Η αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπως πιστοποιείται από τις στρατηγικές συμμαχίες που έχουμε συνάψει με ΗΠΑ και Γαλλία, ωθούν την Τουρκία στα όρια του παραλογισμού.
Σχεδόν σε καθημερινή βάση, και ιδίως μετά την επιτυχημένη επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον, η Αγκυρα προκαλεί με κάθε τρόπο και με ισχυρισμούς που δεν στέκουν στην κοινή λογική, αλλά κινούνται στη σφαίρα των οθωμανικών φαντασιώσεων.
Προχθές ο Ερντογάν επινόησε το παραμύθι της δήθεν εκπαίδευσης Κούρδων τρομοκρατών στην Αθήνα και εγκάλεσε την αντιπολίτευση ότι συντάσσεται με την Ελλάδα, επιχειρώντας να βάλει τη χώρα μας στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι προκειμένου να κερδίσει έδαφος στις δημοσκοπήσεις, εν όψει των εθνικών εκλογών. Ο κυβερνητικός του εταίρος Μπαχτσελί κατηγόρησε τον Μητσοτάκη ότι προκαλεί με την επίσκεψή του στα νησιά απέναντι από την Αλικαρνασσό και έπεται συνέχεια.
Αλλωστε, τα ίδια κατασκευάσματα χρησιμοποιεί ο Τούρκος πρόεδρος κατά της Σουηδίας και της Φινλανδίας, ότι υποθάλπουν τρομοκρατικές οργανώσεις και για αυτόν το λόγο δεν πρέπει να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Αξιωματούχοι του Ερντογάν κατηγορούν τη χώρα μας ότι δήθεν «πνίγει» πρόσφυγες στο Αιγαίο, όταν τα δουλεμπορικά κυκλώματα δρουν με πλήρη κάλυψη των Αρχών στα τουρκικά παράλια και η Αγκυρα βαρύνεται με την οργανωμένη απόπειρα κατάλυσης των ελληνικών συνόρων παροτρύνοντας χιλιάδες μετανάστες τον Φεβρουάριο του 2020 να περάσουν τον Εβρο.
Οσο η Ελλάδα διευρύνει τη διπλωματική της ισχύ και θωρακίζεται διπλωματικά τόσο μεγαλώνει η οργή της Τουρκίας. Πώς όμως μπορείς να αντιμετωπίσεις έναν γείτονα που καταφεύγει σε παραλογισμούς;
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Το βασικότερο είναι να μην ακολουθήσεις το παιχνίδι του, να μην εγκαταλείψεις δηλαδή το δρόμο της λογικής και της σύνεσης. Η Ελλάδα έχει στο πλευρό της το Διεθνές Δίκαιο, ενώ έχει χτίσει εικόνα αξιοπιστίας διευρύνοντας τις συμμαχίες της με τον διεθνή παράγοντα. Οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ είναι στο καλύτερο ιστορικά επίπεδο και η αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης σε ενεργειακό κόμβο μεταφοράς φυσικού αερίου προς τα Βαλκάνια με τη συμμετοχή αμερικανικών εταιριών αποτελεί έναν ακόμη λόγο για τον οποίο η Αγκυρα εξαπολύει βολές κατά της Ουάσιγκτον.
Το Βερολίνο, έστω και με καθυστέρηση, εξέφρασε τη στήριξή του στην Ελλάδα, καταδικάζοντας τις απειλές της Τουρκίας κατά της εθνικής μας κυριαρχίας, ενώ το Παρίσι παραμένει σταθερός και ισχυρός σύμμαχός μας.
Η ελληνική διπλωματία έχει κάνει καλή δουλειά διεθνοποιώντας το πρόβλημα, ενώ ο πρωθυπουργός επιδεικνύει στις συναντήσεις με ξένους ηγέτες τους ανιστόρητους χάρτες της «Γαλάζιας Πατρίδας» που έχει κατασκευάσει η Τουρκία παραβιάζοντας κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας.
Παράλληλα, η αποτρεπτική μας δύναμη έχει ενισχυθεί με την προμήθεια των γαλλικών Ραφάλ και την υπογραφή της αμυντικής συνεργασίας με το Παρίσι, δεν υπάρχουν περιθώρια στην Αγκυρα να ξεπεράσει τις κόκκινες γραμμές μας.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο Ερντογάν θα εγκαταλείψει τη ρητορική των προκλήσεων, ιδίως εάν διαπιστώσει ότι τον ευνοεί πολιτικά. Για αυτό χρειάζεται εγρήγορση και ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να καταδικάζεται «ακαριαία» από συμμάχους και εταίρους κάθε τουρκική παραβατικότητα.
Η Δύση οφείλει να έχει ενιαία στάση απέναντι σε κάθε απόπειρα αναθεωρητισμού, είτε αυτή προέρχεται από τη Ρωσία είτε από την Τουρκία, και δυστυχώς αυτό δεν είναι αυτονόητο.