ΤΗΝ τελευταία δεκαετία, όμως, οι ΗΠΑ βιώνουν μια μεγάλη πολιτική και κοινωνική αναταραχή. Μπορεί ανέκαθεν να υπήρχε ο διαχωρισμός των μεγαλουπόλεων και της επαρχίας, των ανατολικών – δυτικών ακτών και της «βαθιάς» Αμερικής της ενδοχώρας, αλλά αυτά τα χρόνια έχει δημιουργηθεί εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Και μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να φαίνεται πως ευθύνεται ο Τραμπ, στην πραγματικότητα, όμως, ο πρώην πρόεδρος και εκ νέου υποψήφιος για τον Λευκό Οίκο είναι το σύμπτωμα. Το σύμπτωμα ενός μεγάλου ασθενούς. Γιατί οι ΗΠΑ μπορεί να παραμένουν η κυρίαρχη οικονομική, πολιτική, στρατιωτική υπερδύναμη στον πλανήτη, αλλά δεν διαθέτουν την ισχύ που είχαν παλαιότερα.
Η εξασθένηση των ΗΠΑ ξεκίνησε παράλληλα με την πτώση του κομμουνισμού και τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Οι πόλεμοι στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Γιουγκοσλαβία και σε άλλες περιοχές του πλανήτη κατέδειξαν πως πλέον δεν μπορούν να επιβάλουν την «τάξη». Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 χτύπησε ανεπανόρθωτα τη μεσαία τάξη των Αμερικανών, ενώ το χρέος της χώρας αυξάνεται ακόμα και σήμερα με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Το προφίλ της ανίκητης υπερδύναμης και του αμερικανικού ονείρου έχει πληγεί βαριά. Ακολουθήθηκαν λανθασμένες πολιτικές, εσωτερικά και εξωτερικά, και έτσι το σύνθημα του Ντόναλντ Τραμπ «Να ξανακάνουμε μεγάλη την Αμερική» ήρθε και έδεσε απόλυτα με τις συνθήκες. Με αυτή την τακτική θριάμβευσε το 2016, έχασε οριακά το 2020 και φαντάζει ως το μεγάλο φαβορί στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Πορεία για το Πολυτεχνείο θα γίνει;
ΑΝ δεν ήταν ο Τραμπ, θα ήταν κάποιος άλλος πολιτικός που και πάλι με τοξικό λαϊκισμό θα εκμεταλλευόταν τις συνθήκες και θα πόνταρε στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Ειδικά, τώρα πια που απέναντί του έχει τον αδύναμο στην υγεία Τζο Μπάιντεν. Ο Τραμπ, λοιπόν, παίζει με μια ευφυή στρατηγική. Αν και ως κροίσος είναι μέρος του «συστήματος», εκείνος έχει υιοθετήσει την αντισυστημική τραμπική ρητορική και συναρπάζει τη μισή Αμερική. Με διχαστικό λόγο. Με ύβρεις. Με ενίσχυση του κινήματος της βίας της Ακροδεξιάς, που έφτασε μέχρι και την εισβολή οπαδών στο Καπιτώλιο, στο πλαίσιο της άρνησης αποδοχής της εκλογικής ήττας του 2020. Θα μπορούσε κανείς, εύκολα, να πει ότι ο Τραμπ έπεσε θύμα του κλίματος βίας και διχασμού που χτίζει όλα αυτά τα χρόνια. Και έτσι έγινε ο ίδιος στόχος δολοφονικής επίθεσης. Ευτυχώς επέζησε, γιατί αλλιώς είναι άγνωστο πώς θα ήταν οι ΗΠΑ σήμερα.
Η Αμερική θα βαδίσει προς τις κάλπες σε ένα κλίμα πρωτοφανούς έντασης. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποιες αντιδράσεις θα πυροδοτήσει η χθεσινή απόπειρα δολοφονίας. Το πρόβλημα της Αμερικής, όμως, είναι ακόμα μεγαλύτερο. Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει στις κάλπες. Αυτή τη στιγμή είναι πλήρως διχασμένη εσωτερικά και δείχνει αδύναμη εξωτερικά. Και, για την ώρα, δεν φαίνεται να μπορεί να αναστραφεί αυτή η αρνητική κατάσταση, κάτι που σημαίνει και αυξημένη αστάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο.