Τελευταίο και ξεκάθαρο παράδειγμα αυτής της ρητορικής είναι οι δηλώσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος, αφού ανέφερε πως η Τουρκία διαθέτει τέσσερα πλοία ερευνών και γεωτρήσεων, τόνισε πως «συνεχίζουμε τις εργασίες. Αν θέλει ο Θεός, από κάπου θα βγει αέριο». Ο Τούρκος πρόεδρος ξεκαθάρισε πως «μόλις βρεθεί κάτι, τότε, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας, θα εξασφαλίσουμε τα δικαιώματα των Τούρκων που ζουν στη Βόρεια Κύπρο… Εμείς είμαστε εγγυήτρια δύναμη και θα υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες όπου έχουμε δικαιώματα και δεν θα αφήσουμε κανέναν να σφετεριστεί τα δικαιώματα των Τούρκων αδελφών μας».
Η Αγκυρα θεωρεί πως στο επόμενο διάστημα, οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο θα ξεκαθαρίσουν το μέλλον της ενεργειακής ανεξαρτησίας της Τουρκίας. Αυτός είναι και ο λόγος που η τουρκική κυβέρνηση επιμένει στη σκληρή στάση και τονίζει πως επιδιώκει μερίδιο από τους υδρογονάνθρακες και για τους Τουρκοκυπρίους αλλά και για την ίδια την Αγκυρα στη δική της υφαλοκρηπίδα, που η ίδια υποστηρίζει πως εκτείνεται εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Τα δυο τουρκικά γεωτρύπανα δεν είναι σε θέση να ξεκινήσουν γεωτρήσεις και να έχουν άμεσα αποτελέσματα και αυτό το γνωρίζουν οι Τούρκοι. Ωστόσο, θα επιχειρήσουν να κάνουν γεωτρήσεις ως επίδειξη δύναμης και για να οριοθετήσουν την τουρκική κυριαρχία όπως οι ίδιοι την επιθυμούν.
To σχέδιο της Αγκυρας προβλέπει την κάθοδο του γεωτρύπανου «Γιαβούζ» στη Μεσόγειο για να ξεκινήσει έρευνες βόρεια της Κύπρου σε οικόπεδα που, σύμφωνα με την Αγκυρα, έχει παραχωρήσει το ψευδοκράτος στην Τουρκία. Παράλληλα, το γεωτρύπανο «Φατίχ», το οποίο βρίσκεται δυτικά της Πάφου, ενδέχεται να κάνει γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Η Αγκυρα θα μπορούσε να σταματήσει αυτή τη δραστηριότητα μόνο αν εξασφαλίσει κάποιο μερίδιο από τους υδρογονάνθρακες. Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου έχει προτείνει την ίδρυση ενός διεθνούς οργανισμού που να αποφασίζει για την παραχώρηση των οικοπέδων της Κύπρου και θα διανέμει τα έσοδα.
Ομως, τις τελευταίες ημέρες, η είδηση της συμφωνίας της Λευκωσίας με τις ΗΠΑ για την πώληση του αερίου της «Αφροδίτης» αλλά και τα εντάλματα σύλληψης που εκδόθηκαν για το πλήρωμα του «Φατίχ» προκάλεσαν εκνευρισμό στην τουρκική πρωτεύουσα.
«Μέτωπο» με ΗΠΑ
Πριγκίπισσα Αικατερίνη: Δίνει μάχη με τον καρκίνο - Το σοβαρό χειρουργείο
Το άλλο καυτό «μέτωπο» που έχει ανοίξει η Τουρκία είναι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ που πλησιάζουν στο ναδίρ. Η επιμονή της Αγκυρας στην αγορά των ρωσικών S-400 οδηγεί σε κυρώσεις από τις ΗΠΑ. Η καθήλωση των μαχητικών F-35, ο τερματισμός της εκπαίδευσης των Τούρκων πιλότων αλλά και οι απειλές του Πενταγώνου για έξοδο της Τουρκίας από το πρόγραμμα συμπαραγωγής προκαλούν προβληματισμό στους Τούρκους αξιωματικούς αλλά και διπλωμάτες.
«Δεν λέω πως η Τουρκία θα πάρει τα συστήματα S-400, τα έχουμε ήδη πάρει. Τον επόμενο μήνα θα γίνει η παράδοση του συστήματος αυτού στη χώρα μας», δηλώνει ο Ερντογάν, ο οποίος, όμως, εναποθέτει πολλά στη συνάντηση που θα έχει με τον Ντόναλντ Τραμπ στο πλαίσιο της συνόδου του G-20 στην Ιαπωνία στα τέλη Ιουνίου. Ομως, στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών οι ιθύνοντες δεν βλέπουν τρόπους απεμπλοκής από το πρόβλημα αφού η ηγεσία επιμένει στην παραλαβή του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος και η Ουάσιγκτον επιμένει στις κυρώσεις.
Στην επιστολή του, ο ασκών χρέη υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ Πάτρικ Σάναχαν δηλώνει με σαφήνεια ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω εκπαίδευση Τούρκων στα μαχητικά F-35. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, επρόκειτο να εκπαιδευτούν άλλοι 34 Τούρκοι πιλότοι, φέτος. Ο Σάναχαν είπε ότι αναστέλλεται η συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 στις αεροπορικές βάσεις Λιουκ και Ιγκλιν. «Το χρονοδιάγραμμα αυτό θα επιτρέψει σε πολλούς αλλά όχι σε όλους τους Τούρκους εκπαιδευόμενους να ολοκληρώσουν τα μαθήματά τους πριν αναχωρήσουν από τις ΗΠΑ, μέχρι τις 31 Ιουλίου 2019», ανέφερε ο Σάναχαν, διαμηνύοντας στην Αγκυρα ότι «έχετε ακόμη την επιλογή να αλλάξετε κατεύθυνση για τους S-400». Αναφερόμενος στην επιστολή Σάναχαν, ο Ακάρ τόνισε πως «το ύφος (της επιστολής) δεν έχει σχέση με το συμμαχικό πνεύμα. Και ήδη ετοιμάζουμε την απαραίτητη απάντηση».
«Η επιστολή που έστειλε ο υπουργός άμυνας Σάναχαν προς τον Τούρκο ομόλογό του Χουλουσί Ακάρ σε επίπεδο ύφους είναι πιο σκληρή σε σχέση με αυτή του προέδρου Τζόνσον και θα πρέπει να απαντηθεί άμεσα και ανάλογα», τονίζει η πολιτική αναλύτρια της «Χουριέτ», Χαντέ Φιράτ, αναφερόμενη στην επιστολή που είχε στείλει στις 16 Ιουνίου 1964 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον στον τότε πρωθυπουργό της Τουρκίας Ισμέτ Ινονού απειλώντας την Αγκυρα με κυρώσεις. Οι ΗΠΑ είχαν απαγορεύσει τότε τη χρήση αμερικανικών όπλων σε επιχείρηση επέμβασης στην Κύπρο.
Πολιτικοί αναλυτές αναφέρουν πως αν η Τουρκία εξοβελιστεί από το πρόγραμμα κατασκευής των F-35, θα πρόκειται για πολύ σοβαρό πλήγμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, με ευρύτερες συνέπειες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Ενα ζήτημα που αφορά άμεσα και την Ελλάδα είναι η παραμονή της Τουρκίας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ και η χρήση των οπλικών συστημάτων που διαθέτουν οι χώρες της Συμμαχίας. Σε περίπτωση που η Τουρκία πιεστεί περισσότερο και αρχίσει να αγοράζει και άλλα όπλα από τη Μόσχα, τότε ο Ερντογάν θα οδηγηθεί de facto σε απρόβλεπτες κινήσεις.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής