Τάδε έφη Μπιλ Κλίντον, αναλαμβάνοντας ευχαρίστως την ιστορική ευθύνη που του αναλογεί για τη σημερινή κατάσταση των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων και τις τεράστιες απειλές που αντιμετωπίζει η παγκόσμια ειρήνη.
Σε άρθρο του στην επιθεώρηση«The Atlantic», ο 76χρονος σήμερα πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ αισθάνθηκε την ανάγκη να μιλήσει για το παρελθόν που συνδιαμόρφωσε και το παρόν που φέρει τη σφραγίδα του. Πάλι καλά που άφησε απέξω το μέλλον.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
«Οταν πρωτομπήκα στον Λευκό Οίκο (σ.σ.: 1η Ιανουαρίου 1993) είπα ότι θα στήριζα τον Ρώσο πρόεδρο Γιέλτσιν στην προσπάθειά του να οικοδομήσει μια ανθούσα οικονομία και μια λειτουργική δημοκρατία. Ταυτόχρονα, όμως, επέμεινα στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας και μετασοβιετικές δημοκρατίες. Δεν με ανησυχούσε ότι ο Γιέλτσιν θα γινόταν φορέας αυτοκρατορικών ιδεών. Aλλά ποιος ήξερε τι θα ακολουθούσε μετά;».
Στο ίδιο άρθρο, ο Κλίντον αναγνωρίζει με κυνισμό πως η απόφασή του είχε βαρύτατες συνέπειες, αλλά επιμένει ότι ήταν η σωστή. Κοντολογίς, ομολόγησε έμμεσα ότι εφόσον η Ρωσία δεν αποδέχθηκε το ρόλο ενός δορυφόρου της Δύσης (που θα συνέβαλε, μεταξύ άλλων, στην ασφυκτική περικύκλωση της Κίνας), οι ΗΠΑ και η Δύση έπρεπε να ρισκάρουν έναν άλλου τύπου ψυχρό πόλεμο, τις συνέπειες του οποίου βιώνουμε ήδη.
Κατά τον Κλίντον, η «απρόκλητη και αδικαιολόγητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία» απέδειξε την ορθότητα της πολιτικής του. Προφανώς, τα ίδια πιστεύει για τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ και αφρικανικές χώρες – κι ας μην τα έθιξε στο άρθρο του στο «Atlantic». Ισως μια άλλη φορά.