Το δεδομένο είναι ότι κανείς δεν θέλει να δει ένα νεοναζιστικό κόμμα να μπαίνει ξανά στη Βουλή. Ομως θα ήταν απείρως αποτελεσματικότερη κάθε προσπάθεια αν υπήρχε μια συνεννόηση όλων των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου ώστε ενωμένα και χωρίς «αλλά» να βάλουν τέλος στα νομικίστικα τερτίπια των επίδοξων συνεχιστών του χρυσαυγιτισμού. Θα πείτε πως αυτό θα συνέβαινε σε μια ιδανική πολιτεία και, ως γνωστόν, τέτοιες δεν υπάρχουν. Οι ευθύνες όμως δεν είναι ισομερώς καταμερισμένες, ό,τι και αν λέει η αξιωματική αντιπολίτευση.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Να δεχθούμε ότι η νομοθετική ρύθμιση θα μπορούσε να έχει έρθει νωρίτερα, σε ουδέτερο πολιτικά χρόνο, και όχι λίγο πριν τις εκλογές, που το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο. Να δεχθούμε επίσης ότι οι έρευνες για τον τρόπο με τον οποίο ένας κρατούμενος στις φυλακές μπορεί να διοχετεύει στα σόσια μίντια «πύρινους» λόγους και να συνεχίζει την προπαγάνδα του θα μπορούσαν να έχουν ξεκινήσει και ολοκληρωθεί επίσης νωρίτερα. Ομως αυτό δεν δικαιολογεί την εμμονική επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ να λέει «όχι» σε όλα. Και ειδικά στο συγκεκριμένο θέμα, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της σύγχρονης ελληνικής Δημοκρατίας.
Η στάση του ΠΑΣΟΚ, που υπερψήφισε την τροπολογία, καταθέτοντας τα σημεία στα οποία διαφωνεί, είναι μια στάση ευθύνης. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που κυβέρνησε αυτή τη χώρα και προσπαθεί να πείσει για την προοδευτικότητά του, αδυνατεί να ομονοήσει και προτιμά να καταφεύγει σε αντιδραστικούς τακτικισμούς, δεν είναι απλά απαράδεκτο. Είναι λάθος.