Σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να μιλάμε πραγματικά για μονομάχους. Αιώνιους μάλιστα μιας και παρουσιάστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Πρόκειται για την Dino 206 GT και την Porsche 911 2.0 S, δύο δίλιτρα αυτοκίνητα που αντιπροσωπεύουν τις πιο επιδραστικές σχολές στην κατηγορία υψηλού τουρισμού και είναι κορυφαίοι εκπρόσωποι του made in Italy και του made in Germany. Σήμερα, αυτά τα αυτοκίνητα κοστολογούνται πολύ ακριβά και όχι άδικα.
Κάτω από τα καπό τους κρύβουν 6κύλινδρους κινητήρες με διαφορετική αρχιτεκτονική αλλά απολαυστικούς όσο ελάχιστοι στην ιστορία του αυτοκινήτου. Κάνουν την καρδιά σου να χτυπά δυνατά από το ρελαντί, πόσο μάλλον όταν πατήσεις το γκάζι. Διόλου τυχαία πρόκειται για σπάνιες κατασκευές περιορισμένης παραγωγής που αποτελούν σίγουρες επενδύσεις με τάση μια και η αξία τους αναμένεται να ανέβει κι άλλο. Πάνω απ΄όλα όμως είναι δύο απολαυστικά αυτοκίνητα, ειδικά για οδηγούς που μπορούν να βάλουν όλα τα άλογά τους στο δρόμο.
Σε Σπάνιο Χρώμα
Η πρώτη μονομάχος είναι η Dino 206 GT, την οποία το περιοδικό Ruoteclassiche έχει αποκαλέσει «Βασίλισσα του Παρελθόντος» σε πρόσφατο άρθρο του. Το αυτοκίνητο που πρωταγωνιστεί σ’ αυτές τις σελίδες έχει αριθμό πλαισίου 00154, είναι σε άριστη κατάσταση και 100% αυθεντικό. Είναι απτή απόδειξη της φροντίδας με την οποία έφτιαχνε η Ferrari τα αυτοκίνητά της εκείνη την εποχή: τέσσερα χέρια ταυτόχρονα έβαφαν το αμάξωμα, μετά από την επίστρωση αντισκωριακού υλικού. Στο συγκεκριμένο αυτοκίνητο, τόσο το αλουμινένιο αμάξωμα, όσο και το ευαίσθητο πλαίσιο που κρύβεται από κάτω, δεν έχουν ίχνος σκουριάς.
Μετά από ένα πρόσφατο γυάλισμα, αναδείχτηκε μάλιστα το σπανιότατο αυτό μεταλλικό χρώμα Verde Pino με κωδικό Glidden Salchi 106-G- 30: μόνο τρία από τα 154 συνολικά αυτοκίνητα είχαν το συγκεκριμένο που παραμένει ιδιαίτερα γοητευτικό. Το αυτοκίνητο αγοράστηκε το Σεπτέμβριο του 1968 και ο πρώτος του ιδιοκτήτης το κράτησε μόλις έξι μήνες. Το αγόρασε στη συνέχεια ένας δικηγόρος από τη Μόντσα που το κράτησε έως το 2005. Έκτοτε ανήκει στον Fabio Colombo, έναν καρδιοχειρουργό από το Μιλάνο. «Από χρόνια της έκανα κόρτε», μας λέει ο Colombo ενώ της χαϊδεύει τρυφερά το μπροστινό φτερό. «Γνωρίζω καλά τον πρώην ιδιοκτήτη της, οπότε κατάφερα να εκμεταλλευτώ μία στιγμή αδυναμίας του με μία σωστή προσφορά και να τη φέρω σπίτι».
Το οδόμετρο αναγράφει μόλις 65.000 χιλιόμετρα οπότε μετά από ένα κανονικό σέρβις και μία αλλαγή ελαστικών η Dino ήταν έτοιμη να βγει στο δρόμο. «Το εσωτερικό είναι τέλεια διατηρημένο», συνεχίζει ο χειρουργός από το Μιλάνο, «αν και το κάθισμα του οδηγού χρειάστηκε επισκευή μια και είχε μία ρωγμή στο κέντρο. Όμως ήμουν τυχερός που βρήκα πολλά αυθεντικά εξαρτήματα και ο ταπετσέρης έκανε θαύματα, να αφαιρέσει το δέρμα, να το αντικαταστήσει και να το ράψει από την αρχή. Και τώρα είναι τέλειο».
Στο δρόμο εντυπωσιάζει η απόκριση και η ελαστικότητα του εξακύλινδρου V65° με το μπλοκ από αλουμίνιο. Με 60 χλμ./ώρα και 5η στο κιβώτιο δε χρειάζεται να κατεβάσεις για να προσπεράσεις, απλά επιταχύνεις: «το να ακούς το θαυμάσιο σφύριγμα των καρμπιρατέρ της Weber είναι σα να αισθάνεσαι το αίμα να τρέχει στις φλέβες», λέει χαρακτηριστικά ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου. «Είναι μία αίσθηση που μπορεί να συναρπάσει ακόμη και τον πιο αδιάφορο οδηγό. Και μεταξύ μας, σε μία στιγμή πιάνει τελική 240 χλμ./ώρα. Καθόλου άσχημα».
Αποχαιρετισμός στα Καρμπιρατέρ
Στην αντίπαλη όχθη είναι η Porsche, η πιο αυθεντική μάλιστα: η 911. Την περίοδο που στο Μαρανέλο κατασκευαζόταν η Dino, στη Στουτγκάρδη εισήγαγαν μία σειρά από καινοτομίες στο ανανεωμένο μοντέλο του 1969, το οποίο παρουσίασαν ως Σειρά Β. Η σημαντικότερη από μηχανολογική άποψη ήταν η αντικατάσταση των κλασικών καρμπιρατέρ με ένα πιο αποτελεσματικό, μηχανικό σύστημα ψεκασμού Kugelfischer, το οποίο αύξησε την ιπποδύναμη κατά 10 άλογα.
Στην έκδοση S του αυτοκινήτου που σας παρουσιάζουμε εδώ η ισχύς έφτασε τους 170 ίππους. Παράλληλα μεγάλωσε το μεταξόνιο από 2211 σε 2270 χλστ. χρησιμοποιώντας μακρύτερους υστερούντες βραχίονες στους πίσω τροχούς σε σχέση με το κινητήριο σύνολο, με αποτέλεσμα να μικρύνει ο πίσω πρόβολος.
Η μετατροπή αυτή έγινε για να βελτιωθεί το κράτημα της 911, το οποίο δεν έχαιρε και των καλύτερων κριτικών μέχρι τότε. Επίσης, φάρδυναν ελαφρώς οι πίσω θόλοι των τροχών και τοποθετήθηκαν επανασχεδιασμένα φωτιστικά σώματα πίσω με αντανακλαστικά πάνω στον προφυλακτήρα. H έκδοση Targa διακρίνεται για τους τρεις αεραγωγούς στην κεντρική κολόνα που εκτελεί και χρέη roll bar. Το καμπυλόγραμμο πίσω τζάμι ήταν πλέον στάνταρ θερμαινόμενο το 1969, αντικαθιστώντας το χαρακτηριστικό εύκαμπτο πλαστικό της πρώτης γενιάς.
Ο Αθάνατος Boxer
Με το που βγήκε από τη γραμμή παραγωγής του Τσουφενχάουζεν στις 3 Ιουλίου 1969, το αυτοκίνητο με Αρ. Πλαισίου 119210503 (δηλαδή το Νο 503 από τα 614 συνολικά), σε κόκκινο χρώμα Βουργουνδίας (Burgundy Red) κατευθύνθηκε στην Ιταλία όπου πουλήθηκε το Σεπτέμβριο και φόρεσε πινακίδα Ascoli Piceno. Είχε μία ήσυχη ζωή στα χέρια δύο μόνο ιδιοκτητών στην ακτή της Αδριατικής, όταν το αγόρασε ένας Μιλανέζος χρηματιστής το 1995 με 78.000 χιλιόμετρα. «Γνώριζα ότι ήταν ένα αυτοκίνητο σε αυθεντική κατάσταση, όμως το αμάξωμα άρχισε να δείχνει κουρασμένο. Και μετά από χρόνια αποφάσισα να το ανακατασκευάσω από την αρχή.
Ο κινητήρας δέχτηκε μόνο μία μετατροπή για να χρησιμοποιεί αμόλυβδη βενζίνη. Δεν αλλάξαμε κανένα εσωτερικό εξάρτημα μια και οι ανοχές του στροφαλοφόρου ήταν ακόμη μέσα στα όρια του κατασκευαστή».
Πώς καταλήγει λοιπόν αυτή η μονομαχία; All winners, όπως λένε οι Άγγλοι, μια και είναι δύσκολο να επιλέξεις ένα από τα δύο. Όλα έχουν να κάνουν με το προσωπικό γούστο του καθενός.