Το γεγονός αυτό δρομολογεί ντόμινο εξελίξεων που φαντάζει αναπόφευκτο, παρά την ανάκαμψη των εσόδων φέτος, δεδομένου ότι πολλά ξενοδοχεία εμφανίζουν συσσωρευμένες ζημιές. Κορυφαίος παράγοντας της ξενοδοχίας, μιλώντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, εκτιμά ότι το 1/5 των ελληνικών ξενοδοχείων δύναται να αλλάξει χέρια αν δεν αλλάξει η προοπτική κερδών στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με μελέτης της Grant Thornton που διενεργήθηκε για λογαριασμό του ΞΕΕ, oι σχετικοί υπολογισμοί δείχνουν πως υπάρχει μια διαχρονική βελτίωση του κύκλου εργασιών των ξενοδοχείων, ως αποτέλεσμα βέβαια και της γενικότερης ενίσχυσης του τουρισμού στη χώρα. Το γεγονός αυτό επέτρεψε τη βελτίωση του λειτουργικού αποτελέσματος και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων προ φόρων. Ωστόσο, σε επίπεδο κερδών μετά φόρων τα ξενοδοχεία παρουσιάζουν μικρή βελτίωση, με πτώση μάλιστα το 2015, ως επακόλουθο των αλλαγών στο φορολογικό καθεστώς.
Ο δείκτης ρευστότητας παραμένει χαμηλός, ενώ ο δείκτης κεφαλαιακής μόχλευσης δεν εμφανίζει τάση αποκλιμάκωσης καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν υψηλά δανειακά βάρη. Οι καθαρές ροές δείχνουν πως το μέσο τυπικό ξενοδοχείο της χώρας έχει εξαντλήσει τη φοροδοτική του ικανότητα με το ισχύον φορολογικό καθεστώς. Επισημαίνεται, επίσης, πως τα ξενοδοχεία στην Ελλάδα φέρουν το μεγαλύτερο φορολογικό βάρος σε σύγκριση με εκείνα ανταγωνιστριών χωρών. Σύμφωνα με τη μελέτη, ως προς τη διαφοροποίηση των οικονομικών μεγεθών ανά κατηγορία ξενοδοχείων, διαπιστώνεται ότι τα ξενοδοχεία 3* και 4* εμφανίζουν το υψηλότερο περιθώριο λειτουργικών κερδών, ενώ από την άλλη πλευρά τα ξενοδοχεία χαμηλών προδιαγραφών (1* και 2*) κατά μέσο όρο αδυνατούν να καταγράψουν κερδοφόρα αποτελέσματα.
Αποκρυπτογραφώντας τους χρηματοοικονομικούς δείκτες προκύπτει ότι τα ξενοδοχεία με το υψηλότερο περιθώριο σε επίπεδο λειτουργικών κερδών (ΕΒΙTDA) είναι τα ξενοδοχεία 3* και 4* με 26,7% και 26,6% αντίστοιχα. Το υψηλότερο περιθώριο κέρδους προ τόκων και φόρων (EBIT) παρουσιάζουν, επίσης, τα ξενοδοχεία
υψηλών προδιαγραφών και ειδικότερα την πρώτη θέση κατέχουν τα ξενοδοχεία 3* με 14,5%, ενώ ακολουθούν τα 4* με 14,1% και τα 5* με 11,7%. Από την άλλη πλευρά, τα ξενοδοχεία χαμηλών προδιαγραφών (1* και 2*), παρά το γεγονός ότι πετυχαίνουν ικανοποιητικό δείκτη λειτουργικών κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), καταλήγουν, λόγω υψηλού δείκτη αποσβέσεων και υψηλού δείκτη χρηματοοικονομικού κόστους, σε αρνητικά αποτελέσματα.
Στο δεύτερο υψηλότερο συντελεστή φορολόγησης εισοδημάτων στην Ευρώπη υπόκεινται τα ξενοδοχεία μας
Ξεκινώντας από την ελληνική αγορά, ο φόρος εισοδήματος των νομικών προσώπων ανέρχεται σε 29% επί των φορολογητέων κερδών τους. Το ξενοδοχειακό προϊόν επιβαρύνεται με ΦΠΑ που ανέρχεται σε 13% για τις υπηρεσίες διαμονής και σε 24% για τις λοιπές υπηρεσίες, για τις περισσότερες περιοχές της ελληνικής επικράτειας.
Η έκπτωση κατά 30% που υπάρχει στον ΦΠΑ για τα νησιά των Νομών Εβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου και Δωδεκανήσου (πλην Ρόδου και Καρπάθου) θα ισχύει μέχρι την 31/12/2017. Στην αγορά της Ισπανίας ο φόρος εισοδήματος ανέρχεται σε 25% επί των φορολογητέων εισοδημάτων των νομικών προσώπων. Ο ΦΠΑ για τις υπηρεσίες διαμονής και για τις λοιπές υπηρεσίες ανέρχεται σε 10%. Στην Κροατία ο συντελεστής φόρου εισοδήματος επιχειρήσεων για κάθε είδους επιχειρηματική δραστηριότητα είναι της τάξης του 18%.
Motor Oil: Καθήκοντα προέδρου αναλαμβάνει ο Γιάννης Βαρδινογιάννης
Σε ό,τι αφορά τον ΦΠΑ, το ξενοδοχειακό προϊόν επιβαρύνεται με συντελεστή 13%. Στην Ιταλία οι νομικές οντότητες υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος (IRES) που ανέρχεται σε 27,9% επί των καθαρών φορολογητέων εισοδημάτων. Αναφορικά με τον ΦΠΑ (Imposta sul Valore Aggiunto – IVA), ο συντελεστής που εφαρμόζεται σε όλες τις υπηρεσίες των ξενοδοχείων ανέρχεται σε 10%.
Στην περίπτωση της Τουρκίας, οι εταιρίες υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος (CIT) με συντελεστή 20% επί των φορολογητέων εισοδημάτων τους. Ο συντελεστής ΦΠΑ, ο οποίος εφαρμόζεται στις υπηρεσίες διαμονής σε ξενοδοχειακά καταλύματα, ανέρχεται σε 8% ενώ στις λοιπές υπηρεσίες σε 18% (European Commission, 2017 και OECD, 2017).
Τέλος, στη Γαλλία ο φορολογικός συντελεστής που επιβάλλεται στα φορολογητέα εισοδήματα των επιχειρήσεων ανέρχεται σε 33,33%. Ο συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας για την παροχή ξενοδοχειακών υπηρεσιών ανέρχεται σε 10%. Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία των φορολογικών συντελεστών ανά χώρα, προκύπτει πως τα ξενοδοχεία στην Ελλάδα υπόκεινται στο δεύτερο υψηλότερο συντελεστή φορολόγησης εισοδημάτων.
Με εξαίρεση τη Γαλλία, οι υπόλοιπες χώρες έχουν υιοθετήσει χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος. Ως προς την έμμεση φορολογία, το ξενοδοχειακό προϊόν στην Ελλάδα επιβαρύνεται με τον υψηλότερο συντελεστή διαμονής και τον υψηλότερο για τις λοιπές υπηρεσίες. Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των δεικτών, γίνεται φανερό πως το ξενοδοχειακό προϊόν στην Ελλάδα φέρει τη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση σε σύγκριση με εκείνο των ανταγωνιστριών χωρών στον τομέα του τουρισμού.
Οι υπολογισμοί της Grant Thornton δείχνουν πως στην Ελλάδα τα ξενοδοχεία, λόγω υπερφορολόγησης, είναι υποχρεωμένα να θέσουν στο τελικό προϊόν τους τιμές υψηλότερες κατά 3,21% έως 6,77% σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές τους προκειμένου να επιτύχουν αντίστοιχα ποσοστά κέρδους με εκείνα των άλλων χωρών. Το γεγονός βέβαια αυτό θα καθιστούσε το ξενοδοχειακό προϊόν της χώρας λιγότερο ανταγωνιστικό. Ως εκ τούτου, τα ξενοδοχεία τελικά υποχρεώνονται να συμβιβαστούν με σαφώς χαμηλότερα περιθώρια κέρδους, προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Με βάση και το γεγονός ότι η μέση τουριστική δαπάνη στην Ελλάδα είναι χαμηλή, ειδικά σε σύγκριση με εκείνη των ανταγωνιστών, τότε γίνονται απόλυτα κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους το μέσο περιθώριο κέρδους των ξενοδοχείων της χώρας μετά από φόρους εκτιμάται μόλις στο 1,52%. Τέλος, η υψηλή φορολόγηση των ξενοδοχείων στην Ελλάδα συρρικνώνει τα επίπεδα κερδοφορίας, περιορίζοντας τις δυνατότητές τους να προχωρήσουν σε επενδύσεις και να ενισχύσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο.