τις αναδυόμενες αγορές» στο να ξεχωρίζει η Κίνα.
- Πρόσφατα, η αμερικανική Γερουσία ψήφισε, επίσης, ομόφωνα νομοσχέδιο που απαιτούσε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να απαγορεύσει τη συναλλαγή τίτλων εταιριών που χρησιμοποιούν ελεγκτές των οποίων οι εκθέσεις δεν μπορούν να επιθεωρηθούν ή να διερευνηθούν από το Συμβούλιο Λογιστικής Εποπτείας των Εταιριών Δημόσιου Ενδιαφέροντος (PCAOB), το οποίο θα περιλαμβάνει αρκετές κινεζικές οντότητες.
- Το Συμβούλιο Λογιστικής Εποπτείας των Εταιριών Δημόσιου Ενδιαφέροντος (PCAOB), το οποίο ιδρύθηκε με τον νόμο Sarbanes-Oxley του 2002 ως μη κερδοσκοπική εταιρία υπό την εποπτεία Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (SEC), ισχυρίζεται ότι η Ρυθμιστική Επιτροπή Κινητών Αξιών της Κίνας (CSRC) απέτυχε να εφαρμόσει το μνημόνιο συμφωνίας του 2013 σχετικά με τις αμοιβαίες διαδικασίες ελέγχου.
Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ μεγάλης κλίμακας των αμερικανικών αποθετηρίων εγγράφων (ADR) που εκδόθηκαν από κινεζικές εταιρίες για να δείξουν την ιδιοκτησία τους με έδρα τις ΗΠΑ θα περιορίσει κάπως τις αμερικανικές επενδύσεις σε κινεζικές εταιρίες. Τα αμερικανικά χρηματιστήρια είναι δευτερογενείς αγορές που δεν χρησιμοποιούνται κυρίως για άντληση κεφαλαίων. Σε μια αποχώρηση (από τα χρηματιστήρια), όπου ένας εισηγμένος τίτλος απομακρύνεται από το αμερικανικό χρηματιστήριο, οι μέτοχοι διατηρούν τις μετοχές τους και δεν υποχρεούνται να τις εκποιήσουν ούτε η εταιρία να τεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας. Ωστόσο, θα καθιστούσε τα σε ισχύ αποθετήρια έγγραφα (ADR) με μικρότερη ρευστότητα και ενδεχομένως θα μπορούσε να μειώσει την αξία τους. Πρόσφατες αναφορές στον Τύπο δείχνουν ότι οι κινεζικές εταιρίες έχουν 5 δισ. δολάρια σε νέες αρχικές δημόσιες προσφορές που βρίσκονται σε εξέλιξη στις ΗΠΑ, καθώς προσπαθούν να αντικρούσουν την τελευταία προσπάθεια να τις βγάλουν από τα αμερικανικά χρηματιστήρια.
Η ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ αποχώρηση (από τα χρηματιστήρια) εταιριών από μία συγκεκριμένη μεγάλη χώρα (όπως η Κίνα) θα υπονόμευε την αγορά αμερικανικών αποθετηρίων εγγράφων (ADR), αμφισβητώντας τον ρόλο των ΗΠΑ στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, κάτι που η Κίνα μπορεί να καλωσορίσει. Ενώ οι κινεζικές εταιρίες επωφελούνται από τη ρευστότητα των αμερικανικών χρηματιστηρίων, θα μπορούσαν να αποχωρήσουν (από τα χρηματιστήρια) αλλού, συμπεριλαμβανομένου του χρηματιστηρίου του Χονγκ Κονγκ, ή από τα χρηματιστήρια του εσωτερικού, του Shenzhen ή της Σαγκάης. Οι συνεχιζόμενες επιχειρηματικές ευκαιρίες στην Κίνα, μαζί με τη μεγαλύτερη καταναλωτική αγορά στον κόσμο και τα κινεζικά βήματα για να καταστήσουν τις κεφαλαιαγορές της πιο ανοιχτές, καθίστανται εφικτή επιλογή που θα εξακολουθήσει να προσελκύει τα αμερικανικά κεφάλαια.
Η ΟΥΣΙΑ είναι ότι οι χρηματοοικονομικές συναλλαγές μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας είναι μεγάλες και βαθιές, οι οποίες θα αποτρέψουν σοβαρές προσπάθειες για… αποσύνδεση της σχέσης τους. Το αληθινό οικονομικό μερίδιο κατοίκων και μη κατοίκων των ΗΠΑ και της Κίνας δεν είναι ξεκάθαρο και πρόσφατη πανεπιστημιακή έρευνα δείχνει ότι η επενδυτική θέση των ΗΠΑ σε κινεζικές εταιρίες ενδέχεται να υποβιβαστεί κατά περίπου 600 δισ. δολάρια. Οι αναγνωρισμένες αμοιβαίες συμμετοχές σε χαρτοφυλάκια και οι άμεσες επενδύσεις από την Κίνα και τις ΗΠΑ ανέρχονται σε τουλάχιστον 2,7 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και του ιδιωτικού Επενδυτικού Σχεδίου ΗΠΑ-Κίνας. Αυτά τα 2,7 τρισ. δολάρια, ωστόσο, είναι μόνο ένα νούμερο ως επίπεδο αναφοράς, καθώς δεν περιλαμβάνει τις ετήσιες εμπορικές ροές που ανέρχονται σε περίπου 650 δισ. δολάρια το 2018 ή αξιώσεις που έχουν καταχωριστεί σε τρίτες χώρες. Ορισμένες εκτιμήσεις φέρνουν έτσι τις συνολικές οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας σε 4 τρισ. δολάρια. Μια πραγματική αποσύνδεση της κινεζικής και της αμερικανικής οικονομίας θα είχε, συνεπώς, σοβαρές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις και για τις δύο πλευρές, πράγμα που θα περιορίσει εγγενώς τον βαθμό στον οποίο οι δύο τομείς της οικονομίας μπορούν να διαχωριστούν.
Από την έντυπη έκδοση