Αν και το διάστημα είναι πολύ μεγάλο για την πολιτική, τα δύο κόμματα φαίνεται προς το παρόν να μη βρίσκουν άλλα πρόσωπα για να ηγηθούν της εκστρατείας και να διεκδικήσουν τον Λευκό Οίκο.
Ο μεν πρόεδρος Μπάιντεν, στα 80 του χρόνια, δείχνει σημάδια κόπωσης – όπως φάνηκε και από την πρόσφατη συνάντηση με τον Ισραηλινό ομόλογό του, Ισαάκ Χέρτσογκ, κατά την οποία διάβαζε σημειώσεις για να αντεπεξέλθει στη συζήτηση. Ο δε Τραμπ έχει προβλήματα με τη Δικαιοσύνη και δεν θριάμβευσε στις ενδιάμεσες εκλογές, καθώς ηττήθηκαν αρκετοί «δικοί του» υποψήφιοι για τη Γερουσία.
Οσοι περίμεναν πως οι ποινικές διώξεις σε βάρος του αλλά και η δυναμική εμφάνιση του κυβερνήτη της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις, στην κούρσα για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος θα αποθάρρυναν τον Τραμπ διαψεύσθηκαν.
H «κομμουνιστική απειλή» στις ΗΠΑ
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν πως η πλειοψηφία (47%) των Ρεπουμπλικανών προτιμά τον Ντόναλντ Τραμπ για το προεδρικό χρίσμα του κόμματος έναντι του Ρον ντε Σάντις, τον οποίο υποστηρίζει μόλις το 19%.
Σε πείσμα όλων των αντιξοοτήτων και της αποδοκιμασίας της διεθνούς κοινής γνώμης για τον πρώην πρόεδρο, φαίνεται πως το κόμμα στρέφεται στον Τραμπ ως ένα «σίγουρο χαρτί» -ιδίως αν απέναντί του θα έχει πάλι τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος προηγείται προς το παρόν του Τραμπ με 37% έναντι 35%.
Μέχρι τον Νοέμβριο του 2024, υπάρχει χρόνος για να αλλάξουν οι συσχετισμοί ή για να εμφανιστεί ένα νέο πρόσωπο που θα διεκδικήσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών -γεγονός που θα οδηγήσει και σε ανατροπές στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών- και να μη μοιάζουν οι προεδρικές εκλογές με τη «μέρα της μαρμότας» (όταν κάποιος ζει την ίδια ημέρα ξανά και ξανά).