Προτού ανακηρυχθεί υπερπόντια κτήση των ΗΠΑ το 1898, το Σύμπλεγμα της Χαβάης ονομαζόταν Νησιά Σάντουιτς. Με έκταση 28.300 τετραγωνικά χιλιόμετρα (περίπου όσο η Πελοπόννησος και η Κρήτη) και πληθυσμό 1,5 εκατομμύριο κατοίκους, η Χαβάη τροφοδότησε πλήθος εξωτικών φαντασιώσεων του δυτικού ανθρώπου. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι υπήρξε λίκνο αρχαίων πολυνησιακών πολιτισμών στον Ειρηνικό, αλλά και κόμβος της παγκόσμιας οικονομίας (!) πολύ πριν οι πρώτοι λευκοί τη δουν με το κιάλι.
Η αποτεφρωμένη πόλη Λαχάινα στο Νησί Μάουι προβάλλεται από τα ΜΜΕ ως ένα κορυφαίο τουριστικό θέρετρο 12.000 κατοίκων. Ομως δύο αιώνες πριν ήταν η πανέμορφη πρωτεύουσα του βασιλείου της Χαβάης, αντί για τη Χονολούλου, τότε που οι αυτόχθονες όριζαν ακόμη τη μοίρα τους. Στις αρχές και τα μέσα του 19ου αιώνα, στις ακτές της Λαχάινα, αντί για σέρφερ συνωστίζονταν… φαλαινοθηρικά και εμπορικά πλοία.
Τότε η ανθρωπότητα δεν είχε ανακαλύψει ακόμη το πετρέλαιο ως λιπαντικό και καύσιμο, και το λίπος της φάλαινας αποτελούσε κορυφαίο παγκόσμιο εμπόρευμα. Στο τέλος του 1845 ο Βρετανός γιατρός-ιεραπόστολος Ντουάιτ Μπάλντουιν έγραψε ότι στο λιμάνι της Λαχάινα ναυλοχούν έως 400 φαλαινοθηρικά κάθε χρόνο. Αυτά ήταν ταυτόχρονα διαμετακομιστές του παγκόσμιου εμπορίου, φορτώνοντας από τη Χαβάη νερό, ζώα και εξωτικά φρούτα για τις αγορές της Δύσης και της Κίνας.
Ετσι, το Μάουι προόδευσε περισσότερο από τα υπόλοιπα νησιά, αλλά αυτό έφερε και την εξάρτηση από τις ξένες δυνάμεις. Το 1823, όταν ο Μπάιρον συμμετείχε στον Ελληνικό Αγώνα, ο συμπατριώτης του, Ουίλιαμ Ελλις, εξυμνούσε σε άρθρο σε λονδρέζικη εφημερίδα το «ρομαντισμό και τις μοναδικές ομορφιές της αμμώδους παραλίας της Λαχάινα, με τους κοκοφοίνικες και τις καλύβες». Ωσπου δύο αιώνες αργότερα ήρθε η κλιματική αλλαγή…