Ωστόσο, η πανδημία είναι απίθανο να οδηγήσει βραχυπρόθεσμα σε σημαντικές καταστάσεις επισιτιστικής έκτακτης ανάγκης, καθώς πολλές χώρες αναλαμβάνουν δράση για να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε τρόφιμα, ρυθμίζοντας παράλληλα τις τιμές τους. Οι παγκόσμιες αγορές τροφίμων εισήλθαν στην κρίση με ήδη σημαντικά αποθέματα ύστερα από μια περίοδο μεγάλης συγκομιδής. Η Κίνα, για παράδειγμα, σήμερα κατέχει πάνω από τους μισούς από τους 287,1 εκατ. τόνους των παγκόσμιων αποθεμάτων σιταριού. Ωστόσο, οι εντοπισμένες μετατοπίσεις της προσφοράς και της ζήτησης εξακολουθούν να παρουσιάζουν κίνδυνο σε άλλες περιοχές του πλανήτη.
ΟΙ ΧΩΡΕΣ έχουν κάνει διάφορες αλλαγές στην πολιτική των εξαγωγών ως απάντηση στην κρίση του COVID-19, με αποτέλεσμα περιορισμένες διαταραχές στις τιμές και την προσφορά τροφίμων. Στις περισσότερες περιοχές, οι διαταραχές αυτές δεν θα οδηγήσουν σε σημαντικές ελλείψεις βραχυπρόθεσμα, αν και ο ανοιχτός χαρακτήρας της τρέχουσας πανδημίας σημαίνει ότι τέτοιες πολιτικές θα μπορούσαν ακόμη και να παραταθούν.
Πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας και της Αιγύπτου, εξαρτώνται από τη Ρωσία για περίπου το ήμισυ των ετήσιων εισαγωγών σιτηρών. Η Αίγυπτος προσπάθησε ήδη να δροµολογήσει πρόσκληση υποβολής προσφορών για εισαγωγές σιτηρών την 1η Απριλίου, μετά τις αναστολές εξαγωγών από τη Ρωσία και την Ευρασιατική Οικονομική Επιτροπή (EAEU), απαιτώντας από τους πλειοδότες να αντικαταστήσουν τις ποσότητες που διαταράσσονται από περιορισμούς. Ωστόσο, αφού δεν κατάφερε να συγκεντρώσει προσφορές, το Κάιρο ώρες αργότερα ακύρωσε τη διαδικασία. Μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολο για αυτές τις χώρες να αντισταθμίσουν την απώλεια προμηθειών σε μια εποχή που άλλα κράτη, που εξαρτώνται από την εισαγωγή, ανταγωνίζονται για περιορισμένη προσφορά, την ώρα που άλλοι πάροχοι λαμβάνουν παρόμοια μέτρα για να περιορίσουν τις εξαγωγές τους.
ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ αδύναμες χώρες που έχουν περιορισμένα οικονομικά αποθέματα και προϋπάρχουσες δυσκολίες ως προς την επισιτιστική ασφάλεια, αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να γίνει δυσκολότερη αν οι διαταραχές από τον COVID-19 επεκταθούν το καλοκαίρι. Ορισμένα από αυτά τα κράτη -όπως η Ζιμπάμπουε, η Βενεζουέλα και η Μαυριτανία- αγωνίζονται ήδη να καλύψουν τη ζήτηση σε τρόφιμα υπό κανονικές συνθήκες. Οι αυξήσεις τιμών και οι περιορισμοί στην προσφορά θα μπορούσαν γρήγορα να οδηγήσουν σε σοβαρές ελλείψεις. Για τη Ζιμπάμπουε, η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας επισιτιστικής κρίσης από την κρίση ξένου νομίσματος από τις αρχές του 2019, η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ζοφερή. Η εξάρτησή της από την προσφορά τροφίμων από τους εξαγωγείς στην άμεση περιφέρεια της, όπως τη Ζάμπια και τη Νότια Αφρική, θα μπορούσε να την οδηγήσει γρήγορα στα άκρα, εάν οι χώρες αυτές λάβουν μέτρα για την προστασία των εγχώριων προμηθειών τους.
ΣΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΙΑ, οι δραστικές περικοπές των εξαγωγών τροφίμων του Καζακστάν, οι οποίες ενισχύονται περαιτέρω από την τρίμηνη αναστολή της EAEU, θα μπορούσαν να προκαλέσουν βραχυπρόθεσμη έλλειψη ευθυγράμμισης μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε τοπικό επίπεδο, οδηγώντας εσωτερικά σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ως προς την επισιτιστική ασφάλεια. Από τις 22 Μαρτίου, το υπουργείο Εμπορίου του Καζακστάν ανέστειλε όλες τις εξαγωγές βασικών προϊόντων διατροφής. Ενώ η χώρα μπορεί να μην αποτελεί σημαντικό παράγοντα σε παγκόσμια κλίμακα, παράγει, ωστόσο, ένα τεράστιο ποσοστό περιφερειακών καταναλωτικών προϊόντων διατροφής. Σε ολόκληρη την Κεντρική Ασία, χώρες, όπως το Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν, εξαρτώνται από το Καζακστάν για σχεδόν ολόκληρο τον όγκο των εισαγωγών σιτηρών (95%).
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
ΟΠΩΣ ΚΑΙ στη Ρωσία, αυτήν την περίοδο οι εξαγωγές του Καζακστάν είναι επίσης συνήθως σε χαμηλό επίπεδο, γεγονός που θα μετριάσει κάπως τον άμεσο αντίκτυπο. Εάν διατηρηθεί, ωστόσο, η αναστολή την περίοδο της συγκομιδής του Καζακστάν από τον Αύγουστο έως τον Οκτώβριο, οι περιφερειακές ελλείψεις είναι σίγουρες. Ο εξαιρετικά υψηλός βαθμός εξάρτησης στην περιοχή αυτή μπορεί να καταστήσει πολύ δύσκολη για τις επηρεαζόμενες χώρες την πρόσβαση σε εναλλακτικές προμήθειες. Ιδιαίτερα, καθώς αυτές οι χώρες αρχίζουν να επηρεάζονται άμεσα από την έξαρση του COVID-19, ο κίνδυνος τοπικών ελλείψεων είναι σημαντικός.
ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ, ωστόσο, που εξαρτώνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις εισαγωγές τροφίμων, έχουν προστατευθεί επιτυχώς από τις προσωρινές διαταραχές. Ειδικά οι χώρες του Αραβικού Κόλπου, οι οποίες έχουν μικρή εγχώρια παραγωγή τροφίμων λόγω του άγονου εδάφους, διακρίνονται για τον βαθμό που εξαρτώνται από ξένη παραγωγή τροφίμων, αλλά αντιμετωπίζουν μικρό κίνδυνο βραχυπρόθεσμα, χάρη στον πλούτο και την προνοητικότητά τους. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για παράδειγμα, εισάγουν σήμερα μεταξύ 80% και 90% των τροφίμων τους από το εξωτερικό, πράγμα που αποτελεί από μόνο του ένα σημαντικό ευάλωτο σημείο στην εφοδιαστική αλυσίδα. Αλλά η χώρα έχει μετριάσει το γεγονός με τη διαφοροποίηση των προμηθευτών τροφίμων, δημιουργώντας στρατηγικά αποθέματα που μπορούν να καλύψουν την κατανάλωση έως και έξι μηνών και επενδύοντας άμεσα στην εξωτερική γεωργική ανάπτυξη, η οποία τους προσφέρει αποκλειστική πρόσβαση. Αλλες χώρες του Αραβικού Κόλπου έχουν παρόμοια προσέγγιση, γεγονός που απομακρύνει σχετικά την απειλή από μια δυνητική -διάρκειας αρκετών μηνών- αναταραχή στην παγκόσμια αγορά τροφίμων.
Η ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ προϊόντων διατροφής σε παγκόσμιο επίπεδο επιδεινώνεται περαιτέρω από την περιορισμένη δυνατότητα της εμπορικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά αυτών των προϊόντων. Τα εμπορικά πλοία αντιμετωπίζουν μεγάλες καθυστερήσεις, καθώς αναγκάζονται να συμμορφώνονται με διαφορετικές διαδικασίες σε διάφορες χώρες για να περιορίσουν την εξάπλωση του COVID-19. Αυτό περιλαμβάνει την αλλαγή πορείας προς άλλα λιμάνια, καθυστερήσεις στις εκκαθαρίσεις ή τις πληρωμές, ακόμη και διαδικασίες απολύμανσης. Με τον σημαντικό όγκο των πλοίων να μην είναι διαθέσιμος, εξαιτίας αυτών των καθυστερήσεων, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να δημιουργηθεί συμφόρηση στις μεταφορές, διαταράσσοντας προσωρινά τις μεταφορές προϊόντων διατροφής στους προορισμούς τους. Η κρίση του COVID-19 έχει, επίσης, προκαλέσει την καθυστέρηση στην Κίνα των ψυγείων, που είναι απαραίτητα για τη μεταφορά ευπαθών προϊόντων διατροφής. Η χωρητικότητα και η δυνατότητα μεταφοράς μέσω ναυσιπλοΐας, τελικά, θα διορθωθούν όσο δεν θα υπάρχουν καθυστερήσεις, αλλά προς το παρόν τα μέτρα κατά της εξάπλωσης του COVID-19 θα συνεχίσουν να περιορίζουν αυτήν τη δυνατότητα σε παγκόσμια κλίμακα.
ΤΟ ΑΚΡΙΒΕΣ χρονοδιάγραμμα για τους περιορισμούς στο παγκόσμιο εμπόριο τροφίμων παραμένει ασαφές. Και όσο η κρίση του COVID-19 συνεχίζεται, το ίδιο και οι εμπορικοί περιορισμοί για την αντιμετώπισή του, ο κίνδυνος για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στον τομέα της επισιτιστικής ασφάλειας σε τοπικό επίπεδο θα αυξηθεί. Στο χειρότερο σενάριο, στο οποίο η παρατεταμένη διακοπή, στην περίπτωση που η εξάπλωση του ιού συνεχιζόταν αμείωτα την εποχή της συγκομιδής των μεγαλύτερων εξαγωγέων, οι μεγάλες μετατοπίσεις της προσφοράς, της ζήτησης και των δυνατοτήτων μεταφοράς θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σημαντικές ελλείψεις σε όλα τα κράτη που εξαρτώνται από τις εισαγωγές. Κατά πάσα πιθανότητα, ωστόσο, οι διακοπές θα παραμείνουν περιορισμένες σε περίπτωση που η κρίση διαρκέσει αρκετούς μήνες και το παγκόσμιο άγχος για προσφορά θα εκφράζεται, κυρίως, μέσω της αύξησης του κόστους των προϊόντων διατροφής.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου