Οι άλλοι κάπνιζαν, όχι κανονικό τσιγάρο, οι περισσότεροι, ακόμα και αυτός με το μαχαίρι, είχαν απασχολημένο το ένα από τα δύο τους χέρια με το κινητό. Σκρόλαραν με ταχύτητα μόνο με το ένα δάχτυλο. Ξαφνικά σηκώθηκαν όλοι μαζί σαν να τους έριξαν νερό από κάποιο μπαλκόνι, 7-8 ήταν όλοι κι όλοι, και άρχισαν να περπατούν με μια υποτυπώδη στοίχιση. Εκεί τελείωσε ο ρόλος του αυτόπτη μάρτυρα.
Η 14χρονη που υπέστη τη συγκλονιστική βία στη Γλυφάδα πήγαινε σε ένα από τα σχολεία της Βούλας, από όπου και το σκηνικό που περιγράφουμε παραπάνω. Στα σχολεία και των δύο περιοχών πήγαιναν και όσοι οργάνωσαν όλη αυτή την απάνθρωπη αγριότητα. Δεν έχει σημασία τι είδους περιοχές είναι. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες μικρο-κοινωνιολογικές ιδιαιτερότητες, αλλά η ουσία είναι η ίδια. Και δεν είναι άλλη από τη νομιμοποίηση της βίας, της ακραίας βίας, του ξύλου, του βασανισμού, του εξευτελισμού, του αίματος. Η θεσμοθέτηση όλων αυτών ως κανονικού, ελαφρώς παραβατικού μεν, αλλά εντέλει αποδεκτού, τρόπου λειτουργίας ενός ατόμου στην κοινωνία. Δεν ισχύουν πια οι συμφωνίες της συνύπαρξης, όπως ίσχυαν. Γκρεμίζονται και αυτές, γιατί «ο προηγούμενος κόσμος και ό,τι περιελάμβανε πρέπει να πεθάνει».
Χαμένοι στο πρωτόκολλο
Μπορεί όλοι όσοι ευαγγελίζονται «το γκρέμισμα του παλιού κόσμου που είναι γεμάτος εφιάλτες» να μην ξέρουν με τι θέλουν να τον αντικαταστήσουν. Σε τέτοιες τεκτονικές-κοινωνικές αλλαγές, όπου το σάρωμα του παλιού κόσμου φαντάζει ως μονόδρομος, η βία πάντα έστηνε τις γέφυρες. Κάτι ανάλογο οδηγεί και σε αυτήν την κανονικοποίηση της σημερινής βίας. Μόνο που δεν είναι η «μαμή της Ιστορίας», όπως έλεγαν οι μαρξιστές, αλλά κάτι άλλο. Και ας τελειώνουμε και με τα κλασικά στερεότυπα. Χωρισμένοι γονείς, οικονομικά προβλήματα και διάφορα άλλα βολικά άλλοθι.
Μια ματιά στο TikTok, μερικές ημέρες μετά τον άγριο ξυλοδαρμό της 14χρονης, θα δείξει αυτήν την πανούκλα του μίσους και πώς απλώνεται. Συνομήλικοί της, αγόρια και κορίτσια, της υπόσχονται και άλλο ξύλο, ακόμα και θάνατο. Σκορπίζουν απειλές γεμάτες χυδαίο τρόμο. Και, φυσικά, όλοι θα αναρωτηθούμε «μα τι κάνει η Αστυνομία…». Πολλοί λιγότεροι, τραγικά ελάχιστοι, θα έχουν δώσει ήδη την απάντηση.
Οταν τέτοιου είδους παγκόσμια -όχι μόνο ελληνικά- τερατώδη κατασκευάσματα των απωθημένων μιας ολόκληρης κοινωνίας φωλιάζουν στις ψυχές των πιτσιρικάδων, μετατρέποντάς τους όχι σε παραβάτες, αλλά σε εγκληματίες, τότε η προσφυγή στην Αστυνομία δεν είναι τίποτα άλλο από μια τεράστια δημόσια ομολογία αποτυχίας. Η ανατριχιαστική παρακολούθηση του ξυλοδαρμού από παιδιά-θεατές που κοιτούσαν παιδιά-τέρατα στην αρένα αυτό ακριβώς είναι. Ζωή που δεν μπορεί να ζήσει, με τους χθεσινούς συνένοχους να παριστάνουν τους σημερινούς καταγγέλλοντες…